Το 2018 και στο πλαίσιο των διαρκών προσπαθειών μας να ανιχνεύσουμε την ιστορία των εν Ελλάδι Μυθικιστικών ιδεών και την επαφή Ελλήνων στοχαστών με αυτές, φέραμε στο φως την πληροφορία για τη μετάφραση του έργου “Φυσικός Νόμος” του Γάλλου Volney1 (1757-1820), από τον Κωνσταντίνο Πεντεδέκα, στα 1828. Είχαμε σήμειώσει τότε πως “δεν θα ήταν απίθανο να υποθέσουμε ότι μεταφράζοντας τον Φυσικό Νόμο του Βολνέ, ο Πεντεδέκας ήρθε -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- σε επαφή με τα Ερείπια των αυτοκρατοριών2 (σ.σ άλλο σημαντικό έργο του Volney), άρα και με τις Μυθικιστικές θέσεις του ευρωπαίου Διαφωτιστή”. Παρόλα το προηγούμενο δεν παύει να αποτελεί μία (εύλογη) υπόθεση.
Του Μηνά Παπαγεωργίου, δημοσιογράφου – συγγραφέα
Έναν χρόνο αργότερα, το 2019, η Σειρά Lux Orbis των εκδ. iWrite, παρουσίασε για πρώτη φορά στο αναγνωστικό κοινό την ελληνική μετάφραση των “Ερειπίων” του Volney. Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός πώς εντός του συγκεκριμένου βιβλίου καταγράφονται για πρώτη φορά θέσεις που αμφισβητούν την ιστορικότητα του Ιησού, μέσω της κυρίαρχης (για τους αμφισβητίες της αξιοπιστίας της Βίβλου), εκείνη την εποχή, αστροθεολογικής προσέγγισης αναφορικά με τις ρίζες του Χριστιανισμού.
Σήμερα φέρνουμε στο φως ορισμένα νέα τεκμήρια που προσθέτουν ακόμα περισσότερες πληροφορίες στον καμβά της εικόνας που έχουμε για τη διάδοση του Μυθικισμού στον ελλαδικό χώρο. Στις αρχές του Σεπτέμβρη (2022), η Σειρά Lux Orbis κυκλοφόρησε το βιβλίο με τίτλο “Ο τελευταίος Έλληνας Διαφωτιστής”. Το έργο αναφέρεται στον φιλόλογο και αρχαιολόγο Στέφανο Κουμανούδη (1818-1899), πρώτο Έλληνα καθηγητή Λατινικών στο πανεπιστήμιο Αθηνών, που αποτέλεσε τη σημαντικότερη προσωπικότητα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ο Κουμανούδης υπήρξε ένας εμβριθής και πολυπράγμων για την εποχή του στοχαστής, εν πολλοίς άγνωστος σήμερα, πιθανότατα διότι αποτέλεσε το αντίπαλον δέος του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, κύριου εισηγητή του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος. Στην προσπάθειά του να προτείνει μία άλλη οδό για τη διαμόρφωση της ταυτότητας του νέου ελληνικού κράτους και της ιδιοσυγκρασίας των κατοίκων του, σε μία περίοδο ρευστή και εύπλαστη ως προς τα ζητήματα αυτά, ο Κουμανούδης έθεσε ως πρότυπο και μέτρο σύγκρισης τον αρχαίο κόσμο, χαρακτηρίζοντας τον χριστιανισμό μη αναγκαίο συστατικό του νέου κρατικού οικοδομήματος. Δεν αντιμετώπιζε το Βυζάντιο ως συνέχεια του αρχαίου κόσμου, ενώ τον απασχολούσαν ιδιαίτερα οι γκρίζες συνθήκες επιβολής του χριστιανισμού στον ελλαδικό χώρο.
Η άγνωστη μετάφραση
Το γεγονός που είναι ακόμα λιγότερο γνωστό, είναι ότι ο Κουμανούδης μετέφρασε το 1845 (και σε ηλικία μόλις 27 ετών) τα Ερείπια του Volney, από το Βελιγράδι όπου βρισκόταν, λίγους μήνες πριν από την μόνιμη μετακόμισή του στην Αθήνα. Παρόλα αυτά, το χειρόγραφο της μετάφρασής του ουδέποτε κατέληξε σε κάποιο τυπογραφείο, παραμένοντας στο προσωπικό αρχείο του λογίου, μεγάλο μέρος του οποίου βρίσκεται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Στην Εισαγωγή του βιβλίου “Ο τελευταίος Έλληνας Διαφωτιστής”, ο γράφων δημοσιοποιεί ανάμεσα στα άλλα και μία φωτογραφία-ντοκουμέντο από το μεταφρασμένο χειρόγραφο των Ερειπίων εκ μέρους του Κουμανούδη. Πρόκειται, μάλιστα, για την πρώτη σελίδα του κεφαλαίου που ο Volney αφιέρωσε στον Μυθικισμό του Ιησού και τιτλοφορείται “Χριστιανισμός ή λατρεία του ήλιου, υπό τα καβαλικά (μυστηριώδη) ονόματα του Χριστού”.
Κάτω από ποιες συνθήκες, άραγε, ήρθε ο Κουμανούδης σε επαφή με το έργο και τις απόψεις του Volney; Απόλυτη απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να υπάρξει. Η πιθανότερη εξήγηση, όμως, είναι κάτι τέτοιο να συνέβη κατά την παραμονή του στο Παρίσι την περίοδο 1842-1844, όπου και παρακολούθησε μαθήματα στο College de France και στη Σορβόννη.
Η γνωριμία με τους μαθητές ενός “αιρετικού”
Στο Παρίσι ο Κουμανούδης γνωρίζεται με τον Θεόφιλο Καΐρη και επηρεάζεται βαθύτατα από τις απόψεις του. Ενδεχομένως να μην είναι τυχαίο το γεγονός ότι ακριβώς αυτή την περίοδο καλλιεργεί ακόμη περισσότερο τις αντιχριστιανικές του θέσεις. Έρχεται σε επαφή με τους οπαδούς του αιρετικού Διαφωτιστή και εντάσσεται στη Θεοσεβική Αδελφότητα της πόλης του φωτός. Συγκεκριμένα γνωρίζεται με προσωπικότητες όπως ο Νικόλαος Λεώπουλος, ο Δημήτριος Καραγιαννάκης και ο Πέτρος Ζάνος (1817-1884)3. Από την αλληλογραφία του μαθητή Ζάνου προς τον δάσκαλό του, προκύπτει ότι ο πρώτος ετοίμαζε από το 1843 εργασία για τον αρνητικό ρόλο που έπαιξε ο χριστιανισμός για το ελληνικό έθνος κατά τα “μεσαιωνικά” χρόνια. Ακολουθεί χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή του Ζάνου προς τον Καΐρη: “[…] η Ελλάς δεν εδουλώθη απλώς, αλλ’ εμηδενίσθη και αφανίσθη πολιτικώς και ηθικώς. Της παρακμής ταύτης αιτίαν κυρίαν θεωρώ τον Χριστιανισμόν, λέγω, εκείνος όστις εδέσμευσε τας Συνειδήσεις, όστις κατεδίωξε και Παιδείαν και Προτερήματα, διδάσκων εις τον λαόν πίστευε και τούτο αρκεί! Η εξαχρείωσις του Έθνους επί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η πτώσις του έπειτα εις τον Τούρκον είναι συμβάντα τα οποία, με φαίνεται, θέλουσι μένει εις την ιστορίαν δια να μαρτυρώνται αιωνίως τις ούτος ο Χριστιανισμός εις ον αποδίδονται τόσα καλά. Ναι! Εκείνοι οίτινες αποδίδουσι τον σημερινόν Πολιτισμόν και της Παιδείας και των Τεχνών την πρόοδον εις του Χριστιανισμού την εμφάνισιν, έπρεπε να ζητήσωσι τας αληθείς αιτίας δι’ ας η Ελλάς εδυστύχησεν! Έπρεπε να ζητήσωσι τον λόγον δια τι κατά τον Μεσαίωνα όλος ο κόσμος ευρίσκετο εις το σκότος, καίτι υπάρχοντος του Χριστιανισμού.
Θέλω δια τον λόγον τούτον να ειπώ ότι, ο σκοπός όστις με παροτρύνει τοιούτον να επιχειρισθώ έργον δεν είναι μόνη η έκθεσις απλώς των συμβάντων κατά το ημέτερον έθνος, αλλά σιμά τούτου σκοπόν έχω να πολεμήσω αυτήν την αρχήν την οποίαν όλος ο κόσμος νομίζει ως Αλήθειαν σήμερον, ότι δηλαδή ο Χριστιανισμός είναι η αιτία της σημερινής πρόοδου των κοινωνιών […]”4.
Όμως ο Ζάνος δεν ήταν ο μοναδικός μαθητής του Καΐρη που στα 1843 ετοίμαζε κάτι ανατρεπτικό. Εκατοντάδες χιλόμετρα ανατολικότερα, στην Αθήνα,ο Αθανάσιος Κυζικηνός (1822-1894)5 γνωστοποιούσε την ίδια περίοδο στον δάσκαλό του πώς βρισκόταν σε διαδικασία μετάφρασης των “Ερειπίων” του Volney! Αποκαλυπτικό είναι το σχετικό απόσπασμα της επιστολής του προς τον Καΐρη: “Ιδιαιτέρως δε εκτός των παιδαγωγικών μου χρεών ανεγίνωσκον διάφορα γαλλικα συγγράμματα, προ πάντων ιστορικά, οίον την ιστορίαν της Γαλλικής επαναστάσεως του Thiers, την Ιστορίαν του Καρόλου ΙΒ’ κτλ. Και εξηκολούθουν την προ μηνών επιχειρισθήσαν μετάφρασιν του κομψού συγγράμματος του Βολνεΰ: Les ruines ou meditation sur les revolutions des empires, την οποίαν όμως δεν ετελείωσα”6.
Συμπεράσματα
Παρατηρούμε, λοιπόν, πώς σχηματίζεται ένα άκρως ενδιαφέρον παζλ δεδομένων, που ενώνει τις Μυθικιστικές θέσεις με τον Κουμανούδη και την Θεοσεβική αδελφότητα του Θεόφιλου Καΐρη, με γεωγραφικό φόντο τη Γαλλία, πατρίδα του φιλοσόφου Volney. Αυτοί οι Έλληνες λόγιοι πρέπει οπωσδήποτε να μοιράζονταν και να ανέλυαν τις κοινές τους ερευνητικές ανησυχίες, ανάμεσα στις οποίες κυριαρχούσε δεδομένα το αντικληρικό ή ακόμα και αντιχριστιανικό πνεύμα. Ταυτόχρονα, διαφαίνεται πώς το περιεχόμενο του συγγραφικού έργου του Volney, “Τα Ερείπια”, επηρέαζε βαθύτατα τη σκέψη τους, σε βαθμό που δύο εξ’ αυτών, ο Κυζικηνός και ο Κουμανούδης, αποφάσισαν να μεταφράσουν το βιβλίο στην ελληνική γλώσσα στα 1843 και 1845 αντίστοιχα. Τελικά μόνο ο δεύτερος κατάφερε να ολοκληρώσει τη μετάφραση, δίχως όμως να την γνωστοποιήσει στο ευρύ κοινό μέσω της έκδοσής της, κάτι που εντέλει συνέβη -για την ελληνική γλώσσα πάντα- ύστερα από 174 χρόνια μέσω της Σειράς Lux Orbis των εκδ. iWrite.
Τα προηγούμενα τοποθετούν τον Κουμανούδη, τον Κυζικηνό αλλά και τους υπόλοιπους της Καϊρικής Αδελφότητας των Παρισίων, σε μία νέα ομάδα Ελλήνων στοχαστών που ήρθαν σε επαφή με (και θεωρητικά ενστερνίστηκαν) τις Μυθικιστικές ιδέες από τη Γαλλία, μισό περίπου αιώνα ύστερα από την δημοσιοποίησή τους. Η ομάδα αυτή των λογίων βρίσκεται πλέον, χρονικά, αρκετά μακριά από το 1898, έτος κατά το οποίο ο αρθρογράφος με το ψευδώνυμο “Εκάεργος”7 αντάλλαζε επιστολές με τον πατέρα της ελληνικής Λαογραφίας, Νικόλαο Πολίτη, στην εφημερίδα “Εστία”, δείχνοντας να γνωρίζει από πρώτο χέρι ποικίλα μυθικιστικά επιχειρήματα αναφορικά με τις ομοιότητες του Ιησού και άλλων προχριστιανικών θεοτήτων.
Υποσημειώσεις
1Η ενασχόλησή μας με τον Volney δεν είναι τυχαία, μιας και πρόκειται για τον πρώτο φιλόσοφο που εκφράζει Μυθικιστικές θέσεις κατά την περίοδο του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, λίγο πριν τον Charles Francois Dupuis (1742-1809).
2Λαμβάνοντας υπόψιν ότι κατά την περίοδο 1800-1820, τα Ερείπια (που πρωτοεκδόθηκαν το 1789) ξεκίνησαν να κυκλοφορούν στην Ευρώπη μαζί με τον Φυσικό Νόμο.
3Ο Ζάνος γεννήθηκε στη Σαντορίνη και φοίτησε στη Σχολή του Καΐρη. Μετά τις σπουδές του στο εξωτερικό, διετέλεσε επί χρόνια βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου και σημαντικός διπλωματικός παράγοντας της χώρας.
4Για περισσότερα βλ. Δ. Πολέμης, Αλληλογραφία Θεόφιλου Καΐρη, μέρος Τρίτον, τ. Β’, σελ. 305). Πιο κάτω ο Ζάνος παρουσιάζει στον Καΐρη ένα σχεδιάγραμμα του δεκαετούς (!) συγγραφικού του πλάνου, βάση του οποίου σκόπευε να ξεκινήσει την παράθεση των πληροφοριών από τα Ρωμαϊκά χρόνια μέχρι και το 1821.
Στο “Στέφανου Κουμανούδη, Ανέκδοτα Κείμενα 1837-1845” (εκδ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών, σελ. 41), η Σοφία Ματθαίου παρατηρεί πώς “Οι αντιχριστιανικοί προβληματισμοί του Ζάνου ταυτίζονται με αυτούς του Κουμανούδη και πιθανώς απηχούν συζητήσεις μεταξύ τους”.
5Ο Κυζικηνός γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και φοίτησε στο ορφανοτροφείο του Καΐρη στην Άνδρο. Σπούδασε Νομικά, Φυσική και Μαθηματικά στην Αθήνα και τη Γαλλία. Χρημάτισε δάσκαλος Μαθηματικών στην γαλλική Γκρενόμπλ και στην Τρίπολη, πριν ανακηρυχτεί σε ηλικία 50 ετών τακτικός καθηγητής Μαθηματικών στο πανεπιστήμιο Αθηνών.
6Για περισσότερα βλ. Δ. Πολέμης, ο.π, σελ. 148.
7Ύστερα από αρκετά χρόνια έχω πλέον καταφέρει να ταυτοποιήσω τον Εκάεργο, κάτι που θα γνωστοποιήσω σε μελλοντική μου εργασία.