Καθηγητής Στράτος Θεοδοσίου: “Η προβληματική για την ιστορικότητα του Ιησού είναι θέμα άξιο ενδελεχούς μελέτης”

Ο καθηγητής Φυσικής Στράτος Θεοδοσίου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Ένας ακούραστος εργάτης της Επιστήμης που δεν σταματά να μας εκπλήσσει με την ευρύτητα των γνώσεων και των θεμάτων με τα οποία καταπιάνεται, αποτελεί ξεκάθαρα έναν πανεπιστήμονα της εποχής μας. Το τελευταίο του ογκώδες βιβλίο, η “Αστρομυθολογία” (εκδ. Δίαυλος, 2021), μοιάζει να αποτελεί το απαύγασμα των χρόνιων αναζητήσεών του πάνω στα πεδία της Αστροφυσικής, της Μυθολογίας, της Ιστορίας και της Θρησκειολογίας, αναδεικνύοντας τον αποσυμβολισμό των αρχαίων ελληνικών (και όχι μόνο) μύθων με τη βοήθεια της Αστρονομίας.

Τα προηγούμενα παρουσιάζουν δίχως αμφιβολία εξαιρετικό μυθικιστικό ενδιαφέρον, έτσι η επικοινωνία μας με τον πολύπειρο καθηγητή για τη διενέργεια μιας συνέντευξης για το Mythikismos.gr, ήταν επιτακτική.

Συνέντευξη στον Μηνά Παπαγεωργίου για το mythikismos.gr

K. Θεοδοσίου θα μπορούσατε να μας περιγράψετε με λίγα λόγια το περιεχόμενο του έργου σας «Αστρομυθολογία» (Εκδόσεις Δίαυλος, 2021);

Το τελευταίο βιβλίο μου, που κυκλοφορήθηκε από τις Εκδόσεις Δίαυλος στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2021, έχει τον τίτλο: «Αστρομυθολογία-Ο αστρονομικός αποσυμβολισμός των μύθων των Ελλήνων και των αρχαίων λαών στις αστρικές εποχές του Ταύρου του Κριού και των Ιχθύων». Η «Αστρομυθολογία» είναι ένα λεπτομερέστατο, διεθνώς πρωτότυπο βιβλίο και στις 832 σελίδες του καταγράφονται όλα εκείνα που συσχετίζονται με τις αστρικές εποχές του Ταύρου, του Κριού και των Ιχθύων, από το 4000 π.Χ. έως το 2020 μ.Χ.

Η φαινόμενη πορεία του Ήλιου στην Εκλειπτική χαρακτηρίζεται από τέσσερα χαρακτηριστικά σημεία, ανά δύο για τις ισημερίες (εαρινή και φθινοπωρινή) και τις τροπές (θερινή και χειμερινή) ή αντιστοίχως τα ηλιοστάσια (θερινό και το χειμερινό). Από τους ζωδιακούς αστερισμούς που τα χαρακτηρίζουν οι αστρονόμοι υπολογίζουν και τις διάφορες «αστρικές εποχές», που δεν έχουν καμιά σχέση με την αστρολογία, αλλά οφείλονται και δημιουργούνται λόγω του φαινομένου της μετάπτωσης του άξονα της Γης, που παράλληλα αλλάζει ‒κάθε 2.100 χρόνια περίπου‒ και τους αντίστοιχους ζωδιακούς αστερισμούς σε αυτά τα τέσσερα καθοριστικά σημεία.

Στη μελέτη μου αυτή υποστηρίζω ότι οι διάφορες καλλιτεχνικές και λατρευτικές παραστάσεις του ιερού ταύρου, σε όλες τις αρχαίες θρησκείες, όπως και ο περίφημος Μοσχοφόρος που βρέθηκε στον αθηναϊκό Παρθενώνα υποδηλώνουν την αστρική εποχή του Ταύρου στη χαραυγή της ιστορίας, ενώ αντίστοιχα οι λίθινοι ή μαρμάρινοι Κριοφόροι, όπως και οι άλλες ορειχάλκινες παραστάσεις του Ερμή Κριοφόρου, σε διάφορα αγαλματίδιά του στα Μουσεία όλου του Δυτικού Κόσμου, αντιστοιχούν στην αστρική εποχή του Κριού.

Στη συνέχεια, λόγω της χριστιανικής θρησκείας, ο Ερμής Κριοφόρος μετασχηματίστηκε στον Ιησού Καλό Ποιμένα και αργότερα κατά την αστρική εποχή των Ιχθύων σε ιχθύ. Έτσι, ο ΙΧΘΥΣ στις χριστιανικές κατακόμβες, καθώς και οι άλλες παραστάσεις του ΙΧΘΥ στους διάφορους χριστιανικούς ναούς υποδηλώνουν και υπονοούν τόσο τον Ιησού Χριστό (Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. = Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ), όσο και την αστρική εποχή των Ιχθύων.

Αρχικά, λοιπόν, στις πρώτες ενότητες του βιβλίου παρουσιάζονται λεπτομερώς όλες οι απαραίτητες αστρονομικές γνώσεις, ένα σημαντικό επιστημονικό βοήθημα για όλους τους λάτρεις της επιστήμης της Αστρονομίας και για όλους τους ερασιτέχνες αστρονόμους και όχι μόνον. Στη συνέχεια αναλύονται οι αστρικές εποχές του Ταύρου (4000-2000 π.Χ.), του Κριού (2000 π.Χ.-1μ.Χ.) και των Ιχθύων (1 μ.Χ. έως σήμερα) σε όλους τους Μεσοποτάμιους λαούς, τους Ισραηλίτες, τους Πέρσες, τους Αιγύπτιους, τους Μινωίτες καθώς και στους υπόλοιπους αρχαίους Έλληνες, που συσχετίζονται λεπτομερώς με πολλά δρώμενα της Μυθολογίας, κυρίως όμως με τη γλυπτική και με τα μνημεία της ελληνικής αρχαιότητας, αφού προσωπικά θεωρώ ότι σαφώς αυτά έχουν δεχτεί αστρονομική επίδραση.

Στις πρώτες 200 σελίδες του βιβλίου αναφέρομαι εισαγωγικά τόσο στο πλαίσιο της ελληνικής μυθολογίας και των αστρικών εποχών όσο και στην περιγραφή της εξελικτικής διαμόρφωσης της εικόνας και της ονομασίας των αστερισμών όπως εμφανίζονται στους διάφορους αρχαίους λαούς, στα έπη του Ομήρου, στον Ησίοδο, αλλά και στους Ορφικούς Ύμνους στην πρώτη εμφάνιση της Ιστορίας. Οι επόμενες 300 σελίδες περιγράφουν με γλαφυρότητα την αστρική εποχή του Ταύρου, αλλά και την εξελικτική της πορεία, με εκτενείς περιγραφές που αφορούν τη λατρεία του ιερού ταύρου στους αρχαίους πολιτισμούς κατά τη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού, την 3η χιλιετία π.Χ. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, σε αυτή την ενότητα, οι λεπτομερέστατες περιγραφές των μυθολογικών ιστοριών που είχαν οι διάφοροι λαοί για τον ταύρο, αλλά και για τις ιεροτελεστίες που αναφέρονται στο ιερό αυτό ζώο σε όλες του τις μορφές (βους, ταύρος, αγελάς, βόδι). Τις επόμενες 300 σελίδες του βιβλίου τις αφιερώνω στις αστρικές εποχές του Κριού και των Ιχθύων, από το 2000 π.Χ. μέχρι σήμερα.


Αριστερά: Ο «Μοσχοφόρος», Νέο Μουσείο Ακροπόλεως των Αθηνών. Ο ταύρος συμβόλιζε στις αρχαίες θρησκείες την ευρωστία, την ακάματη εργασία και τη γονιμότητα.
Δεξιά: Ο λίθινος Κριοφόρος από τον αρχαίο ναό του Απόλλωνα στο Κούριον της Κύπρου. Σήμερα βρίσκεται στο Metropolitan Museum of Art (ΗΠΑ).

Θα το χαρακτηρίζατε ως το συγγραφικό έργο της ζωής σας; Αν η απάντηση είναι καταφατική, για ποιους λόγους;

Η «Αστρομυθολογία» είναι ένα πολυσέλιδο βιβλίο, το οποίο παρ’ όλο τον όγκο του είναι κατανοητό και εύληπτο από όλους. Το ογκώδες αυτό βιβλίο περιέχει αποσυμβολισμένο αστρονομικά σχεδόν το σύνολο της ελληνικής και ανατολικής μυθολογίας και, πράγματι, το χαρακτηρίζω σαν ένα επικό έργο ζωής, το opus magnus της συγγραφικής μου δουλειάς, ενώ, παράλληλα, αποτελεί την κατάθεσή μου στην υπέροχη ελληνική Μυθολογία και στην προαιώνια σχέση της με τη μητέρα των επιστημών, την Αστρονομία!

• Ουσιαστικά τα βασικά ερωτήματα στα οποία ήθελα να απαντήσω και για αυτό τον λόγο έγραψα τούτο το βιβλίο, ήταν:

• Πόσο βαθιά άραγε στον χρόνο ανάγονται οι ονομασίες των αστερισμών του βόρειου ημισφαιρίου του ουρανού;

• Είναι αφετηρία μας η εποχή των Σουμερίων και των άλλων Μεσοποτάμιων λαών ή αναγόμαστε ακόμα σε μια πιο αρχαία εποχή;

• Υπάρχει άραγε κάποια σχέση μεταξύ του χρόνου, της μυθολογίας των αστερισμών του ουρανού και της τέχνης;

Ας σημειωθεί ότι πέρα από τη θαυμάσια ελληνική μυθολογία, που δεσπόζει στον νυχτερινό βόρειο ουρανό, φαίνεται ότι η διαμόρφωση της ονοματολογίας των αστερισμών του βόρειου ημισφαιρίου του ουρανού υπήρξε μία δυναμική διαδικασία, η οποία εξελίχθηκε σταδιακά διαμέσου πολλών αιώνων.

Η «Αστρομυθολογία» περιέχοντας σωστές και σαφείς πληροφορίες αποτελεί έναν ενδελεχή αστρονομικό στοχασμό πάνω στους μύθους των αρχαίων Ελλήνων και όλων των αρχαίων ανατολικών λαών που δημιούργησαν σπουδαίους πολιτισμούς στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Με την έρευνα αυτή, που σημειωτέον την έγραφα και την εμπλούτιζα συνεχώς από το 2008 έως το 2020, ισορροπώντας απόλυτα μεταξύ Μυθολογίας, Ιστορίας, Τέχνης και Επιστήμης, κατάφερα, όπως λένε αρκετοί συνάδελφοί μου, να δώσω μια νέα διάσταση στους ιδρυτικούς μύθους των αρχαίων λαών που δημιούργησαν σπουδαίους πολιτισμούς, κυρίως, στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου.

Στο τέλος του βιβλίου στην ενότητα: «Τι μας επεφύλαξαν οι τρεις παραπάνω αστρικές εποχές» ακροθιγώς συσχετίζεται με τις αστρικές εποχές του Ταύρου, του Κριού και των Ιχθύων και η επερχόμενη αστρική εποχή του Υδροχόου (New age), που ήδη έχει «εμφανιστεί» με τα αγάλματα του Υδροχόου-Γανυμήδη.

Όλα αυτά ιδωμένα από την οπτική γωνία του αστρονόμου-ερευνητή φαίνονται διαφορετικά, αφού αναλύονται με έναν τρόπο που δεν είναι ο παραδεκτά συνηθισμένος. Στη σοβαρή και εμπεριστατωμένη αυτή μελέτη, σημειωτέον χωρίς την παραμικρή ένδειξη αστρολογικών, αποκρυφιστικών ή μεταφυσικών παρερμηνειών, προχωρώ σε μια μεθοδική επιστημονική καταγραφή όλων των ελληνικών ‒και όχι μόνον‒ μύθων που συσχετίζονται με αστρονομικούς αποσυμβολισμούς. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ελληνική Μυθολογία αποτελεί ένα διαβατήριο για τον έναστρο ουρανό και την τέχνη, όπως αυτή μεγαλούργησε στις αστρικές εποχές του Ταύρου, του Κριού και των Ιχθύων.

Σήμερα η επιστήμη συμπορεύεται με πολλές εκφάνσεις της τότε ζωής του ανθρώπου, εφ’ όσον, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες και δημοσιεύσεις, τα οικόσιτα δυναμικά ζώα, ιδιαιτέρως ο ταύρος και ο κριός, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ισχυροποίηση και την επιβίωση του ανθρώπου επί της Γης. Η ιστορία της εξημέρωσης των ζώων από τον άνθρωπο ανάγεται στις απαρχές του πολιτισμού, ενώ, επισημαίνω το γεγονός ότι η ανθρωπότητα εξελίχθηκε με τη σημαντική βοήθεια των βοοειδών.

Το βιβλίο του καθηγητή Στράτου Θεοδοσίου, “Αστρομυθολογία” (εκδ. Δίαυλος), κυκλοφορεί από το καλοκαίρι του 2021.

Η Αστρομυθολογία ή Αστροθεολογία αποτελεί ένα ερευνητικό πεδίο μέσω του οποίου μύθοι και παραδόσεις των αρχαίων λαών αποσυμβολίζονται με τη βοήθεια της Αστρονομίας. Πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε σήμερα για την ορθότητα τέτοιου είδους ερμηνειών;

Όπως ορίζω την Αστρομυθολογία, στο βιβλίο μου αυτό, είναι ένας νέος κλάδος της Αστρονομίας που προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει, από τους μύθους, αστρονομικά γεγονότα ‒ανάπτυξη παλιρροϊκών δυνάμεων, αλλαγή γήινης εκκεντρότητας ή ηλιακής δραστηριότητας, πτώση μετεωριτών ή κομητών κ.ά.‒ που δημιούργησαν, σε παλαιότατες εποχές, αντίστοιχα γεωλογικά φαινόμενα με άμεσο αντίκτυπο στη Γη. Έτσι, συνέβησαν δραματικά γεγονότα που έχουν καταγραφεί εν γένει στους μύθους, όπως κατακλυσμοί, αναδύσεις νησιών (Δήλος) ή ακόμα και η εξαφάνιση των δεινοσαύρων (πτώση αστεροειδή ή μετεωρίτη πριν από 65,5 εκατομμύρια χρόνια) κ.ά.

Επίσης, η Αστρομυθολογία, μέσω της μελέτης των μύθων για τους αστερισμούς και των διάφορων παραδόσεων των αρχαίων λαών, μπορεί να προχωρήσει στους αντίστοιχους αποσυμβολισμούς τους και να μας προσφέρει σημαντικά στοιχεία για την Ιστορία, και όχι μόνον, των πανάρχαιων χρόνων.

Στο πρώτο σκέλος του ορισμού της οι αστρονόμοι ερευνητές πρέπει να είναι σε άμεση συνεργασία με τους γεωλόγους συναδέλφους τους γιατί τα αστρονομικά συμβάντα μεγάλης κλίμακας επιφέρουν αντίστοιχης κλίμακας γεωλογικά φαινόμενα. Επιπλέον, θεωρώ ότι η συνεργασία επιστημόνων όλων των κλάδων των Θετικών Επιστημών είναι απαραίτητη προκειμένου να είμαστε βέβαιοι για την επεξήγηση των φαινομένων και για την ορθότητα των ερμηνειών μας.

Πάνω στο δεύτερο σκέλος του ορισμού της η «Αστρομυθολογία» μας προσφέρει έναν συναρπαστικό αστρονομικό αποσυμβολισμό των μύθων των Ελλήνων και των αρχαίων λαών στις αστρικές εποχές του Ταύρου, του Κριού και των Ιχθύων, δηλαδή τα τελευταία 6.000 χρόνια. Κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται σε αυτό το βιβλίο σχετικά με τις αντιλήψεις που είχαν για τη μυθολογία τους όλοι οι Μεσοποτάμιοι λαοί, οι Εβραίοι, οι Πέρσες, οι Αιγύπτιοι, οι Μινωίτες και οι υπόλοιποι αρχαίοι Έλληνες, το μελετούσα και το διασταύρωνα πολλές φορές, στα χνάρια και στην έκταση προηγούμενων μελετών μας, όπως «Η Οδύσσεια των Ημερολογίων-Αναζητώντας τις ρίζες της γνώσης (Α΄ τόμος) και Αστρονομία και Παράδοση (Β΄ τόμος)» καθώς και το πόνημα «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.-Αστρονομία, Ιστορία, Φιλοσοφία» ογκώδη κι αυτά βιβλία που είχα συγγράψει παλαιότερα σε συνεργασία με τον συνάδελφό μου, τον καθηγητή Μάνο Δανέζη.

Φυσικά οι ερμηνείες των αστρικών μύθων και των παραδόσεων των αρχαίων λαών βασίζονται στο επιστημονικό υπόβαθρο του κάθε μελετητή τους. Πιστεύω ότι οι αστρονόμοι είναι οι πλέον κατάλληλοι προκειμένου να εκφράσουν τον αντίστοιχο αποσυμβολισμό, ωστόσο ένας γεωλόγος πιθανότατα θα έδινε κάποια άλλη εξήγηση, όπως και κάποιος θεολόγος, χωρίς, όμως, να αποκλείω ιστορικούς, αρχαιολόγους και αρχιτέκτονες ακόμα. Για τον λόγο αυτόν πάντα επιμένω στη συνεχή και αγαστή συνεργασία επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων ούτως ώστε να θεμελιώνονται καλά και σωστά οι αντίστοιχες ερμηνείες μας.

Θα έλεγα ότι η Αστροθεολογία, που αναφέρετε στην ερώτησή σας, είναι ‒κατά τη γνώμη μου‒ κάτι το διαφορετικό από την Αστρομυθολογία, αφού, κατά κύριο λόγο, ασχολείται με τις αρχαίες θρησκευτικές παραδόσεις σε συνδυασμό με τα αστρικά φαινόμενα. Ως παράδειγμα θα αναφέρω τα αστρικά γεγονότα που συνέβησαν στον ουρανό των χωρών της Μέσης Ανατολής τη χρονική περίοδο της γέννησης του Ιησού. Κάτω από αυτό το πρίσμα μελέτης, όπως αναπτύχθηκε στο βιβλίο μας «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.», οδηγήθηκα σε ορισμένες «αστροθεολογικές» υποθέσεις που, κατά κάποιον τρόπο, στηρίζουν τις νεότερες βιβλικές, ιστορικές, και αρχαιολογικές μελέτες, τις σχετικές με τις ημερομηνίες της Γέννησης, της Βάπτισης και της Σταύρωσης του Ιησού Χριστού.

Εξηγήστε μας περιεκτικά ποια η σχέση της αρχαίας ελληνικής θεολογίας με την επιστήμη της Αστρονομίας; Ποια τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων εκείνων που μετέφεραν την επιστημονική γνώση στο επίπεδο μιας ολόκληρης κοσμοθέασης που ενστερνιζόταν ο απλός λαός;

Οι αρχαίοι ιερείς έλεγαν ενίοτε με τρόπο θεολογικό ή μυστικιστικό κάτι που οι μαθηματικοί ή οι αστρονόμοι, της τότε εποχής, έλεγαν με τρόπο μαθηματικό. Άλλωστε, ποιος μπορεί, μετά βεβαιότητος, να μας πει εάν ο Αναξαγόρας ήταν πιο πολύ φιλόσοφος παρά αστρονόμος; ή ποιό ήταν το ποσοστό του μαθηματικού, του αστρονόμου ή του μυστικού στον Πυθαγόρα;

Η Αστρομυθολογία, όπως προσωπικά την εισαγάγω, μας προσφέρει αλλαγές στη θεώρηση πολιτισμικών εκφάνσεων όπως είναι η θρησκεία, η τέχνη και η ιστορία. Σε αυτές, επιπλέον, θα πρέπει να προσθέσουμε τους επιστημονικούς κλάδους της θρησκειολογίας, ήτοι της φιλοσοφίας της θρησκείας και των ανθρωπιστικών επιστημών εν γένει.

Όσον αφορά την αρχαία ελληνική θεολογία, αυτή παρουσιάζει μια ιδιαίτερη σχέση με την Αστρονομία, τη μυθική Κοσμογονία, τη Φιλοσοφία και την ανθρωπομορφική θρησκεία. Η αρχαία ελληνική θεολογία παίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο στις διάφορες όψεις του πολιτισμού δίνοντας νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Σημειώνω ότι η Αστρομυθολογία αφ’ εαυτής δεν μπορεί να επιλύσει φιλοσοφικά προβλήματα, ωστόσο έχει τη δυνατότητα ‒μέσω του αποσυμβολισμού των μύθων‒ να μας φωτίσει αρκετά στο πώς προσπάθησαν να επιλύσουν τα φιλοσοφικο/θεολογικά προβλήματά τους οι αρχαίοι πολιτισμοί. Θεωρώ, πάντως, ότι ο αποσυμβολισμός των ελληνικών μύθων είναι, από τη φύση της, μια δυναμική διεργασία που θα απαιτήσει πολλαπλές μελέτες από ερευνητές διαφόρων ειδικοτήτων. Νομίζω ότι ο αστρονομικός αποσυμβολισμός των μύθων που αποτόλμησα με το βιβλίο της «Αστρομυθολογίας» προσφέρει το έναυσμα και σε άλλους μελετητές να προσθέσουν το δικό τους λιθαράκι ούτως ώστε να έρθουν στο φως τα χαρακτηριστικάτων ανθρώπων εκείνων που μετέφεραν την επιστημονική γνώση στο επίπεδο μιας ολόκληρης κοσμοθέασης την οποία ενστερνιζόταν ο απλός λαός. Και αυτοί δεν ήταν άλλοι από τους ιερείς-αστρονόμους, που κατείχαν τη γνώση, γνώριζαν τους ρυθμούς του χρόνου και καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή του απλού λαού.

Πιστεύω ακόμα ότι ημελέτη των παραδοσιακών μυθικών κοσμογονιών των αρχαίων Ελλήνων και των άλλων αρχαίων λαών, καθώς και η γνώση βασικών συγκριτικών στοιχείων για την αρχαία Αστρονομία είναι πλέον ζωτικής σημασίας για τον σύγχρονο πολιτισμολόγο. Εξάλλου πολλοί ναοί των αρχαίων θρησκειών, αλλά και τεράστια μνημεία και τελετουργικά οικοδομήματα των αρχαίων πολιτισμών ήταν αστρονομικά προσανατολισμένα, είτε προς τον τότε πολικό αστέρα, είτε προς τα ηλιοστάσια, είτε προς τον λαμπρό αστέρα Σείριο. Ο ακριβής προσανατολισμός της Μεγάλης Πυραμίδας του Χέοπος στη Γκίζα προς τον τότε πολικό αστέρα ή η ευθυγράμμιση προς τον Σείριο του ναού της τελείας Ήρας στην Όχη είναι σημαντικά παραδείγματα. Μέσω της μελέτης της μυθολογίας των αστερισμών και της ανάλυσης κάποιων συναφών θεολογικών μύθων μαθαίνουμε πάρα πολλά για την ανάπτυξη της επιστήμης και της κοσμογονικής/κοσμολογικής σκέψης που ενίοτε συνδυάζονται με ορισμένες πανάρχαιες παραδόσεις οι οποίες μέχρι σήμερα επιζούν στους διάφορους λαούς σε όλο τον κόσμο. Η περαιτέρω ανάπτυξη της Αστρομυθολογίας είναι βέβαιο ότι θα μας ανοίξει νέες προοπτικές για την ιστορία της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με τον κόσμο.

Ο ανθρωπομορφισμός του Ομήρου, τον 8ο π.Χ. αιώνα, αποκάλυψε τον ουδέτερο χαρακτήρα της ηθικής των Ολύμπιων θεών, που προσωποποιούσαν, εν γένει, φυσικά στοιχεία, ενώ η ανακάλυψη των άρρητων αριθμών από τους Πυθαγόρειους επιβεβαίωσε την παρουσία του αδιανόητου και του χάους εντός του λόγου και του κόσμου.

Ομοίως η μορφοπλαστική ποίηση του Άρατου του Σολέα, τον 3ο π.Χ. αιώνα, έδωσε μορφή και όνομα στα άστρα. Ο Άρατος με το περίφημο ποίημά του, τα «Φαινόμενα», πρώτος αυτός συνέδεσε τους αστερισμούς και τα άστρα με θεούς, με θεές και με τους ήρωες της ελληνικής μυθολογίας. Το έργο του θεωρείται σπουδαίο, έμεινε αθάνατο και μαζί με αυτό τα κύρια πρόσωπα της ελληνική μυθολογίας αφού μέχρι σήμερα διεθνώς οι αστερισμοί, τα άστρα και οι πλανήτες έχουν ονόματα των πρωταγωνιστών θεών και ηρώων της μυθολογίας μας.

Οι αρχαίοι Έλληνες, μέσω της Φιλοσοφίας, προσπαθούσαν να αντιληφθούν τον κόσμο με θρησκευτικό τρόπο μύησης. Αστρονομία, μαθηματικά, ρητορική, μουσική, πολιτική φιλοσοφία, ηθική και μεταφυσική απετέλεσαν τον πυρήνα της γνώσης ο οποίος προσφέρθηκε απλόχερα από τις ελληνικές φιλοσοφικές σχολές στον απλό λαό που επιζητούσε αυτή τη γνώση.

Η ελληνική προσωκρατική Φιλοσοφία που άκμασε, τον 6ο π.Χ. αιώνα, στην Ιωνία, με το εξαιρετικό κλίμα και τον πλούτο που έφεραν τόσο το εμπόριο προς την Ανατολή όσο και οι θαλάσσιες εξορμήσεις, βοήθησε τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, μέσω της κοσμογονίας και της θεολογίας, να ελευθερώσουν τη φαντασία τους και να αποδεσμεύσουν τον μύθο από τον λόγο πράγμα που τους οδήγησε στην κατανόηση της φύσης με τον επιστημονικό (ορθό) πλέον τρόπο.

Η σιωπή γύρω από την τέλεση των Ελευσινίων Μυστηρίων εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να γοητεύει τους μελετητές του αρχαίου κόσμου. Στην «Αστρομυθολογία» κάνετε μία απόπειρα να ερμηνεύσετε ποικίλες όψεις των Μυστηρίων. Θα μπορούσατε να αναφερθείτε σε κάποιες από αυτές;

Αυτό είναι αλήθεια. Η σιωπή ή το ότι δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα γύρω από την τέλεση των Ελευσινίων Μυστηρίων εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να γοητεύει τους μελετητές του αρχαίου κόσμου. Προσωπικά ασχολήθηκα με το θέμα αυτό και έχω αφιερώσει το 10ο κεφάλαιο του βιβλίου στα Ελευσίνια Μυστήρια.

Η θεά Δήμητρα περιπλανήθηκε για εννιά ημέρες αναζητώντας την Κόρη που είχε απαχθεί από τον Πλούτωνα στον Κάτω Κόσμο. Εξαιτίας αυτής της εννιαήμερης περιπλάνησης τα Μεγάλα Ελευσίνια Μυστήρια διαρκούσαν κι αυτά εννιά ημέρες. Με την άνοδο της Περσεφόνης στον Επάνω Κόσμο τα φυτά ανθίζουν, οι βλαστοί αναφύονται κατά την άνοιξη και καρπίζουν πάλι. Μέσα από αυτόν τον ατέλειωτο κύκλο θανάτου και συνεχών αναγεννήσεων η Κόρη στα Ελευσίνια Μυστήρια θεωρείται το σύμβολο που υποδηλώνει την αθανασία της ψυχής, ενώ η Δήμητρα είναι η αναπαραγωγός θεά, η οποία συγκεντρώνει περιοδικά τις δυνάμεις της ζωής στα σπλάγχνα της γης, προκειμένου να τις αναπαραγάγει αναγεννημένες – ως ανανεωτική δύναμη της φύσης. Η Δήμητρα, αποτελεί επιπλέον στα Ελευσίνια Μυστήρια τη μυστηριακή εκείνη θεία ισορροπία μεταξύ της φθοράς (του θανάτου) και της αναπαραγωγικής δύναμης (της νέας ζωής), εξασφαλίζοντας αφ’ ενός μεν τη γονιμότητα της γης (αφθονία των αγαθών) αφ’ ετέρου δε την αιώνια ευτυχία (επαφή με το θεϊκό στοιχείο), αφού αυτός ήταν ο γενικότερος σκοπός των Μυστηρίων.

Εκτός από τα Ελευσίνια Μυστήρια ασχολήθηκα με τα Ορφικά Μυστήρια, τα Μυστήρια του Διονύσου ή Βακχικά Μυστήρια, τα Μυστήρια του Σαβάζιου, τα Καβείρια Μυστήρια, τα Μυστήρια του Όσιρι, τα Μιθραϊκά Μυστήρια, τα Μυστήρια της Κοττυτούς (Κοττύτια) και, τέλος, τα Μυστήρια της μεγάλης θεάς Κυβέλης και του Άττι. Σε κάθε περίπτωση ο θάνατος σε όλα τα γονιμικά αρχαία Μυστήρια φέρνει πάντα τη νέα ζωή.

Ας σημειωθεί ότι όταν η θρησκευτική πολιτική του αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου ευνόησε την καθιέρωση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατορίας τα πράγματα άλλαξαν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την παρακμή των μυστηριακών τελετών των ελληνικών, αιγυπτιακών και όλων των ανατολικών θρησκειών. Στη συνέχεια, μετά από μια σύντομη χρονική περίοδο ανοχής, οι εθνικές θρησκείες καταδιώχτηκαν ανελέητα από τον Μέγα Θεοδόσιο (347-395). Βαθμιαία ατόνησαν και τελικά έσβησαν εντελώς, ιδίως μετά την κατεδάφιση του Σαραπείου στην Αλεξάνδρεια (391) και τη συντριβή της ρωμαϊκής αριστοκρατίας, η οποία εξακολουθούσε να είναι προσκολλημένη στα Μυστήρια έως το 394. Το χτύπημα ήταν ολοκληρωτικό μετά τον ανηλεή διωγμό που εξαπέλυσε ο Ιουστινιανός Α΄ (527-565) εναντίον κάθε τι διαφορετικού και αιρετικού ως προς την επίσημη θρησκεία του κράτους. Καταδίωξε, σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, τις οποιεσδήποτε διαφορετικές ή αντίθετες θρησκευτικές απόψεις, επιδιώκοντας ‒με σιδερένια πυγμή‒ μια θρησκεία και ένα νόμο για όλους…

Γίνεται πολύς λόγος αναφορικά με τη σχέση των αρχαίων Ελλήνων και των εορτασμών των Ισημεριών και των Ηλιοστασίων. Τελικά ποια η σχέση των προγόνων μας με αυτές τις ημερομηνίες-ορόσημα;

Τα τέσσερα καθοριστικά σημεία της φαινόμενης τροχιάς του Ήλιου γύρω από τη Γη, ήτοι η εαρινή και η φθινοπωρινή ισημερία, καθώς και τα δύο ηλιοστάσια, θερινό και χειμερινό, απετέλεσαν από τους πανάρχαιους χρόνους, χρονικά ορόσημα για σπουδαίες γιορτές όχι μόνον των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και όλων των αρχαίων λαών

Τα Μεγάλα Μυστήρια γιορτάζονταν στην Ελευσίνα κατά τη φθινοπωρινή ισημερία ‒ στην αρχή της φθίνουσας φωτεινής περιόδου του έτους που διαρκεί έως το χειμερινό ηλιοστάσιο, με τη μεγαλύτερη νύχτα του έτους. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, η σύλληψη από την Ελισάβετ του Ιωάννη του Πρόδρομου τοποθετήθηκε στη φθινοπωρινή ισημερία (γ΄) και απορρόφησε τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα Μικρά Μυστήρια της Ίσιδας και όλες τις μυστηριακές τελετές.

Ομοίως, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου τοποθετήθηκε στην εαρινή ισημερία (γ) και απορρόφησε τα Μυστήρια του Όσιρι. Στην αρχαία Αίγυπτο την εαρινή ισημερία πανηγύριζαν τα Μεγάλα ή Μείζονα Μυστήρια, προς τιμήν του θεού Όσιρι, αφού η γιορτή ‒που οριοθετούσε την αρχή της άνοιξης‒ σχετιζόταν απόλυτα με την ανάστασή του και τη γονιμότητα της φύσης. Εξάλλου ήταν η μεγάλη γιορτή Πισάχ, που σημαίνει διάβαση και υπονοούσε τη διάβαση του Ήλιου από το εαρινό ισημερινό σημείο (γ). Οι Εβραίοι ονόμασαν τη αντίστοιχη γιορτή τους Πεσάχ, που πάλι σημαίνει διάβαση, αλλά συμβολίζει τη διάβασή τους μέσω της Ερυθράς Θάλασσας από τα δεσμά της δουλείας στην Αίγυπτο προς τη γη της Επαγγελίας. Τέλος, οι χριστιανοί ονόμασαν τη δική τους γιορτή Πάσχα, που ομοίως σημαίνει διάβαση και ταύτισαν την εβραϊκή έξοδο από τη δουλεία της Αιγύπτου με την Ανάσταση του Ιησού και την έξοδο της ψυχής (διάβαση) από τον κόσμο του θανάτου στα πεδία της ζωής.



Η ουράνια σφαίρα, με τον ουράνιο ισημερινό, την Εκλειπτική, τους δώδεκα ζωδιακούς αστερισμούς, τα ισημερινά σημεία (γ, γ΄) και τις τροπές (Ε, Ε΄).

Οι φωτιές του μεγαλοπρεπούς Ήλιου στο θερινό ηλιοστάσιο προκειμένου οι λαοί να γιορτάσουν τη μεγαλύτερη μέρα του έτους ‒στη θεοκρασία που επικράτησε‒ μετατράπηκαν στις φωτιές του Άη Γιάννη του Πρόδρομου. Πράγματι, στο θερινό ηλιοστάσιο οι επιβλητικές φωτιές του ανίκητου Ήλιου στις 22 Ιουνίου συν τω χρόνω μετονομάστηκαν σε «φωτιές του Άη Γιάννη», αφού στις 24 Ιουνίου τοποθετήθηκε το Γενέθλιο του Ιωάννη του Πρόδρομου, γιορτή που ταυτόχρονα απορρόφησε και τα Μεγάλα Μυστήρια του Σάραπι (Όσιρις-Άπις) – συνδεόμενα με τους θεούς της γονιμότητας και της ευκαρπίας της γης.

Τα Μυστήρια των Εθνικών διατηρούσαν έντονη την πανάρχαια παράδοση της γέννησης του θείου βρέφους στη χειμερινή τροπή του Ήλιου, τότε που η «γέννηση» αυτή συμβόλιζε την «αρχή» του νέου χρόνου, ήτοι του νέου τροπικού έτους. Για τον λόγο αυτόν τοποθετήθηκε συμβολικά η γέννηση του Ιησού σε αυτή την ημερομηνία παρά το ότι, όπως συμπεραίνουμε από τα Συνοπτικά Ευαγγέλια, είναι βέβαιο πως δεν έχει γεννηθεί στην ημερομηνία αυτή. Οι αρχαίοι λαοί πίστευαν ότι από την ημερομηνία αυτή και εφεξής, επειδή αυξάνει σταδιακά η μέρα (το φωτεινό τμήμα του εικοσιτετραώρου), τότε πραγματοποιούνταν τόσο η αναγέννηση του βλαστικού θεού όσο και η ανανέωση της ζωής.

Γενικά, αρκετοί ερευνητές της Συγκριτικής Ιστορίας των Θρησκειών πιστεύουν ότι η ηλιολατρία επιζεί μέχρι τις ημέρες μας σε φάσεις και εκδηλώσεις της ζωής μας. Στα αιγυπτιακά και τα Αδώνια Μυστήρια, εφόσον ο Ήλιος ήταν ο υπέρτατος θεός, η ανατολή θεωρείτο ο τόπος γέννησής του και εξ αυτού του γεγονότος ιερή. Ακόμα και σήμερα τηρούμε αυτή τη δοξασία, αφού ο προσανατολισμός των ιερών των χριστιανικών ναών στρέφεται πάντα προς την ανατολή. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι αυτή η συνήθεια ήρθε από την αντίστοιχη ιουδαϊκή, όταν η Σκηνή του Μαρτυρίου στην έρημο στήθηκε από την ανατολή προς τη δύση του Ήλιου. Υποστηρίζουν επιπλέον ότι η πίστη αυτή μεταφέρθηκε στους Ιουδαίους από τον Μωυσή, που είχε μυηθεί στα αιγυπτιακά Μυστήρια.

Στο βιβλίο σας κάνετε εκτενείς αναφορές και σε άλλες αρχαίες θρησκείες, όπως αυτές των Αιγυπτίων αλλά και των Μιθραϊστών και τη σχέση των τελευταίων με τα αστρονομικά φαινόμενα. Με την εμφάνιση των τριών Μονοθεϊστικών θρησκειών, εξακολουθεί να ικανοποιείται η συνθήκη στις σχέσεις θρησκείας και Αστρονομίας; Αν η απάντηση είναι καταφατική, αυτό συμβαίνει στο πλαίσιο μιας εξέλιξης του συστήματος “αστροπαρατήρηση-θεολογία” ή σε αυτό ενός επιφανειακού μυθικισμού (ή θεοκρασίας), δίχως οι μονοθεϊστές να είναι σε θέση να ερμηνεύσουν σωστά τις ρίζες των πιστεύω τους;

Οι αρχαίες μυστηριακές θρησκείες ήταν απόκρυφες λατρείες, που εκτός των άλλων, περιείχαν έντονο το γονιμικό στοιχείο και οι τελετουργικές πράξεις τους συνδέονταν απόλυτα με τη φαινόμενη τροχιά του φωτοδότη και ζωοδότη Ήλιου. Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους και την pax Romana που επέβαλλαν στην τότε Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, οι λατρείες της Αιγύπτου και ιδιαιτέρως αυτή της Ίσιδας, της μεγάλης μητέρας θεάς, γνώρισαν μεγάλη άνθηση.

Παράλληλα διαδόθηκε και ο Μιθραϊσμός που ήταν η εξέλιξη του Ζωροαστρισμού. Η θρησκεία αυτή, μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αναμείχτηκε στην Περσία με στοιχεία του ελληνικού πανθέου που ταύτισαν τον Μίθρα με την αρχαία ελληνική ηλιακή θεότητα του Ήλιου. Τελικά, ο Μιθραϊσμός εξαπλώθηκε, κατά τον 2ο π.Χ. αιώνα, σε όλη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία σαν μια νέα πολύ δυναμική θρησκεία. Το ιστορικό της εξάπλωσής του στην Ευρώπη αναφέρει αρχικά τους πειρατές της Κιλικίας. Αυτοί ηττήθηκαν από τον Πομπήιο (106-48 π.Χ.) και κατά την αιχμαλωσία τους έκαναν γνωστά τα Μιθραϊκά Μυστήρια στους Ρωμαίους: «ξένας δὲ θυσίας ἔθυον αὐτοὶ τὰς ἐν Ὀλύμπῳ, καὶ τελετάς τινας ἀπορρήτους ἐτέλουν, ὧν ἡ τοῦ Μίθρου καὶ μέχρι δεῦρο διασώζεται καταδειχθεῖσα πρῶτον ὑπ’ ἐκείνων» (Πλούταρχος, Πομπήιος 24). Έτσι, ο Μιθραϊσμός διαδόθηκε ευρέως μεταξύ των ρωμαϊκών λεγεώνων και των βετεράνων του Πομπήιου, οι οποίοι έως τα τέλη του 1ου π.Χ. αιώνα, τον είχαν διαδώσει σε όλες τις συνοριακές επαρχίες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ιδιαιτέρως στις παραδουνάβιες χώρες. Ο Μίθρα συμβόλιζε τον Ήλιο (Sol) και τα γενέθλιά του γιορτάζονταν κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο με τη μεγάλη γιορτή Dies Natalis Invicti Solis. Σημειώνω ότι, ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός (Aurelianus, 214- 275), στις 25 Δεκεμβρίου του 274, προσπάθησε να καθιερώσει σαν κυρίαρχη θεότητα της αυτοκρατορίας τον Sol Invictus (Ανίκητο ή Αήττητο Ήλιο), χωρίς, όμως, να καταδιώξει τη λατρεία των άλλων θεοτήτων.

Η σχέση των αρχαίων θρησκειών με τα αστρονομικά φαινόμενα και ιδιαιτέρως με τη φαινόμενη τροχιά του Ήλιου γύρω από τη Γη ήταν απόλυτη. Η αλήθεια είναι ότι στη θεοκρασία που επικράτησε και οι τρεις αβρααμικές θρησκείες ακολούθησαν αυτή την πρακτική. Φυσικά, η σχέση των μεγάλων εορτών τους με τα αστρονομικά φαινόμενα, τουλάχιστον για τους χριστιανούς έχει ατονήσει και δεν νομίζω ότι είναι πολλοί εκείνοι που γνωρίζουν τούτη τη σχέση. Αρχικά, τα «γενέθλια» του Ιησού γιορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου, αλλά από τον τέταρτο αιώνα η χριστιανική Εκκλησία τοποθέτησε στο χειμερινό ηλιοστάσιο τη γιορτή των Χριστουγέννων, την κατά σύμβαση γενέθλια ημέρα του Ιησού Χριστού. O συμβατικός εορτασμός των Χριστουγέννων στο χειμερινό ηλιοστάσιο είχε ένα μεγάλο πλεονέκτημα για την κατοπινή καθιέρωσή τους. Συνέπιπτε δηλαδή αφ’ ενός μεν με τη μεγάλη γιορτή του Αήττητου Ήλιου, αφ’ ετέρου δε με την εθνική γιορτή των Σατουρναλίων (Saturnalia) προς τιμήν του θεού Σατούρνους (Kρόνος) και με τα Μπρουμάλια (Brumalia), τον εορτασμό της μικρότερης μέρας του έτους (bruma), γιορτές που ο Χριστιανισμός ήθελε να αφομοιώσει.

Τελικά, η Δυτική Εκκλησία, με εγκύκλιο του πάπα Ιούλιου A΄ (337-352), επέβαλε στους χριστιανούς να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα ανά έτος την 25η Δεκεμβρίου, αντικαθιστώντας τις γιορτές του Σατούρνους (Saturnus) και της γενέθλιας ημέρας του

Ανίκητου Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti) με τα γενέθλια του θεϊκού ιδρυτή της νέας θρησκείας. Συνεπώς, με τη θέσπιση των Χριστουγέννων στο χειμερινό ηλιοστάσιο –που εκείνη την εποχή έπεφτε την 24η ή την 25η Δεκεμβρίου– ταυτίζονταν τα γενέθλια του Ανίκητου ή Αήττητου Ήλιου με τα γενέθλια του Ιησού. Σημειολογικά, την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου σε αστρονομικό επίπεδο «γεννάται ο Νέος Ήλιος» (Sol Novus oritur), ενώ θεολογικά η γέννηση αυτή –σε αλληγορικό βεβαίως επίπεδο– ταυτίζεται με τη γέννηση του Ήλιου-Ιησού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τα γενέθλια του Ήλιου της Δικαιοσύνης (του Ιησού Χριστού) πήραν τη θέση της εθνικής γιορτής των γενεθλίων του Ανίκητου Ήλιου.

Η απάντησή μου, λοιπόν, μέσω του παραπάνω παραδείγματος, αλλά και με όλα τα άλλα που έχω αναφέρει πιο πάνω είναι καταφατική στην ερώτησή σας. Ωστόσο, θεωρώ ότι αυτό γίνεται στο πλαίσιο ενός επιφανειακού μυθικισμού (ή θεοκρασίας), δίχως οι μονοθεϊστές να είναι σε θέση να ερμηνεύσουν σωστά τις ρίζες των πιστεύω τους. Πόσοι είναι εκείνοι, σήμερα, για να επανέλθω στα προηγούμενα, οι οποίοι γνωρίζουν από πού προέρχεται η ονομασία Πάσχα και τι ακριβώς συμβολίζει αστρονομικά; Υπενθυμίζω ακόμα ότι ο εορτασμός του Πάσχα είναι απόλυτα συνδεδεμένος με την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, αλλά αυτό είναι ένα άλλο ευρύ θέμα και χρήζει εκτεταμένης απάντησης λόγω των διαφορετικών ημερολογίων που χρησιμοποιούν οι χριστιανοί (Ιουλιανό ημερολόγιο, Γρηγοριανό ημερολόγιο και Νέο διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο).

Τελευταία και κρίσιμη ερώτηση κ. Θεοδοσίου. Το προτελευταίο κεφάλαιο του ογκώδους βιβλίου σας φέρει τον τίτλο «Ιησούς – Ο Ποιμήν ο καλός». Σε αυτό αναλύεται το πώς η πρωταγωνιστική φιγούρα του Χριστιανισμού «υιοθέτησε» την αρχαία φιγούρα του καλού Ποιμένα, αναδεικνύεται τα δάνεια από τη μυθική φιγούρα του Ορφέα, ενώ στο βιβλίο σας δεν λείπουν οι αναφορές στο έργο του CharlesFrançoisDupuis, ενός εκ των πρώτων Μυθικιστών στα τέλη του 18ου αιώνα. Στο πλαίσιο όλων αυτών των αναζητήσεών σας για τη διαμόρφωση της φιγούρας του Ιησού μέσα στον χρόνο, σας απασχολεί η προβληματική γύρω από την ιστορικότητά του; Με δυο λόγια, θεωρείτε πώς πρόκειται για ένα θέμα άξιο μελέτης;

Πραγματικά, το προτελευταίο κεφάλαιο της «Αστρομυθολογίας» φέρει τον τίτλο «Ιησούς – Ο Ποιμήν ο καλός» και είναι τρόπον τινά συνέχεια του κεφαλαίου που αναφέρεται στην αστρική εποχή των Ιχθύων.

Σταδιακά, η μορφή του Ερμή Κριοφόρου μετασχηματίστηκε στον Ιησού Καλό Ποιμένα, με πολλές νωπογραφίες, αγάλματα και γλυπτές παραστάσεις να τον απεικονίζουν σε αυτή τη χαρακτηριστική και «αστρική» μορφή. Ουσιαστικά, οι παραστάσεις αυτές παρουσιάζονται στο τέλος της αστρικής εποχής του Κριού, όταν εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Χριστιανισμός. Ωστόσο, οι μορφές του Ερμή Κριοφόρου ή του Ιησού καλού Ποιμένα συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται δυναμικά και στη μετέπειτα αστρική εποχή των Ιχθύων, όταν πλέον εγκαθιδρύεται ο Χριστιανισμός σαν η νέα δυναμική θρησκεία (4ος αιώνας και μετέπειτα), εκτοπίζοντας σταδιακά τις προγενέστερες λατρείες του Διός, της Ίσιδας, της Κυβέλης, του Σάραπι και ιδιαιτέρως του ηλιακού θεού Μίθρα.

Η αλήθεια είναι ότι εξετάζοντας το υπόβαθρο πολλών ανατολικών θρησκειών και ειδικότερα του Ζωροαστρισμού, η γέννηση του θείου βρέφους σε σπήλαιο, η εμφάνιση ενός άστρου την περίοδο της γέννησης του θεόσταλτου θεού, η προσκύνηση των Μάγων και η εναπόθεση χαρακτηριστικών ζωροαστρικών συμβόλων, όπως ο χρυσός, η σμύρνα και ο λίβανος, έχουν την ιδιαίτερή τους σημασία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ακόμα ότι οι γιορτές των Παθών, δηλαδή του θανάτου και της ανάστασης του θεού Ήλιου –καθορισμένες κατά την εαρινή ισημερία– υπήρχαν σε όλες τις ηλιολατρικές θρησκείες της Ανατολής και ήταν, όπως φαίνεται, ο προάγγελος του χριστιανικού Πάσχα. Στους Αιγύπτιους οι γιορτές αυτές συσχετίζονταν με τον θάνατο και την ανάσταση του Όσιρι. Στην Ελλάδα και τη Φοινίκη ήταν τα πάθη του Άδωνι και στη Φρυγία τα πάθη του Άττι. Για τους πιστούς, ο Όσιρις, ο Άδωνις, ο Άττις, ο σουμεριακός Ντουμούζι, αλλά και ο βαβυλωνιακός Tαμμούζ ήταν η προσωποποίηση της βλάστησης και ο θάνατός τους υποδήλωνε την εξαφάνιση της φυτικής ζωής κατά τη διάρκεια του χειμώνα. H ανάστασή τους αντιστοίχως συμβόλιζε την αναγέννηση της φύσης κατά την εποχή της άνοιξης.

Σημειώνω ότι για όλα τα αρχαία Μυστήρια ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά. Κάποια μαρτυρία, για τα Αδώνια, υπάρχει από τον Λατίνο πολιτικό και συγγραφέα του 4ου αιώνα Ιούλιο Φίρμικο Mατέρνο (Julius Firmicus Maternus), ο οποίος, όταν το 347 ασπάστηκε τον Χριστιανισμό, αφιέρωσε το έργο του «Περί των θρησκευτικών πλανών» (De errore profanarum religionum) στους αυτοκράτορες της Δύσης Kώνστα A΄ (323-350) και της Ανατολής Κωνστάντιο B΄ (317-361) με σκοπό να τους παροτρύνει να καταργήσουν την εθνική θρησκεία. Στο έργο του αυτό αναφέρει ότι η αναπαράσταση της ταφής και της ανάστασης του Άδωνι διαρκούσε μία εβδομάδα ― όπως ακριβώς η Μεγάλη Εβδομάδα στον Χριστιανισμό. Κατά τη διάρκεια της τελετής μαυροφορεμένες γυναίκες θρηνούσαν γύρω από το ξύλινο ομοίωμα του Άδωνι. Όταν σταματούσαν τα μοιρολόγια ο ιερέας μύρωνε τα χείλη των παρόντων πιστών, ενώ ο χώρος του ναού φωτιζόταν, και αναφωνούσε: «Έχετε θάρρος ευσεβείς πιστοί που έχετε μυηθεί στα μυστήρια του θεού· διότι θα υπάρξει για εσάς σωτηρία από τους πόνους». Τέλος, ακολουθούσαν χαρμόσυνες εκδηλώσεις των πιστών.

Οι ειδικοί μελετητές της Συγκριτικής Ιστορίας των Θρησκειών υποστηρίζουν ότι όπως ο Ντουμούζι, ο Tαμμούζ, ο Άττις, ο Άδωνις, ο Όσιρις και οι άλλοι θεοί της Ανατολής, έτσι και ο Ιησούς πέθανε και ύστερα αναστήθηκε. Οι ομοιότητες αυτές ισχυρίζονται ότι συνετέλεσαν στο να εξαπλωθεί εύκολα ο Χριστιανισμός στον μικρασιατικό ελληνικό κόσμο, αφού ο νέος σωτήρας είχε την ίδια αποστολή, τα ίδια καθήκοντα και τις ίδιες ιδιότητες που είχαν οι θεότητες των μυστηριακών θρησκειών της Ανατολής. O Άγγλος συγγραφέας και ιστορικός Herbert George Wells (1866-1946) στη «Σύντομη Παγκόσμια Ιστορία του Κόσμου» (Α Short History of the World), γράφει σχετικά: «Δεν πρέπει να εκπληττώμεθα, εάν ο διστακτικός προσήλυτος και μαθητής εντός ολίγου επανήλθεν εις τας παλαιάς γνωστάς του ιδέας του ναού καί του βωμού, της αγρίας θεότητος και των εξιλαστηρίων ιεροτελεστιών, του αγιασμένου ιερέως καί της μαγικής ευλογίας… Φυσικόν ήτο, επίσης διά τον Xριστιανισμόν να εγκολπωθή τας μεθόδους των λαϊκών θρησκειών της εποχής εκείνης. Oι ιερείς του απεδέχθησαν τα χαρακτηριστικά ενδύματα των Aιγυπτίων ιερέων… και η μία απομίμησις ηκολούθησεν την άλλην. Oλίγον κατ’ ολίγον η αρχική επαναστατική διδασκαλία του Iησού ετάφη υπό τον όγκον των εξωτερικών δανείων τύπων λατρείας, οι οποίοι ολονέν συνεσωρεύοντο».Επιπλέον, ο H. G. Wells θεωρεί ότι για ένα απροσδιόριστο χρονικά διάστημα έλαβε χώρα μια σημαντική θεοκρασία μεταξύ των αρχαίων ανατολικών θρησκειών και του Χριστιανισμού. Πιστεύει ότι για να αποφύγει ο Χριστιανισμός το ιουδαϊκό Σάββατο υιοθέτησε τη μιθραϊκή ημέρα του Ήλιου ( dies Solis, Sunday), την οποία μετονόμασε σε Κυριακή, την άφθονη χρήση κεριών στις θρησκευτικές ιερουργίες, την παράδοση της προσκύνησης των ποιμένων και ένα πλήθος άλλων δευτερευουσών ιεροτελεστιών.

Το ίδιο πιστεύω κι εγώ, πως από ένα χρονικό σημείο και μετά η θεοκρασία ήταν πλήρης.Από τον 3ο-4ο αιώνα, ο βουκολισμός και ο «Καλός Ποιμένας» αποκτούν νέο χριστιανικό περιεχόμενο καθώς συμβολίζουν τον Ιησού, τον οδηγό και σωτήρα των ψυχών σύμφωνα με την παραβολή της Καινής Διαθήκης και τη σωτηρία του χαμένου προβάτου. Με το πνεύμα αυτό απαντάται και στα ταφικά μνημεία.

Εξάλλου, όπως λέτε στην ερώτησή σας στο κεφάλαιο αυτό αναδεικνύονται τα δάνεια από τη μορφή του Μίθρα, αλλά και του Ορφέα. Αναφέρω χαρακτηριστικά ότι φωτογράφισα ένα αριστουργηματικό αγαλματίδιο από το Βυζαντινό-Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών,που παρουσιάζει τον Ιησού σαν τον μύστη Ορφέα (ΒΧΜ1).

Φυσικά στην «Αστρομυθολογία» αναφέρομαι και μερικές φορές αναλύω το έργο “L’Origine de tous les Cultes”του Γάλλου καθηγητή της Ρητορικής, νομικού και αστρονόμου Charles François Dupuis (1742-1809). Για τον Μυθικιστή Ντυπουΐ, και την αστροθεολογική θεώρησή του, ο Ιησούς ήταν η ενσάρκωση του θεού Ήλιου. Πράγματι, υποστήριζε ότι η έννοια του θεού εκφράζει την ιδέα της παγκόσμιας και αιώνιας δύναμης, η οποία ποτίζει με την ενέργειά της τη φύση ολόκληρη. Γενικότερα, στο βιβλίο του, θεωρεί ότι η λατρεία του Ιησού ήταν παρόμοια με τη λατρεία των πανάρχαιων ηλιακών θεοτήτων των ηλιολατρικών θρησκειών της Ανατολής. Η θεώρηση του Ντυπουΐ επικεντρώνεται στην άποψή του ότι ο Ιησούς ήταν μια άλλη ενσάρκωση του Ήλιου. Τέλος μας δίνει και μια αστροθεολογική εξήγηση για την παρθένα θεά η οποία τίκτει το θείο βρέφος.

Μετά όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι στο πλαίσιο των πολλαπλών ερευνών μου για τη διαμόρφωση της μορφής του Ιησού μέσα στον χρόνο, φυσικά και με απασχόλησε η προβληματική γύρω από την ιστορικότητά του. Ερεύνησα, εξονυχιστικά θα έλεγα, στο βιβλίο «Στα ίχνη του Ι.ΧΘ.Υ.Σ.», με αφορμή τη μελέτη του άστρου της Βηθλεέμ, όλα τα σχετιζόμενα με την ιστορικότητα του Ιησού. Μελέτησα τα Συνοπτικά Ευαγγέλια, το έργο του Ιουδαίου ιστορικού Φλάβιου Ιώσηπου, τον “Αληθή Λόγο του Κέλσου και έργα των Ρωμαίων ιστορικών Τάκιτου, Πλίνιου του Νεότερου, Σουητώνιου και πολλών άλλων. 

Ολοκληρώνοντας μπορώ να πω ‒παρά την εξονυχιστική μου μελέτη στο ογκώδες κι αυτό βιβλίο‒ ότι θεωρώ πως η προβληματική γύρω από την ιστορικότητα του Ιησού εξακολουθεί να είναι ένα σοβαρό θέμα και άξιο ενδελεχούς μελέτης.

Ο καθηγητής Στράτος Θεοδοσίου
Share This Post On

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

7 − 6 =