(Η δημοσίευση αυτή είναι τμήμα της σειράς δημοσιεύσεων περί της Ιστορικότητας του Ιησού. Διαβάστε το πρώτο μέρος για τα κριτήρια ιστορικότητας πατώντας εδώ, το δεύτερο περί Ιώσηπου πατώντας εδώ, το τρίτο μέρος περί Σλαβονικού Ιώσηπου πατώντας εδώ, το τέταρτο μέρος για τους “ανταγωνιστές Μεσσίες” του Ιησού πατώντας εδώ, το πέμπτο μέρος για τις πηγές του 2ου αιώνα εδώ και το έκτο μέρος για το προφίλ του επαναστάτη Ιησού εδώ).
Είδαμε ήδη σε μια σειρά δημοσιεύσεων αρκετά από τα ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται στην “εποχή του Ιησού”, για να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει κανένα πραγματικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει την ιστορικότητά του, όπως μας την δείχνουν τα ούτως ή άλλως αντικρουόμενα Ευαγγέλια. Κι όλα αυτά παρά τα κοσμοϊστορικά συμβάντα που υποτίθεται πώς έλαβαν χώρα μπροστά σε τόσες χιλιάδες κόσμο, όχι μόνο Εβραίων αλλά και Ρωμαίων, που πέρασαν απαρατήρητα από τους ιστορικούς και τα κείμενα της εποχής.
Του Φιλίστωρα, Ιστορικού
Είπαμε επίσης ότι δεν γνωρίζουμε ποιοι έγραψαν τα Ευαγγέλια, ούτε πότε γράφτηκαν, αλλά έχουμε την πρώτη χριστιανική αναφορά για αυτά, στο τέλος του 2ου αι. από τις επιστολές του Ειρηναίου. Παράλληλα, τα πρώτα ολοκληρωμένα κείμενα είναι του 4ου αιώνα και στο διάστημα ανάμεσα σε αυτά τα όρια, μόνο κάποια σπαράγματά τους.
Στα κείμενα που προηγήθηκαν είδαμε ότι δεν υπάρχει καμία ξεκάθαρη και επαρκής πληροφορία περί του ιστορικού Ιησού και το μόνο που ξέρουμε από αυτά είναι ότι από το 112 κ.ε. και μετά εμφανίζονται διάφοροι “χριστιανοί”, αλλά ακόμα και για την ιδεολογία τους δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες.
Να σημειωθεί ότι και η ιστορικότητα των μαθητών του επίσης είναι αβέβαιη. Όσο για τον Παύλο, τα μόνα που ξέρουμε είναι από τις Πράξεις και τις Επιστολές του, δηλαδή χριστιανικά κείμενα που του αποδίδονται. Κάποια από αυτά είναι σίγουρα νόθα, ενώ υπάρχουν και άλλα χριστιανικά που τον μνημονεύουν (η πρώτη αναφορά είναι στην Α’ επιστολή του Κλήμεντος ίσως του 125 κ.ε.). Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι ο Παύλος δεν υπήρξε, μας κάνει να καταλάβουμε, όμως, ότι η ιστορικότητα του Ιησού των Ευαγγελίων είναι κάτι πάρα πάνω από αβέβαιη και οι απαρχές της θρησκείας, διαφορετικές και θολές, η δε εικόνα που έχουμε για τον Ιησού είναι πλέον μυθοποιημένη με στοιχεία από τη δράση των πολλών μεσσιών της μεσσιανικής εποχής ή παραποιημένα. Να σημειωθεί επίσης η πληθώρα και άλλων Ευαγγελίων που δεν μπήκαν στον επίσημο κανόνα, είναι εντελώς διαφοροποιημένα σε σχέση τα τέσσερα γνωστά. Αυτά τα κείμενα θεωρήθηκαν επισήμως απόκρυφα, αν και συχνά η επίσημη Εκκλησία αντλεί πληροφορίες από αυτά όταν την βολεύουν.
Οι χρονολογίες κλειδιά που θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας για την κατανόηση του τι έχει συμβεί είναι η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του Ναού και 64-70 κ.ε. και η οριστική διασπορά το 135/6 κ.ε. Οι Πράξεις και οι Επιστολές αναφέρονται σε εκείνη την εποχή, τα Ευαγγέλια μια γενιά νωρίτερα. Για την αναταραχή του 64-70 που συγκλόνισε την Ιουδαία, όλη η χριστιανική γραμματεία δεν αναφέρει τίποτα απολύτως πέρα από διφορούμενες προφητείες. Αυτό δεν είναι φυσιολογικό και προφανώς ότι υπήρχε έχει λογοκριθεί.
Οι πρώτοι χριστιανοί, όπως τους γνωρίζουμε από τα μεταγενέστερα κείμενα, είναι σαφές ότι δεν υπήρχαν την περίοδο αυτή. Στην ουσία οι Εβραίοι της εποχής που συμμετείχαν μαζικά στην εξέγερση, επέρριπτε ο ένας στον άλλον τις ευθύνες για την ήττα, δεν έπαυαν όμως να αισθάνονται Εβραίοι και φυσικά ο ένας πιο ορθόδοξος από τους άλλους. Η εξέλιξη προς την οριστική καταστροφή είναι αυτή που τους έκανε να ξεχωρίσουν περισσότερο, κυρίως αυτοί οι οπαδοί που υποστήριζαν ότι ο δικός τους ήταν ο αληθινός Μεσσίας και σκοτώθηκε εξ` αιτίας των άλλων Εβραίων που δεν τον πίστεψαν και δεν τον ακολούθησαν. Στο διάστημα αυτό, το επαναστατικό μήνυμα των ηρώων που σκοτώθηκαν πριν την άλωση της Ιερουσαλήμ, μετατράπηκε σε προφητικό για την καταστροφή που έγινε το 70, και φυσικά επειδή κανείς δεν το κατάλαβε τη στιγμή που έπρεπε, αυτό “όφειλε” να φαίνεται κεκαλυμμένο όπως και η θεολογία του. Γιατί και αυτό το πραγματικό μήνυμα δεν ήταν εκείνο που είχαν φανταστεί, αλλά κρυμμένο μέσα σε φιλοσοφημένα τσιτάτα που εκ των υστέρων υποστήριζαν ότι οι αντίπαλοί τους δεν κατάλαβαν και γι’ αυτό κατέστρεψαν τη χώρα. Ο παραλληλισμός δεν είναι καλός, αλλά η ιστορία αυτή μου θυμίζει την πτώση της Χούντας το ‘74, όπου ξαφνικά γεμίσαμε αντιστασιακούς και μάλιστα από αυτούς που οι ίδιοι είχαν εξαιρετική σχέση με το καθεστώς, αλλά μια δήθεν χαζομάρα που είπαν ή έκαναν, θεωρήθηκε ως αντιστασιακή πράξη. Στην πράξη ο λαός έχει κοντή μνήμη και ξεχνά εύκολα τα προβλήματα. Δεν θέλει να θυμάται τα λάθη και τα προβλήματα του παρελθόντος.
Την θεώρηση αυτή την ενισχύει το ότι μαζί με την γέννησή του, ο “Χριστιανισμός” είχε ταυτόχρονα διαφορετικές θεωρήσεις, δηλαδή αυτό που μετά αποκάλεσαν αιρέσεις. Φυσικά το ποια είναι πιο αίρεση από την άλλη, στην περίοδο που δεν έχουμε ακόμα γραπτές πηγές, είναι ένα τοπίο τελείως θολό. Υπήρχαν οι εβιωνίτες οι πτωχοί δηλαδή, το κοινό στο οποίο δείχνει να απευθύνεται ο Ιησούς των Ευαγγελίων, αλλά και τα χειρόγραφα του Κουμράν. Υπήρχαν οι ναζαρηνοί, οι μανδαίοι ή ημεροβαπτιστές, που θεωρούσαν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ως Χριστό, αλλά και άλλες αιρετικές ομάδες. Επιπρόσθετα, μέσα στα κείμενα της Καινής Διαθήκης, ξεχωρίζουν οι Ιουδαιοχριστιανοί και οι υπόλοιποι εξ’ εθνικών, αλλά και οι γνωστικές ομάδες αργότερα.
Τέλος, υπήρχαν και οι Εσσαίοι, που εξαφανίστηκαν απότομα μετά το 70. Η σέκτα αυτή μοιάζει να χάνεται τη στιγμή ακριβώς που φαίνεται να εμφανίζονται όλες οι υπόλοιπες “χριστιανικές” ομάδες, για τους οποίους τα Ευαγγέλια εμφανίζουν μια ύποπτη σιγή. Να σημειωθεί εδώ ότι η σέχτα των Εσσαίων του Κουμράν μοιάζει όσο τίποτα άλλο στη θεολογική της θεώρηση με την διδασκαλία του Ιησού των Ευαγγελίων, ιδιαίτερα στις θεολογικές καινοτομίες του.
Για να καταλάβουμε πώς μπορεί να ξεκίνησε αυτή η ιστορία και το τι τελικά επικράτησε, ας δούμε το θέμα της κοινοκτημοσύνης, το οποίο “Οι Πράξεις” μας αφήνούν να υποθέσουμε για το τι ίσχυε στην πρώτη Εκκλησία. Αυτό ήταν δεδομένο στους εσσαίους όσο και στους κουμρανούς και συνεχίστηκε στους εβονίτες. Αυτοί στο τέλος, όμως, θεωρήθηκαν αιρετικοί. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Ένα άλλο στοιχείο που τονίζεται εδώ, είναι ότι μετά την ήττα του 70 οι Εβραίοι απογράφηκαν και ήταν υποχρεωμένοι να δίνουν ένα δίδραχμο φόρο (θυμάστε το θαύμα του δίδραχμου; [Κατά Ματθαίον, 17: 24-27]). Τότε φαίνεται ότι κάποιοι διαφοροποιήθηκαν, ισχυριζόμενοι ότι δεν περιμένουν ακόμα τον Μεσσία, αλλά αυτός πέρασε ήδη, άρα δεν πρέπει να λογίζονται με τους Εβραίους. Σταματούν να κάνουν περιτομή και να πληρώνουν φόρο, είναι οι εξ εθνικών “χριστιανοί” και την ιδεολογία τους την προβάλει ο Παύλος.
Έτσι το μόνο λογικό συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από όλα αυτά, είναι ότι τα Ευαγγέλια δεν αναφέρονται σε έναν υπαρκτό αληθινό δάσκαλο, αλλά μάλλον στη σύζευξη της δράσης ενός συγκεκριμένου ή περισσότερων επαναστατών ή και θαυματοποιών, που οι μνήμες τους και τα έργα τους είχαν μπερδευτεί στις μνήμες των Εβραίων, μετά τον πρώτο Ιουδαϊκό Πόλεμο, και κάποιας εσσαϊκής θεολογίας που ξέρουμε πλέον ότι προϋπήρχε κρυμμένη στο Κουμράν και έμοιαζε πάρα πολύ με κοινότητες ανθρώπων που γνωρίσαμε μέσα από τα Ευαγγέλια. Η σύζευξη αυτή απάιτησε μια μακρά διαδικασία από ετερόκλητα διαφορετικά ρεύματα. Έτσι ακριβώς δικαιολογούνται οι τόσες αντιφάσεις και τα λάθη στα Ευαγγέλια. Για τον λόγο αυτό τα κείμενα των πρωτοχριστιανών δείχνουν έναν άλλο “πνευματικό” ή “ουράνιο” Ιησού, που δεν φαίνεται να έχει σχέση με την “ιστορικότητά” του, όπως μας την δείχνουν τα Ευαγγέλια. Γεγονός που μαρτυρά μια διαδικασία που δεν έγινε άμεσα, αλλά σε μακριά εξέλιξη και διαφορετικά στάδια που μας είναι ακόμα άγνωστα. Στο τέλος, κατά τον 2ο αι και μετά, έγινε άλλη μία σύζευξη με τις γνωστικές πεποιθήσεις και με τις πεποιθήσεις κάποιων νεοπλατωνιστών. Έτσι έχουμε το τελικό… αποτέλεσμα.
Δυστυχώς, ο μεσσιανισμός δεν έχει τελειώσει. Στην Wikipedia θα βρείτε μια μεγάλη λίστα με διάφορους μεσσίες που εμφανίστηκαν μέχρι σήμερα, αν και οι περισσότεροι από αυτούς απευθύνονται κυρίως στους Εβραίους. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Στη χώρα μας και στον ορθόδοξο κόσμο γενικότερα, βρίθουν οι προφητείες και η αναμονή του μεσσία με βάση την Αποκάλυψη. Από τον 1ο αιώνα οι Εβραίοι, αρχικά, αλλά και οι συνεχιστές τους, πλέον οι χριστιανοί, δεν σταμάτησαν ποτέ να απειλούν τον κόσμο με κατάρες και με την ιδεοληψία ότι “Ο καιρός γαρ εγγύς” για την 2α Παρουσία.
Δεν είναι μόνο οι ιεχωβάδες που γίνονται ρεζίλι με τις συνεχείς τους αναβολές, είναι και ορισμένοι σύγχρονοι χριστιανοί, όπως για παράδειγμα όσοι μιλούσαν για το 2012, αργότερα το μετέθεσαν στο 2018 και ούτω καθ’ εξής (εδώ η ιστοσελίδα με την αντίστροφη μέτρηση!).
Τον 1ο και τον 2ο μεταχριστιανικό αιώνα, η αναμονή για τη τη 2α Παρουσία είναι εμφανής σε δεκάδες χριστιανικά κείμενα, όπως σε επιστολές του Πέτρου, του Παύλου, του Ιγνάτιου. Μάλιστα από τις επιστολές του Ιγνάτιου (το ίδιο και στην Προς Ρωμαίους), καταλαβαίνουμε ότι η άμεση αναμονή, πήγαινε πακέτο με το εθελοντικό μαρτύριο που ήθελαν κάποιοι χριστιανοί να υποφέρουν για να έχουν σίγουρη την βασιλεία των Ουρανών, όπως αρκετοί μουσουλμάνοι σήμερα καλή ώρα. Κάποια στιγμή και αφού πήραν την εξουσία και πέρασαν 4 αιώνες, απελπίστηκαν να περιμένουν και στράφηκαν στη συσσώρευση περιουσίας υπέρ της Εκκλησίας και των μονών. Γεγονός που οδήγησε σε περισσότερη εξουσία. Παράλληλα σταμάτησαν να κηρήττουν την ιστορία της άμεσης αναμονής της επιστροφής του Ιησού, μεταθέτοντάς την στον πολύ μακρινό μέλλον, εκτός από διάφορους φανατικούς μοναχούς και ψεκασμένους παλαιοημερολογίτες, που πάντα συγκινούν το φιλόχριστο κοινό με τις κραυγές τους και τις αποκλειστικές ερμηνείες τους…