Το Ελληνικό «Τριέσπερον» ή Ηλιούγεννα
Στη θέση των «Χριστουγέννων», οι πρόγονοί μας εόρταζαν το λεγόμενο «Τριέσπερον», μία εορτή η οποία γενικεύεται από τους ελληνιστικούς χρόνους κι εντεύθεν, προς τιμήν των πυρφόρων και ηλιακών θεοτήτων Ηρακλέους (ο οποίος κατά τον Κορνούτο ορίζεται ως «ο εν τοίς όλοις Λόγος καθ’όν η Φύσις ισχυρά και κραταιά εστί και απεριγένητος ούσα, μεταδοτικός ισχύος και τοίς κατά μέρος και αλκής υπάρχων») και Ηλίου. Το «Τριέσπερον» ξεκινούσε με το Χειμερινό Ηλιοστάσιο (τη νύκτα της 21ης προς την 22α του Δεκεμβρίου, τη μεγαλύτερη δηλαδή νύκτα του έτους) και κορυφωνόταν με την αναγέννηση του φωτοδότη Ηλίου (τη νύκτα της 24ης προς 25η, όταν η ημέρα έχει ήδη μείνει «στάσιμη» επί 3 ημέρες μετά το Ηλιοστάσιο και αρχίζει πλέον να μεγαλώνει). Αργότερα, με την επιβολή της κρατικής ηλιολατρίας από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αυρηλιανό, το ελληνικό «Τριέσπερον» επισκιάσθηκε (κατά μίμηση της παρσικής λατρείας του Θεού Μίθρα που εώρταζε και αυτή την γέννηση του Θεού στις 25 Δεκεμβρίου) από την «επίσημη» ρωμαϊκή εορτή του«Ανίκητου Ήλιου» («Sol Invictus»). Η «Ημέρα της Γεννήσεως του Ανίκητου Ηλίου» («Dies Natalis Solis Invicti»), η στιγμή δηλαδή που ο ακατάβλητος Ήλιος, έχοντας θριαμβεύσει επάνω στο σκοτάδι της «bruma» (βλέπε κατωτέρω), αρχίζει να ανέρχεται δυναμικά και υπερήφανα στον ουράνιο θόλο, είχε, φυσικά, ως προεόρτιο τη νύκτα του Χειμερινού Ηλιοστασίου, όταν ετιμάτο σιωπηρώς η Θεά του Κάτω Κόσμου Αντζερόνα (Angerona, Dea Tacita), προστάτις των νεκρών και προσωποποίηση της Θελήσεως, της Εσωτερικής Φωνής, της Ενοράσεως και της Σιωπής, στα λεγόμενα «Ντιβάλια» ή «Αντζερονάλια» («Divalia» ή «Angeronalia», βλ. Claudio Rutilio, «Η Θεολογία των Ρωμαίων»). Τα «Divalia» έκλειναν τις λεγόμενες «σύντομες ημέρες» («brevissimi dies», «bruma») που σηματοδοτούσαν την ολοκλήρωση της ηλιακής διαδρομής μέσα στον ενιαυτό. Ο Sol «Invictus» συνέχισε να λατρεύεται ως Ανώτατος Θεός και καθοδηγητής της οργανωμένης κοινωνίας και των Ρωμαίων αυτοκρατόρων μέχρι την εποχή του Κωνσταντίνου, ο οποίος άρχισε την βασιλεία του ως τυπικός ηλιολάτρης. Υπάρχουν νομίσματα ως το 324 μ.α.χ.χ. που εμφανίζουν τον Κωνσταντίνο να δοξάζει τον Sol ως «Πηγή της Αυτοκρατορικής Δυνάμεως», μόνον δε κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του οι αναφορές στον Sol και τις άλλες εθνικές θεότητες εξαφανίσθησαν από τα νομίσματα. Η εορτή πάντως του «Sol Invictus» επικαλύφθηκε με τη σειρά της αμέσως μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού (4ος αιώνας, με απόφαση του Πάπα Ιουλίου) από τα γνωστά μας «Χριστούγεννα» (που έως τότε υπολογίζονταν στις 6 Ιανουαρίου -ημερομηνία που στην Ανατολή παρέμεινε μέχρι τουλάχιστον τη βασιλεία του αυτοκράτορα Γιουτπράβδα, ελληνιστί Ιουστινιανού-, ή στις 19 Απριλίου, ή στις 20 Μαϊου κατ’άλλους, ενώ στο «Pascha Compustus» του 243 μ.α.χ.χ. η «γέννηση» του Τζεσουά ορίζεται στις 28 Μαρτίου). Η μετέπειτα χυδαία ιδιοποίηση του ελληνικού «Τριεσπέρου» δεν εμπόδισε φυσικά τους πιο σκληροπυρηνικούς απολογητές της νέας Θρησκείας να περιγελούν τους Εθνικούς, κατά την προσφιλή τους πρακτική, ακόμη και κατά τον 3ο αιώνα...
Κατά Μάρκον… Οδύσσεια;
Μια κοινή αποδοχή που πολύ εύστοχα εξέφρασε πρώτος ο Γιώργος Σεφέρης, είναι πως στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση. Και τι συμβαίνει με την περίπτωση των χριστιανικών ευαγγελίων; Τι γίνεται για παράδειγμα εάν κάποιος αντιμετωπίσει το ευαγγέλιο του Μάρκου, το πρώτο που γράφτηκε χρονικά, μόνο ως ένα λογοτεχνικό κείμενο, απενδεδυμένο των θρησκευτικών του μηνυμάτων; Και επιπρόσθετα, τι θα συμβεί εάν πραγματοποιήσει μια συγκριτική μελέτη με ένα παλαιότερο και πολύ πιο διάσημο έργο; Αναφερόμαστε στην Οδύσσεια του Ομήρου! Της Θεανώς Καρούτα, δημοσιογράφου Εάν το εισαγωγικό κείμενο του παρόντος άρθρου σας φάνηκε κάπως αλλόκοτο, σας πληροφορούμε πως στις μέρες μας, πλήθος μελετητών –ανάμεσα τους και ο καθηγητής στην Θεολογική σχολή Claremont στην Καλιφόρνια, Dennis MacDonald- έχουν υποστηρίξει πως το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, που κατά την επικρατούσα θεωρία γράφτηκε πρώτο, δεν είναι παρά ένα λογοτεχνικό κείμενο, το περιεχόμενο του οποίου είναι κατά πολύ επηρεασμένο, έως και βασισμένο, στην ομηρική Οδύσσεια! Κι αυτό γιατί οι συγγραφείς του χρησιμοποίησαν την αρχαία τεχνική της μίμησης. Η τεχνική της μιμήσεως Η «μίμησις» ενός έργου θεωρούνταν στην αρχαία ελληνική φιλολογία ως μια από τις υπέρτατες τιμές για τον αρχικό δημιουργό. Δεν ενείχε τη σημασία της λογοκλοπής, της αντιγραφής ή της απομίμησης του αρχικού έργου, όπως την εννοούμε σήμερα, ενώ υποκινούνταν μόνο από την αναγνώριση της ανάγκης να μεταφερθεί το νέο έργο σε ένα διαφορετικό χωροχρονικό πλαίσιο, ενδεδυμένο των συνθηκών, των ρευμάτων και των συνηθειών της εποχής. Η «ανανεωτική μεταμόρφωση», όπως την αποκαλούν οι μελετητές, ενός διάσημου έργου, είχε ως στόχο την εξυπηρέτηση των σκοπών του συγγραφέα του δεύτερου έργου ή της ομάδας στην οποία αυτός ανήκε. Αυτό ακριβώς υποστηρίζουν αρκετοί μελετητές πως συνέβη και με την περίπτωση των χριστιανικών Ευαγγελίων. Χάρη στην τεχνική της μιμήσεως, κατά τα ελληνορωμαϊκά χρόνια, κατάφεραν να ευδοκιμήσουν αλλά και να εξαπλωθούν νέα φιλοσοφικά ρεύματα, θρησκείες και κινήματα, καταστρέφοντας συχνά τα υπόβαθρα στα οποία είχαν στηριχθεί οι προκάτοχοί τους. Κεντρικός ήρωας: Η αιχμή του δόρατος Ο Dennis MacDonald παρουσιάζει στο βιβλίο του «Το κατά Μάρκον ευαγγέλιον και τα Ομηρικά έπη» όλους τους κοινούς τόπους που έχει εντοπίσει ανάμεσα στο πρώτο ευαγγέλιο του Μάρκου και το Ομηρικό έπος της Οδύσσειας. Με λίγα λόγια υποστηρίζει ότι ο Μάρκος (ή τέλος πάντων το πρόσωπο που βρίσκεται πίσω από τη συγγραφή του Κατά Μάρκον ευαγγελίου) προσπάθησε να κατασκευάσει ένα ιουδαϊκό Έπος, που είχε τη βάση του στην Οδύσσεια, παρουσιάζοντας όμως τους ήρωες της δικής του ιστορίας περισσότερο ισχυρούς από αυτούς του Ομηρου! Ο MacDonald επισημαίνει μια σειρά από ομοιότητες που παρουσιάζουν τα δύο έργα, όπως για παράδειγμα το ότι και οι δύο ήρωες (ο Ιησούς και ο Οδυσσέας) βασανίστηκαν: ο μεν Οδυσσέας από πλάσματα μυθικά όπως η Χάρυβδη, αλλά και η Καλυψώ και η Κίρκη, ο...
Μια πρώτη επαφή με τον Μυθικισμό
Καθώς το Ρεύμα των Μυθικιστών έχει αρχίσει να προβάλλεται και να συζητιέται έντονα στην χώρα μας, κάθε παρακολούθηση και μελέτη της μυθολογίας – της μυθολογικής ιστορίας που προχωρά παράλληλα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των λαών – είναι εύκολο πλέον να οδηγήσει σε ανάλογους συσχετισμούς και παράλληλες σκέψεις. Του Δημήτρη Αργασταρά Πριν από αρκετούς μήνες, καθώς διάβαζα έναν τόμο σχετικά με την ελληνική μυθολογία, συνάντησα δύο εικόνες – σε αυτές μόνο θα σταθώ τώρα, σε αυτό το άρθρο – που με προβλημάτισαν. Το θέμα τους είναι καθαρά παρμένο από την ελληνική μυθολογία, αλλά η ομοιότητα της δεύτερης με μια γνωστή θρησκευτική απεικόνιση ήταν πολύ χαρακτηριστική, ενώ μια προσεκτική ματιά και στην πρώτη μπορούσε να προκαλέσει μια ανάλογη αποκάλυψη. Άραγε, μπορούσε στ’ αλήθεια να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα σε αυτές τις αναπαραστάσεις και στην καινούρια, αναδυόμενη εκείνη την εποχή, χριστιανική θρησκεία ; Και αν ναι, μέσα από ποιά δαιδαλώδη μονοπάτια μπορούμε να ανιχνεύσουμε αυτόν τον ‘‘συγκρητισμό’’ ; Η πρώτη εικόνα χρονολογείται την εποχή του Βεσπασιανού (69-79 μ.α.χ.χ) και είναι μια τοιχογραφία από την Νεάπολη (προφανώς το ‘‘θέμα’’ της ανήκει σε μια γενικότερη διάδοση και οπτική και μπορούμε να την φανταστούμε πολλαπλασιασμένη σε πολλά αντίτυπα και παραλλαγές) : Στην λεζάντα της εικόνας διαβάζουμε την φράση : «Ανάμεσα στο πλήθος των Ελλήνων ηρώων, ο Ηρακλής και ο Θησέας ήταν οι πιο ονομαστοί και κοσμαγάπητοι, αφού σε ολόκληρη την ζωή τους μοχθούσαν για το καλό των συνανθρώπων τους». Ο Ηρακλής είναι φυσικά ο ημίθεος, ο καρπός του Δία με μία θνητή, που ζει όμως ανάμεσα στους ανθρώπους, αναλαμβάνει αποστολές και τους βοηθά, ενώ το τέλος της επίγειας ζωής του δεν στερείται τραγικότητας. Ο Θησέας, από την άλλη, είναι το βασιλόπουλο, ο υιός του Βασιλιά, που αναλαμβάνει την αποστολή να σώσει τους νέους και τις νέες της Αθήνας από τον ζυγό της υποτέλειας και του θανάτου. Θα κατέλθει στον λαβύρινθο, θα κινήσει τον Μινώταυρο, και θα ανέλθει πάλι επάνω απελευθερωτής. Η λεζάντα συνεχίζει ως εξής : «Στην εικόνα προβάλει με νεανική αλκή και στοχαστική περηφάνια για την νίκη του κατά του Μινώταυρου η ευγενική μορφή του Θησέα. Τα παιδιά της Αθήνας περιστοιχίζουν τον ήρωα για να του εκφράσουν ευλαβικά την ευγνωμοσύνη τους και να περιεργαστούν το αδηφάγο τέρας που ως εκείνη την στιγμή απειλούσε την ζωή τους». Πράγματι, το βλέμμα του Θησέα στην εικόνα χαρακτηρίζεται από μια στοχαστική αγωνία – θα λέγαμε εμείς –, χαρακτηριστική μάλλον της συνειδητοποίησης του αγώνα που έχει δώσει και της έντασης που έχει περάσει, ενώ στις δύο πλευρές του – ένα παιδί έχει πέσει στα πόδια του (!) και ένα άλλο του κρατά με ευγνωμοσύνη το χέρι – έχουν προστρέξει οι αντιπρόσωποι του ανθρώπινου γένους που έχει σώσει με...
Η Ρωμαϊκή καταγωγή του Χριστιανισμού
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει ανοίξει στο εξωτερικό μια τεράστια συζήτηση αναφορικά με την ομιχλώδη περίοδο μέσα στην οποία γεννήθηκε ο χριστιανισμός. Εχουν προταθεί δεκάδες θεωρίες και υποθέσεις από ακαδημαϊκούς και ειδικούς ερευνητές, που βάζουν στο μικροσκόπιο της ιστορικής έρευνας τα γεγονότα που περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη. Μια από τις θεωρίες που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού αφορά και την Ρωμαϊκή καταγωγή του χριστιανισμού. Του Γιώργου Αδαμόπουλου Βρισκόμαστε στο σωτήριο έτος 66 μ.α.χ.χ (μετά την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης) και η πανίσχυρη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βρίσκεται σε αναβρασμό. Δύο μόλις χρόνια πριν η Ρώμη είχε καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά από μια πυρκαγιά, ενώ μερικές χιλάδες χιλιόμετρα στα Ανατολικά, στην επαρχία της Ιουδαίας, οι κάτοικοι εξεγείρονται ενάντια στο Ρωμαϊκό ζυγό, απαιτώντας την αυτονομία τους. Αν και δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Ιουδαίοι εξεγείροντο κατά της Ρώμης (βλ. Επανάσταση Ιακώβου και Σίμωνα 46-48 μ.α.χ.χ), επρόκειτο για τη μεγαλύτερη ως τότε εξέγερση, με περισσότερους από 100.000 κατοίκους της Ιουδαίας να παίρνουν τα όπλα. Πνίγοντας στο αίμα την επανάσταση Την άνοιξη του 67 μ.α.χ.χ, ο Αυτοκράτορας Νέρων αποφασίζει να ασχοληθεί σοβαρά με το Ιουδαϊκό «πρόβλημα» και στέλνει στην επαρχία το στρατηγό Βεσπασιανό, προκειμένου να καταστείλει την επανάσταση. Ο Βεσπασιανός, με υπαρχηγό το γιο του Τίτο, αποβιβάζεται στη Δυτική Γαλιλαία τον Απρίλιο του 67, με μια δύναμη 60.000 ανδρών. Ο Ιουδαικός Βορράς περνιέται από φωτιά και σίδερο και μέχρι το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, ολόκληρη η Γαλιλαία ανακαταλαμβάνεται από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες. Τίτος και Βεσπασιανός στρέφουν πλέον την προσοχή τους στην Ιερουσαλήμ, προπύργιο των επαναστατών και πρωτεύουσα της επαρχίας. Ενώ όμως οι μάχες συνεχίζονται στην Ιουδαία, πίσω στη Ρώμη τα γεγονότα παίρνουν μια απροσδόκητη τροπή. Στα μέσα του 68 μ.α.χ.χ, η Σύγκλητος ανακηρύσσει τον αυτοκράτορα Νέρωνα «εχθρό της Ρώμης» και τον καταδικάζει σε θάνατο. Ακούγοντας την είδηση, ο Νέρωνας αυτοκτονεί και η Ρώμη εισέρχεται σε μια περίοδο πολιτικής αναταραχής και εμφυλίων συγκρούσεων. Οι εχθροπραξίες στην Ιουδαία σταματούν προσωρινά και ο Βεσπασιανός, που τύγχανε ευρείας αποδοχής τόσο στις λεγεώνες του όσο και στις Ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας, αποφασίζει να διεκδικήσει το θρόνο και αποχωρεί από την Ιουδαία, αφήνοντας τον γιο του Τίτο να καταστείλει την επανάσταση. Τελικά, ο Βεσπασιανός κατατροπώνει τους αντιπάλους του και ανακηρύσσεται Αυτοκράτορας το Δεκέμβριο του 69 μ.α.χ.χ, ιδρύοντας παράλληλα τη δυναστεία των Φλάβιων. Μετά την επικράτηση του Βεσπασιανού, οι εχθροπραξίες ξεκινούν και πάλι στην Ιουδαία. Το Μάρτιο του 70 μ.α.χ.χ, ο Τίτος περικυκλώνει την Ιερουσαλήμ και ξεκινά την πολιορκία της πόλης, την οποία υπερασπίζονται περισσότεροι από 20.000 άντρες. Μέχρι το τέλος του χρόνου η πόλη πέφτει στα χέρια των Ρωμαίων και πυρπολείται. Δεκάδες χιλιάδες Ιουδαίοι σκοτώνονται κατά τη διάρκεια της πολιορκίας ή πωλούνται ως σκλάβοι, ενώ ο περίφημος Δεύτερος...
Το Ιερό Αίμα: Μύθοι και Μυστήρια
Σε μας σήμερα το αίμα φαίνεται συχνά σαν κάτι αηδιαστικό ή ακόμη και τρομαχτικό. Κάποτε όμως είχε τελείως διαφορετική σημασία: ήταν σύμβολο της ζωής, της γέννησης και της γονιμότητας. Πέρασε έτσι μέσα στις παραδόσεις των λαών σε ολόκληρο τον κόσμο, θεωρήθηκε ιερό και άρχισε να παίζει σημαντικό ρόλο μέσα σε διάφορες θρησκείες. Για να ανιχνεύσουμε από πού προήλθε η ιδιαίτερη σημασία του, θα κάνουμε ένα ταξίδι για να γνωρίσουμε τους μύθους και τα έθιμα ποικίλων κοινωνιών. Ας ξεκινήσουμε με το ερώτημα: γιατί το αίμα να συνδέεται με την έννοια της γέννησης; Οι άνθρωποι από τα αρχαία χρόνια είχαν παρατηρήσει ότι τα έμμηνα δεν ρέουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Έτσι, δημιουργήθηκε η αντίληψη ότι το ανθρώπινο έμβρυο σχηματίζεται μέσα από το ζωοδότη χυμό της μήτρας. Tην ιδέα αυτή τη συναντάμε στον Aριστοτέλη (Περί ζώων γενέσεως 2. 4, Περί ζώων μορίων 2. 6. 1.) και στο Ρωμαίο συγγραφέα Πλίνιο (Historia Naturalis 7. 66). Τη βρίσκουμε ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ο βασιλιάς Σολομών παρουσιάζεται να λέει: O πατέρας μου με γέννησε με την ευχαρίστηση της γενετήσιας σχέσης τη νύχτα. Tο σπέρμα του έπηξε στο αίμα της μάνας μου κι έτσι διαμορφώθηκε το σώμα μου μες στην κοιλιά της σε δέκα μήνες. (Σοφία Σολομώντος, 7, 1-2) Προφανώς εδώ εννοούνται οι σεληνιακοί μήνες, οι οποίοι συμβατικά υπολογίζονται στις 28 μέρες ο καθένας. Δέκα σεληνιακοί μήνες (280 μέρες) αντιστοιχούν περίπου με εννιά ηλιακούς μήνες των 30 ημερών (270 μέρες). Το φεγγάρι έχει ιδιαίτερη σχέση με το έμμηνο αίμα, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Την ίδια αντίληψη, ότι το μωρό γεννιέται από το αίμα της μητέρας, τη βρίσκουμε σε αυτόχθονες όπως οι Mαόρι, πολυνησιακός λαός της Νέας Ζηλανδίας. Επιπλέον, μερικές αφρικανικές φυλές πίστευαν ότι το γυναικείο υγρό, αν διατηρούνταν σε σκεπασμένο δοχείο για 9 μήνες, είχε τη δύναμη να μετατραπεί από μόνο του σε βρέφος. Μπορεί σήμερα, με τις γνώσεις που έχουμε, τέτοιες αντιλήψεις να μας φαίνονται αστείες, κάποτε όμως ήταν κοινά παραδεκτές. Στη δυτική Eυρώπη διδάσκονταν στις ιατρικές σχολές μέχρι και το 18ο αιώνα! ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ Αν, λοιπόν, λάβουμε υπόψιν όλα αυτά, δεν θα μας φανεί παράξενο ότι η εμμηνόρροια απόκτησε θρησκευτικές διαστάσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε πολλές γλώσσες η ίδια η λέξη είχε επίσης σημασίες όπως «ακατανόητο», «υπερφυσικό», «ιερό», «πνεύμα» ή «θεότητα». Mάλιστα, στη Nότια Aμερική κάποιες αυτόχθονες φυλές έλεγαν ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα είχε φτιαχτεί από «σεληνιακό» (δηλαδή έμμηνο) αίμα! Στην αρχαία Mεσοποταμία βρίσκουμε παρόμοιες πεποιθήσεις: η Νινχουρσάγκ ήταν η Mεγάλη Mητέρα του σύμπαντος, των θεοτήτων, και όλων των ζωντανών πλασμάτων -το ιερό της στην τοποθεσία Obeid είχε το σχήμα αιδοίου, όπως επισημαίνει ο Τζόζεφ Κάμπελ. O αρχαίος μύθος την παρουσιάζει ως Μάνα Γη η οποία γεννάει τα ανθρώπινα όντα από...
Ο Ιησούς και η ιστοριογραφία του πρώτου αιώνα
Όσο κι αν φαίνεται απίθανο στον αδαή, το σύμβολο Χριστός, κατά τον πρώτο αιώνα, δε συνδέθηκε ποτέ με το όνομα Ιησούς. Δεκάδες προσωπικότητες που έγραφαν την περίοδο εκείνη και διαβάζονταν μανιωδώς, σε ολόκληρη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, δεν αναφέρουν κουβέντα για τον Ιησού! Του Αποστόλη Λυμπερίδη (ερευνητή-συγγραφέα) Φιλόσοφοι σαν τον Πλούταρχο, το Σενέκα και τον Επίκτητο που παραπέμπουν σε ιδεαλιστικές φιλοσοφίες και ποιητές σαν το Γιουβενάλη και τον Πετρώνιο που με τα ποιήματά τους τόσο πιστά προσεγγίζουν την ηθική παρακμή, τον εκφυλισμό και την καθημερινότητα της ρωμαϊκής κοινωνίας, αγνοούν το όνομα αυτό, γιατί σε καμιά κίνηση δεν πρωτοστατεί κανένας Ιησούς και πουθενά δεν αναφέρεται. Ο τελευταίος, μάλιστα, υπηρετώντας επί Νέρωνα κυβερνήτης της Βιθυνίας, είχε την ευκαιρία από πρώτο χέρι, όχι μόνον να αναφέρει, αλλά και να καυτηριάσει σατιρίζοντας πρόσωπα και καταστάσεις προκειμένου να παρουσιάσει ρεαλιστικότερα την καθημερινή ζωή της εποχής του. Θεωρώντας ότι στο θέμα αυτό, τίποτα ουσιωδέστερο δε θα μπορούσε να ειπωθεί, ακόμα κι αν αναφέραμε δεκάδες τέτοια παραδείγματα, θα αναφερθώ απλά σε τρία ονόματα Λατίνων. Ενός πολιτικού συγγραφέα και δυο ιστορικών (1) που περισώζουν ψήγματα σχετικών μαρτυριών, για δεοντολογικούς και μόνο λόγους. Ο Πλίνιος ο νεότερος (61-113) θετός γιος του Πλίνιου του πρεσβύτερου, ήταν Ρωμαίος συγγραφέας και συγκλητικός που έκανε χρέη αποικιακού κυβερνήτη, διοικώντας τη Βιθυνία του Πόντου, από το 111 μέχρι το 113. Σε μία επιστολή του, το 112, προς τον αυτοκράτορα Τραϊανό ζητά οδηγίες μεταχείρισης για μία νεοεμφανιζόμενη ομάδα δεισιδαιμόνων. Η λέξη «Χριστιανοί» για πρώτη φορά στην ιστορία λανσάρεται! Μετά από τις ανακρίσεις που διενεργεί ο Πλίνιος, να τι γράφει ξανά στο Ρωμαίο Αυτοκράτορα. «Με διαβεβαίωσαν ότι το μόνο παράπτωμά τους ήταν αυτό. Οι Χριστιανοί συνήθιζαν να μαζεύονται μία ορισμένη μέρα πριν βγει ο ήλιος ψάλλοντας ο ένας μετά τον άλλον ύμνο στο Χριστό, σαν να είναι θεός. Μετά ορκίζονταν, όχι να κάνουν έγκλημα, αλλά ότι δε θα κλέψουν, δε θα ληστέψουν και δε θα μοιχεύσουν… Δεν απέμεινε πόλη ή κόμη ή ακόμα και αγρός, που να μην εισέδυσε το μόλυσμά της. Οι ναοί των θεών μας ερημώθηκαν και εδώ και καιρό δεν προσφέρονται θυσίες σε αυτούς». (2) Αν κι ο λόγος φαίνεται πολύ εγκωμιαστικός ενώ θα έπρεπε να δείχνει την ταραχή του ρωμαίου διοικητή, ζητώντας οδηγίες αντιμετώπισης από τον αυτοκράτορα, δε θα σταθούμε στις όποιες επεμβάσεις που μάλλον και εδώ έκανε κάποιος χριστιανός αργότερα. Προφανώς όπως αναφέρει και ο Τερτυλλιανός η σύγχυση του Ρωμαίου διοικητή οφειλόταν στην ταραχή του από το μεγάλο αριθμό των οπαδών, που θεωρήθηκε ανησυχητικός. (3) Η απάντηση του Τραϊανού ήταν, αν και χωρίς να αναζητούνται (οι ένοχοι χριστιανοί) όταν συναντιούνται να τιμωρούνται αναλόγως! (4) Η απάντηση αυτή, όπως μπορεί εύκολα να αντιληφθεί ο αναγνώστης, δε συνάδει με την ερώτηση του Πλίνιου. Αν έτσι απάντησε ο Τραϊανός κάτι περισσότερο επιλήψιμο πρέπει αρχικά να...