Οι πρώτοι Χριστιανοί δεν πίστευαν στον Χριστό (συνέντευξη του Richard Carrier)
Ο ιστορικός Richard Carrier θεωρείται διεθνώς ως ένας από τους δημοφιλέστερους εν ζωή εκπροσώπους του Μυθικιστικού ρεύματος για το οποίο έχουμε γράψει και στο παρελθόν. Επί της ουσίας ο Μυθικισμός είναι ένα ρεύμα ιδεών που έχει τις ρίζες του στα χρόνια του Διαφωτισμού και πρεσβεύει ότι πολλοί θεοί της αρχαιότητας, ανάμεσά τους και ο Ιησούς, δεν υπήρξαν πραγματικά πρόσωπα αλλά μυθολογικοί χαρακτήρες, που σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζουν μεταξύ τους κοινά αρχετυπικά στοιχεία. Για να καταλήξουν σε αυτά τα συμπεράσματα οι ειδικοί ανακαλύπτουν πλείστα στοιχεία από τα επιστημονικά πεδία της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας, της συγκριτικής Θρησκειολογίας και της Φιλολογίας. Ο Carrier διερευνά τις ρίζες του Χριστιανισµού και αµφισβητεί την ιστορικότητα του Ιησού, δηµοσιεύοντας τα τελευταία χρόνια µια σειρά από βιβλία και εργασίες σε ακαδηµαϊκά έντυπα. Τα κείμενα και οι απόψεις του παρουσιάζουν ευρεία διάδοση σε Έλληνες αναγνώστες και ειδικούς μελετητές. Πλέον, το νέο του έργο, “Ιησούς, τι πίστευαν οι πρώτοι Χριστιανοί για την ιστορικότητα του Ναζωραίου”, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δαιδάλεος και έρχεται να εκλαΐκεύσει τις μελέτες του καθηγητή, καθιστώντας τες πιο προσιτές και στο ελληνικό κοινό. Στο βιβλίο του ο Carrier αποκαλύπτει τις πεποιθήσεις των πρώτων χριστιανών για τη φύση του Ιησού, δεκαετίες πριν γραφτούν τα Ευαγγέλια. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η έρευνά του είναι συνταρακτικά. Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του, διαβάζουμε σχετικά: Ποιες ήταν οι πεποιθήσεις των πρώτων χριστιανών για τη φύση του Ιησού και γιατί σήμερα δεν γνωρίζουμε τίποτα για αυτές; Παρουσιάζουν οι αντιλήψεις αυτές συνάφεια σε σχέση με τα όσα γράφτηκαν στα Ευαγγέλια μερικές δεκαετίες αργότερα και μέσω ποιας διαδικασίας άλλαξαν στο πέρασμα του χρόνου; Πόσο ιστορικά ακριβείς είναι οι εξιστορήσεις για τις περιπλανήσεις του Ιησού κατά μήκος της Γαλιλαίας και ποιον ρόλο έπαιξαν στη διαμόρφωση της χριστιανικής γραμματείας οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης; Και πώς, τελικά, εγκαθιδρύθηκε κατά τους τελευταίους αιώνες της εποχής μας η θέση για έναν ιστορικό Ιησού εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας; Ο διακεκριμένος καθηγητής απαντά σε ορισμένα από τα παραπάνω ερωτήματα στο Magazine, “ανοίγοντάς” μας τις σελίδες του νέου συγγράματος, αλλά και της σκέψης του. -Ποιος είναι ο κεντρικός στόχος του τελευταίου σας βιβλίου; Μόλις συνειδητοποίησα πως υπήρχε σοβαρή πιθανότητα ο Χριστιανισμός να ξεκίνησε χωρίς την ύπαρξη ενός αληθινού Ιησού, εστίασα στο να στρέψω τη μεταδιδακτορική ερευνητική μου υποτροφία στο να εκπονήσω μια μελέτη που θα απαντούσε στην υπόθεση αυτή, δημοσιεύοντας εντέλει τη διατριβή με τίτλο On the Historicity of Jesus (Sheffield Phoenix Press) που τέθηκε υπό αξιολόγηση στο Πανεπιστήμιο του Sheffield. Αλλά με τον καιρό προέκυψε μεγαλύτερη ανάγκη για μια πιο σύντομη, κατανοητή περίληψη, μία που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει όσους είχαν αντιρρήσεις έναντι της ιδέας αυτής, οι οποίες διατυπώνονταν από καθημερινούς, μέσους ανθρώπους και όχι μόνο από τους ακαδημαϊκούς. Η θέση που υποστηρίζεται στο βιβλίο μου, “Ιησούς – Τι πραγματικά πίστευαν οι πρώτοι Χριστιανοί για...
Έλληνες μετέφραζαν τα μυθικιστικά “Ερείπια” του Volney στα μέσα του 19ου αιώνα
Το 2018 και στο πλαίσιο των διαρκών προσπαθειών μας να ανιχνεύσουμε την ιστορία των εν Ελλάδι Μυθικιστικών ιδεών και την επαφή Ελλήνων στοχαστών με αυτές, φέραμε στο φως την πληροφορία για τη μετάφραση του έργου “Φυσικός Νόμος” του Γάλλου Volney1 (1757-1820), από τον Κωνσταντίνο Πεντεδέκα, στα 1828. Είχαμε σήμειώσει τότε πως “δεν θα ήταν απίθανο να υποθέσουμε ότι μεταφράζοντας τον Φυσικό Νόμο του Βολνέ, ο Πεντεδέκας ήρθε -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- σε επαφή με τα Ερείπια των αυτοκρατοριών2 (σ.σ άλλο σημαντικό έργο του Volney), άρα και με τις Μυθικιστικές θέσεις του ευρωπαίου Διαφωτιστή”. Παρόλα το προηγούμενο δεν παύει να αποτελεί μία (εύλογη) υπόθεση. Του Μηνά Παπαγεωργίου, δημοσιογράφου – συγγραφέα Έναν χρόνο αργότερα, το 2019, η Σειρά Lux Orbis των εκδ. iWrite, παρουσίασε για πρώτη φορά στο αναγνωστικό κοινό την ελληνική μετάφραση των “Ερειπίων” του Volney. Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός πώς εντός του συγκεκριμένου βιβλίου καταγράφονται για πρώτη φορά θέσεις που αμφισβητούν την ιστορικότητα του Ιησού, μέσω της κυρίαρχης (για τους αμφισβητίες της αξιοπιστίας της Βίβλου), εκείνη την εποχή, αστροθεολογικής προσέγγισης αναφορικά με τις ρίζες του Χριστιανισμού. Η πρώτη ελληνική μετάφραση των “Ερειπίων” (εκδ. iWrite – Σειρά Lux Orbis) που κυκλοφόρησε για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό το 2019. Σήμερα φέρνουμε στο φως ορισμένα νέα τεκμήρια που προσθέτουν ακόμα περισσότερες πληροφορίες στον καμβά της εικόνας που έχουμε για τη διάδοση του Μυθικισμού στον ελλαδικό χώρο. Στις αρχές του Σεπτέμβρη (2022), η Σειρά Lux Orbis κυκλοφόρησε το βιβλίο με τίτλο “Ο τελευταίος Έλληνας Διαφωτιστής”. Το έργο αναφέρεται στον φιλόλογο και αρχαιολόγο Στέφανο Κουμανούδη (1818-1899), πρώτο Έλληνα καθηγητή Λατινικών στο πανεπιστήμιο Αθηνών, που αποτέλεσε τη σημαντικότερη προσωπικότητα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ο Κουμανούδης υπήρξε ένας εμβριθής και πολυπράγμων για την εποχή του στοχαστής, εν πολλοίς άγνωστος σήμερα, πιθανότατα διότι αποτέλεσε το αντίπαλον δέος του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, κύριου εισηγητή του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος. Στην προσπάθειά του να προτείνει μία άλλη οδό για τη διαμόρφωση της ταυτότητας του νέου ελληνικού κράτους και της ιδιοσυγκρασίας των κατοίκων του, σε μία περίοδο ρευστή και εύπλαστη ως προς τα ζητήματα αυτά, ο Κουμανούδης έθεσε ως πρότυπο και μέτρο σύγκρισης τον αρχαίο κόσμο, χαρακτηρίζοντας τον χριστιανισμό μη αναγκαίο συστατικό του νέου κρατικού οικοδομήματος. Δεν αντιμετώπιζε το Βυζάντιο ως συνέχεια του αρχαίου κόσμου, ενώ τον απασχολούσαν ιδιαίτερα οι γκρίζες συνθήκες επιβολής του χριστιανισμού στον ελλαδικό χώρο. Η άγνωστη μετάφραση Το γεγονός που είναι ακόμα λιγότερο γνωστό, είναι ότι ο Κουμανούδης μετέφρασε το 1845 (και σε ηλικία μόλις 27 ετών) τα Ερείπια του Volney, από το Βελιγράδι όπου βρισκόταν, λίγους μήνες πριν από την μόνιμη μετακόμισή του στην Αθήνα. Παρόλα αυτά, το χειρόγραφο της μετάφρασής του ουδέποτε κατέληξε σε κάποιο τυπογραφείο, παραμένοντας στο προσωπικό αρχείο...
Τα 48 επιχειρήματα των χριστιανών απολογητών για την ιστορικότητα του Ιησού (2022 Update)
“Είναι πραγματικά εκπληκτικό πως η ιστορία δεν μας έχει δώσει ούτε μία διαβεβαίωση για τα ακριβή λόγια και έργα του Σωτήρα της ανθρωπότητας… Δεν υπάρχει καμία δήλωση σε όλη την ιστορία ότι κάποιος είδε τον Ιησού ή μίλησε μαζί του. Τίποτα στην ιστορία δεν είναι πιο συγκλονιστικό απο την σιωπή των σύγχρονων συγγραφέων για τα γεγονότα που περιγράφονται στα τέσσερα Ευαγγέλια.” (The Life of Christ, Frederic W. Farrar,Trinity College, Cambridge 1874) “Οφείλουμε να ομολογήσουμε οτι δεν έχουμε καμία αξιόπιστη πηγή για τη ζωή του Ιησού Χριστού, πέρα απο τα εκκλησιαστικά γραπτά που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα.” (Codex Sinaiticus, Dr Constantin von Tischendorf, British Library, London) “Δεν νομίζω πως στα επόμενα 20 χρόνια θα υπάρξει ένα consensus οτι ο Ιησούς δεν υπήρξε ή οτι πιθανότατα δεν υπήρξε, αλλά η παραδοχή ότι η (ιστορική) του ύπαρξη δεν είναι απόλυτα βέβαιη, θα ήταν ένα δυνατό ράπισμα στην αξιοπιστία των ακαδημαϊκών μελετών σχετικά μ’αυτόν. Και τελικά γιατί έχει τόση σημασία να αποδείξουμε την ιστορική του ύπαρξη, όταν οι αρχαίες πηγές και η σύγχρονη μελέτη μας έχει υποδείξει τόσους πολλούς διαφορετικούς Ιησούς;” (Philip R. Davies, Professor Emeritus of biblical studies, University of Sheffield, 2012) [1]. ————————————————————————————————- Στο mythikismos.gr παρουσιάζουμε ένα μακροσκελές κείμενο, που φιλοδοξούμε να καταστεί σημείο αναφοράς για αρκετά χρόνια στο ελληνικό διαδίκτυο, αναφορικά με την έρευνα για τον ιστορικό Ιησού. Η πολυσέλιδη μελέτη του Τάσου Καρανίκα, με τίτλο “Τα 48 επιχειρήματα των απολογητών για την ιστορικότητα του Ιησού“, αποτελεί μία κορυφαίας σημασίας εργασία, τα στοιχεία για τη σύνθεση της οποίας χρειάστηκαν αρκετούς μήνες για να συγκεντρωθούν. Στο κείμενο αναδεικνύονται οι πιο γνωστές αιτιάσεις των χριστιανών απολογητών, στην προσπάθειά τους να υπερασπιστούν την ύπαρξη ενός ιστορικού Ιησού. Το άρθρο καταρρίπτει μεθοδικά και συνάμα περιεκτικά, με πηγές και επιχειρήματα, κάθε ένα από τα 48 αυτά σημεία, οδηγώντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια τόσο σε εμπλουτισμό των γνώσεών του/της, όσο και στην απόκτηση μιας καλύτερης εικόνας σχετικά με την προπαγάνδα που λαμβάνει χώρα στο ελληνικό -και όχι μόνον- διαδίκτυο για το συγκεκριμένο θέμα. Φιλοδοξία μας είναι η συγκεκριμένη εργασία να αποτελέσει από εδώ και στο εξής έναν χρήσιμο ηλεκτρονικό σύνδεσμο ή καλύτερα ένα χρηστικό εγχειρίδιο Μυθικιστικής γνώσης, στο οποίο θα καταφεύγουν ξανά και ξανά οι αναγνώστες μας, όποτε το κρίνουν αναγκαίο. Έλληνες, Μυθικιστές, 2/4/2018 Updated. Το παρόν άρθρο εμπλουτίστηκε με επιπλέον υλικό και χρήσιμες προσθήκες στις 24/1/2022, καθίσταται έτσι ακόμα πιο πλήρες και χρήσιμο για τους επισκέπτες μας και τους ειδικούς ερευνητές. ———————————————————————————————– Γράφει ο Τάσος Καρανίκας, ερευνητής (RealityVsMyth Gr). H αναδημοσίευση της εργασίας επιτρέπεται με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή. “Δεν νομίζω πως στα επόμενα είκοσι χρόνια θα υπάρξει ένα consensus ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε ή ότι πιθανότατα δεν υπήρξε, αλλά η...
Υπάρχουν ευαγγελικές αντιφάσεις για την γέννηση του Ιησού;
Ένα μεγάλο ζήτημα για τους μελετητές της Καινής Διαθήκης, είναι η περίφημη διχογνωμία του έτους γέννησης του Ιησού. Το κατά Ματθαίον σημειώνει για τον Ηρώδη τον Μέγα πώς πέθανε περίπου τον 24ο χρόνο βασιλείας του αυτοκράτορα Αύγουστου – το 4 πΚΕ (προ Κοινής Εποχής), άρα ο Ιησούς γεννήθηκε πιο πριν. Ή πιστεύεται ακόμα νωρίτερα, δηλαδή τον 22o χρόνο βασιλείας του Αύγουστου, γιατί υπολογίζουν μερικοί τα δυο χρόνια που περίμενε ο Ηρώδης να σφάξει τα δίχρονα. Το κατά Λουκά μας λέει για μια «απογραφή» και η μόνη ιστορική απογραφή που έχει καταγράψει η ιστορία εκείνη την περίοδο, είναι του Κυρήνιου, περίπου τον 35ο χρόνο βασιλείας του Αύγουστου (6 ΚΕ). Είναι δυνατόν οι συγγραφείς των δυο αυτών ευαγγελίων, γράφοντάς τα από το 75-125 ΚΕ (περίπου) να αντιφάσκουν μεταξύ τους; Και οι άλλοι δυο ευαγγελιστές να μην τους διορθώνουν; Του Νικόλαου Σκλαβούνου – M.Sc. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός – Ερευνητής Χριστιανικής ιστορίας και μυθοπλασίας Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Είναι πλέον αποδεκτό (πλην φονταμενταλιστών χριστιανών) ότι το πρώτο ευαγγέλιο που αναφέρθηκε σε κάποιον Ιησού – που εστάλη στην γη από τον θεό Γιαχβέ και σταυρώθηκε – ήταν το κατά Μάρκον. Και το τελευταίο δεν ήταν παρθενογένεση. Το πιο πιθανό είναι να βασίστηκε α) σε μια άλλη ιστορία (ίσως μυστικιστικό θεατρικό έργο), β) σε γραπτές ή προφορικές παραδόσεις πρόσφατων προφητών ή/και ιστορίες Εβραίων επαναστατών, γ) σε θεολογικό παρακλάδι του Ιουδαϊσμού που πίστευε σε έναν επουράνιο σωτήρα και μεσσία άγγελο] (αλλά αυτά είναι μια άλλη ιστορία). Πέραν πάσης αμφιβολίας και το κατά Λουκά και το κατά Ματθαίον είχαν ως πρότυπο το κατά Μάρκον, μιας και το 65-85% του περιεχόμενού του βρίσκεται φράση προς φράση και με την ίδια σειρά στα ευαγγέλια του κατά Λουκάν και κατά Ματθαίον. Φράση προς φράση και ίδια σειρά, δεν σημαίνει λέξη προς λέξη. Ο κάθε συγγραφέας διορθώνει τον προηγούμενο, συνεπώς υπάρχουν λεκτικές διαφορές, προσθήκες, αλλαγές αλλά και αφαιρέσεις λέξεων. Η ανάγνωση των κατά Λουκά και Ματθαίου, κάνει αμέσως ξεκάθαρο ένα πράγμα. Και οι δυο, βγαίνουν έξω από την διήγηση, στήνοντας ο καθένας την δική του μηχανή, ώστε να τοποθετήσουν τον Ιησού να γεννιέται στην Βηθλεέμ και να μεγαλώνει σε ένα ανύπαρκτο χωριό τον πρώτο αιώνα, την Ναζαρέτ. Ο συγγραφέας του κατά Ματθαίον (που έγραφε για τους Εβραίους) κάνει άνω κάτω την Παλαιά Διαθήκη και προσθέτει προφητείες για να καταστήσει την ιστορία του πιο θεολογική (τα λάθη του γενικά είναι πολλά και τραγικά, έως αστεία). Η απίστευτη ιστορία της σφαγής των νηπίων δεν συνέβη ποτέ μιας και α) ούτε ένας από τους δεκάδες ιστορικούς εκείνη την περίοδο έχει καταγράψει κάτι, β) καμία παράδοση δεν έχει κρατήσει ανάμνηση τέτοιου γεγονότος, γ) ο συγγραφέας γράφει πολύ μακριά από την Παλαιστίνη, δεν...
Ημερολογιακές αλχημείες, καθαγιασμένες από το χριστιανικό ιερατείο
Ο Ζήσης Ι. Καραβάς γράφει για το πώς οι χριστιανοί κατέληξαν στον ημερολογιακό προσδιορισμό της γενέθλιας ημέρας του θεού τους (25 Δεκεμβρίου) και γιατί σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους ο Χριστός γεννήθηκε… προ Χριστού! Ο ∆ιονύσιος ο Μικρός (περ. 470-544) ήταν Σκύθης µοναχός (ηγούμενος μοναστηριού της Ρώμης, κανονολόγος & χρονολόγος με αστρονομικές γνώσεις) που το 532 κατ’ εντολή του πάπα Ιωάννη Α΄ και του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄ ανέλαβε να ανασυντάξει το Ιουλιανό Ηµερολόγιο και να καταρτίσει Πασχάλιο (υπολογισµός ηµεροµηνίας του Πάσχα) µε αφετηρία χρονολόγησης τη γέννηση του Χριστού. Εξαλείφοντας τις παγανιστικές γιορτές Κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες ο ακριβής εντοπισμός της σχετικής ημερομηνίας γέννησης δεν ενδιέφερε τους χριστιανούς, που γιόρταζαν το γεγονός και όχι τον ακριβή χρόνο. Το πρόβλημα ανέκυψε όταν το 135 ο πάπας Τελεσφόρος αποφάσισε να θεσπίσει τα Χριστούγεννα ως ξεχωριστή γιορτή. Αυτή αρχικά ήταν κινητή και γιορταζόταν είτε στις 6 Ιανουαρίου με τα Θεοφάνια είτε στις 22 Δεκεμβρίου, την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου (το χειμερινό ηλιοστάσιο είναι στις 21 προς 22 Δεκεμβρίου όταν έχουμε τη μεγαλύτερη νύχτα και τη μικρότερη μέρα του έτους). Βέβαια, η καθιέρωση της γιορτής πάνω στο χειμερινό ηλιοστάσιο είχε το μεγάλο πλεονέκτημα για την επίσημη εκκλησία καθώς συνέπιπτε με μεγάλες παγανιστικές γιορτές, όπως τα Σατουρνάλια (προς τιμή του Σατούρνου/πρώτος μυθικός βασιλιάς του Λατίου, ενώ αργότερα ταυτίστηκε με τον Κρόνο της ελληνικής μυθολογίας), τα Μπρουμάλια/Βρουμάλια (παγανιστικός γιορτασμός της μικρότερης μέρας του έτους, με επιδράσεις και από τις γιορτές της Δήμητρας και του Διόνυσου), o Ανίκητος Ήλιος/Sol Invictus (μάλιστα από το 274 μΧ ο Αυρηλιανός τον είχε ανακηρύξει προστάτη της αυτοκρατορίας εορταζόμενο ανήμερα την 25η Δεκεμβρίου), τα Λαρεντάλια (προς τιμή της μυθολογικής λύκαινας που θήλασε Ρώμο & Ρωμύλο), τα Βοτά/Vota (προς τιμήν του Πανός), η Γιουλ/Yule (γιορτή στην προχριστιανική σκανδιναβική Ευρώπη με συναθροίσεις οικογένειας και φίλων ως υπενθύμιση της δημιουργίας του φωτός και του νέου ήλιου στο χειμερινό ηλιοστάσιο/22 Δεκεμβρίου), οι Καλένδες (1η μέρα του Ιανουαρίου με γιορτή προσφοράς δώρων για την ανάληψη καθηκόντων από τους αξιωματούχους της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας), κ.ά., που το χριστιανικό ιερατείο ήθελε να εξαλείψει. Όσο για εκείνο το ευαγγελικό «ποιμένες αγραυλούντες» όταν γεννήθηκε το «θείο βρέφος» Ιησούς, μπορεί να παραπέμπει σε εποχή από άνοιξη έως αρχές φθινοπώρου (και όχι στο καταχείμωνο της 25ης Δεκεμβρίου), όταν οι βοσκοί της Παλαιστίνης παρέμειναν στην ύπαιθρο με τα κοπάδια τους, αλλά σιγά που το ιερατείο θα άφηνε μια μικρή λεπτομέρεια να του χαλάσει τη μεγάλη εικόνα και να του ακυρώσει την ευκαιρία να εξαλειφθούν οι ηλιολατρικές παγανιστικές γιορτές και δοξασίες. Ελ Γκρέκο, «Η προσκύνηση των ποιμένων», 1570-72 Μπέρδεμα με το «έτος μηδέν» και τους 4 Ηρώδες της «σφαγής των νηπίων» Έτσι, τελικά τα Χριστούγεννα επιβλήθηκαν την 25η Δεκεμβρίου με απόφαση του πάπα Ιούλιου Α΄ γύρω στο 335 για τη Ρώμη, ενώ η γιορτή μεταφέρθηκε από τη Δύση στην Ανατολή...
Dies Natalis Invicti Solis
Σε μερικές ημέρες, στις 25 Δεκεμβρίου, θα γιορτάσουμε όπως κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα. Κι όμως, αυτή μάλλον δεν πρέπει να είναι η γενέθλιος ημέρα του Χριστού, αφού εξαρχής οι διάφορες πρωτοχριστιανικές εκκλησίες γιόρταζαν τα Χριστούγεννα σε διαφορετικές ημερομηνίες, ενώ μερικές μάλιστα δεν τα γιόρταζαν καθόλου. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, είναι ο πρώτος που αναφέρει την εορτή των Χριστουγέννων και μας πληροφορεί ότι μερικοί γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 20 Μαΐου και άλλοι στις 19 ή 20 Απριλίου. Του Διονύση Σιμόπουλου, επίτιμου διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου Ο ίδιος ο Κλήμης γιόρταζε τα Χριστούγεννα στις 17 Νοεμβρίου, ενώ άλλες μαρτυρίες μας πληροφορούν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων τελούνταν επίσης στις 25 Μαρτίου και στις 29 Σεπτεμβρίου. Σε τι στοιχεία όμως βάσιζαν τον εορτασμό στις ημερομηνίες αυτές είναι σήμερα πια άγνωστο. Ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου ξεκίνησε στη Ρώμη, όπου οι πρώτοι χριστιανοί τελούσαν τις θρησκευτικές τους εορτές κρυφά και σε μικρές ομάδες στις κατακόμβες τους όταν οι Ρωμαίοι ήσαν απασχολημένοι με τις δικές τους γιορτές των Σατουρναλίων. Στην Περσία, η 25η Δεκεμβρίου γιορταζόταν ως ημέρα της γέννησης του Θεού «ηλίου-βασιλέως» Μίθρα, ενώ το 275 μ.Χ. ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αυρηλιανός θέσπισε τη γιορτή αυτή σ’ ολόκληρη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Συγχρόνως, οι αρχαίοι Ελληνες γιόρταζαν τα Κρόνια και τα Διονύσια, καθώς επίσης και τα Θεοφάνια ή Επιφάνια του ηλιακού θεού Φοίβου-Απόλλωνα. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Αρχιζαν με τα Βρουμάλια, από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια, από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αηττήτου ηλίου» στις 25 Δεκεμβρίου, γνωστή ως Dies Natalis Solis Invicti, γιορταζόταν το γεγονός της τροπής του ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό κι έτσι οι ημέρες να γίνονται όλο και πιο μεγάλες. Επειδή μάλιστα για μερικές ημέρες πριν και μετά τη «χειμερινή τροπή» ο Ηλιος φαίνεται να αργοστέκεται πάνω στην εκλειπτική σαν να είναι έτοιμος να σταματήσει, η χειμερινή τροπή ονομάζεται επίσης και «χειμερινό ηλιοστάσιο», σημαδεύοντας έτσι την αρχή του χειμώνα. Η πρώτη φορά που η 25η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε επίσημα ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων ήταν στα μέσα περίπου του 4ου μ.Χ. αιώνα, ενώ κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, ο εορτασμός των Χριστουγέννων εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Ανατολή εκτός από την Αρμενία, όπου διατηρήθηκε ο συνεορτασμός Χριστουγέννων και Θεοφανίων στις 6 Ιανουαρίου. Ο κύριος δηλαδή λόγος που έκανε την εκκλησία να προσδιορίσει τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου είναι η προσπάθεια των Πατέρων, όπως αναφέρει ο Πάπας Γρηγόριος ο Α΄, «να μετατραπούν βαθμιαίως αι εορταί των εθνικών εις Χριστιανικάς». Ο εορτασμός όμως των Χριστουγέννων...