Τα “Θρησκευτικά” της Β’ Γυμνασίου και η ιστορικότητα του Ιησού

θρησκευτικά

Η διαμάχη που έλαβε χώρα την τελευταία διετία μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας για τη διδασκαλία του μαθήματος των “Θρησκευτικών” φαίνεται πώς είχε έναν επικοινωνιακό και έναν ουσιαστικό νικητή. Δεν γνωρίζουμε μετά βεβαιότητος αν υπήρξε κάποια από κοινού συμφωνία κάτω από το τραπέζι ή όχι, αλλά παρακολουθώντας κανείς τα ΜΜΕ μετά την καρατόμηση του π. υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη, έβγαζε με περισσή ευκολία το συμπέρασμα ότι η Πολιτεία υποτάχθηκε πλήρως στα αιτήματα του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου και το βιβλίο του μαθήματος των “Θρησκευτικών” θα επέστρεφε στα γνωστά και συνηθισμένα επίπεδα του Ορθόδοξου προσηλυτισμού.

Ωστόσο μελετώντας κανείς το διδακτικό πρόγραμμα αλλά και το περιεχόμενο των νέων σχολικών εγχειριδίων των “Θρησκευτικών”, διαπιστώνει μάλλον το ακριβώς αντίθετο: σημαντικά βήματα προόδου σε σχέση με την προγενέστερη κατάσταση, εμπλουτισμός των εγχειριδίων με περισσότερο προοδευτικό περιεχόμενο, χώρος και σε άλλες κοσμοθεάσεις κ.α, ένα γεγονός που αν μη τι άλλο γεμίζει τον κάθε ανοιχτόμυαλο άνθρωπο με αισιοδοξία για το μέλλον. Όμως αυτή η συζήτηση που αγγίζει ζητήματα Κοσμικότητας (δηλαδή του Διαχωρισμού Κράτους Εκκλησίας) είναι τεράστια και δεν θα μας απασχολήσει άλλο εδώ.

 Φυσικά και το νέο μάθημα των “Θρησκευτικών” δεν έγινε τέλειο, φυσικά και εντοπίζονται ακόμη δεκάδες ιστορικές ανακρίβειες, πολλές από τις οποίες εντάσσονται στο τεράστιο ζήτημα των εθνικών μύθων, εννοείται ότι τα νέα βιβλία χρήζουν περαιτέρω βελτιώσεων. Ανάμεσα σε αυτές, ως Έλληνες Μυθικιστές, επιθυμούμε τα προβάλλουμε ένα ζήτημα που “αγγίζει τα δικά μας χωράφια”: την ιστορικότητα του Ιησού.

Στο νέο βιβλίο της Β’ Γυμνασίου και συγκεκριμένα στις σελίδες 35-36, οι συγγραφείς επιχειρούν να αναδείξουν, αρκετά διακριτικά η αλήθεια, τις “Γνώμες τον ανθρώπων για τον Ιησού Χριστό – Πρόσωπα της εποχής του”. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι πουθενά δεν γίνεται λόγος για τεκμήρια ιστορικότητας, ενώ εντύπωση προκαλεί το ότι επιλέγονται αποσπάσματα τόσο από μη ιστορικά κείμενα όπως τα Ευαγγέλια (για την περίπτωση του Πιλάτου επιλέχθηκε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο και για αυτή του Νικοδήμου το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο), όσο και από ιστορικές πηγές (βλ. Ιώσηπος, Τάκιτος και Κέλσος). Στη συνέχεια παρατίθενται αποσπάσματα/γνωμικά για τον Ιησού, γραμμένα από σύγχρονους στοχαστές όπως ο Πασκάλ Μπρυκνέρ, ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Νίκος Καζαντζάκης κα., κάνοντας ακόμη πιο ασαφές το μήνυμα των συγγραφέων του βιβλίου: τελικά επιθυμούν να παραθέσουν αποδεικτικά στοιχεία για την ιστορικότητα του Ιησού ή περισσότερο να προβάλλουν τα πνευματικά μηνύματα της διδασκαλίας του μέσα από το έργο στοχαστών ανά τους αιώνες, υποβιβάζοντας τεχνηέντως την ιστορικότητα σε δεύτερης κατηγορίας ζήτημα;  Από την άλλη, βέβαια, δεν υπάρχει η παραμικρή νύξη για το γεγονός ότι η ιστορική ύπαρξη του Ιησού έχει τεθεί -και εξακολουθεί να τίθεται- κάτω από το βλέμμα της ιστορικής κριτικής από τα μέσα του 18ου αιώνα…

Αναλυτικότερα:

  • Για το εδάφιο που σχετίζεται με τον Πιλάτο (ιστορικό πρόσωπο που έζησε στην Ιουδαία το πρώτο μισό του 1ου μεταχριστιανικού αιώνα), δεν αναφέρεται πουθενά ότι πρόκειται για απόσπασμα από κείμενο πίστης (συνοπτικό Ευαγγέλιο) που γράφτηκε από άγνωστο συγγραφέα τουλάχιστον πέντε δεκαετίες ύστερα από τα γεγονότα που περιγράφει. Δεν σημειώνεται πουθενά ότι δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά για τον Ιησού σε κάποιο από τα αναλυτικά Ρωμαϊκά αρχεία που κρατούνταν εκείνη την περίοδο.
  • Για το εδάφιο του Φλάβιου Ιώσηπου, δεν αναφέρει πουθενά ότι πρόκειται για το περίφημο Testimonium Flavianum, το απόσπασμα που για μία πολύ μεγάλη μερίδα ιστορικών και θεολόγων θεωρείται σήμερα πλαστό και εμβόλιμο στο έργο του Εβραίου ιστορικού, και για το οποίο κανένας χριστιανός απολογητής μέχρι τα χρόνια του πλαστογράφου Ευσέβιου (4ος μεταχριστιανικός αιώνας) δεν γνωρίζει ή δεν έχει ακούσει τίποτα.
  • Σε ότι αφορά το απόσπασμα από τον Τάκιτο, αξίζει να αναφέρουμε ότι αυτό συγγράφηκε το 117 μ.α.χ.χ, έτσι σε καμία περίπτωση δεν είναι σύγχρονο του Ιησού. Για πρώτη φορά μάλιστα γίνεται αναφορά σε αυτό στο έργο του χριστιανού συγγραφέα Σουλπίκιου Σεβήρου (363-425 μ.α.χ.χ) στις αρχές του 5ου μεταχριστιανικού αιώνα… Όμως ακόμη κι αν επιλέξουμε να ξεπεράσουμε το προηγούμενο παράδοξο, ο Τάκιτος σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιούσε τον τιμητικό χαρακτηρισμό “Χριστός” για τον Ιησού, κρίνοντας από τον τρόπο με τον οποίον αναφέρεται στους “απεχθείς χριστιανούς”. Ο Γάλλος ιστορικός Charles Guignebert (1867-1939) αναφέρει χαρακτηριστικά: “Όσο υπάρχει η πιθανότητα ο Τάκιτος να κατέγραψε τα λεγόμενα των χριστιανών στο έργο του ως ιστορική αλήθεια, η παράγραφος παραμένει εντελώς άχρηστη”.
  • Τέλος, το εδάφιο του φιλοσόφου Κέλσου, που συνέγραψε τον “Αληθή Λόγο” του το 175-180 μ.α.χ.χ (αποφεύγεται να σημειωθεί πως η συγγραφή του έργου έχει γίνει προς τα τέλη και όχι στις αρχές του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα), προφανώς παρατίθεται για να ενισχυθεί εμμέσως η αντίληψη για έναν ιστορικό Ιησού από τη μεριά των Εθνικών. Πλην όμως, παραλείπεται να τονιστεί το γεγονός ότι στα χρόνια συγγραφής του έργου του Κέλσου, ο χριστιανισμός και τα ευαγγελικά κείμενα είχαν ήδη εξαπλωθεί στον τότε γνωστό κόσμο (ο Ειρηναίος της Λυών συντάσσει τον κώδικα των Συνοπτικών Ευαγγελίων το 180) και ο Έλληνας φιλόσοφος απλά αναπαράγει την εικόνα του Ιησού των Ευαγγελίων ή φήμες των επικριτών του τελευταίου αναφορικά με τον… Ρωμαίο πατέρα του, ενώ παράλληλα οι αντεγκλήσεις μεταξύ Εθνικών συγγραφέων, όπως ο Κέλσος, και χριστιανών απολογητών, εκείνη την περίοδο, διεξάγονταν αποκλειστικά σε φιλοσοφικό και θεολογικό επίπεδο. Ο ιστορικισμός και η κριτική μελέτη των θρησκευτικών κειμένων στην ιστορική τους βάση, αποτελεί απότοκο των ιδεών και μεθοδολογίας του Διαφωτισμού από τον δέκατο όγδοο αιώνα και εξής.

Από τα προηγούμενα συμπεραίνουμε ότι κανένα από τα παραπάνω στοιχεία δεν μπορεί να συνηγορήσει με απόλυτο τρόπο -για να το πούμε όσο πιο ήπια γίνεται- υπέρ της ιστορικότητας του Ιησού, την ίδια στιγμή που δεν εντοπίζεται η παραμικρή αναφορά στην μακραίωνη ιστορία της κριτικής για τον ιστορικό Ιησού, μέσα από το έργο δεκάδων ακαδημαϊκών και αξιόλογων ερευνητών, από τα μέσα του 18ου αιώνα (Διαφωτισμός) μέχρι και τις μέρες μας.

Φυσικά, ως Έλληνες Μυθικιστές, αναγνωρίζουμε πώς τέτοιου είδους βήματα μάλλον… παραείναι προοδευτικά για μία χώρα σαν την Ελλάδα του 2018. Παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε παρά να προβάλλουμε τις απόψεις και τις σκέψεις μας αυτές, γνωρίζοντας πώς η διάδοση και υιοθέτηση των Μυθικιστικών ιδεών και θέσεων σε εγχώριο επίπεδο συνεχίζεται με ιδιαίτερα αυξητικούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, γεγονός που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε μεγάλες αλλαγές αναφορικά με την αντίληψη μεγάλης μερίδας συμπολιτών μας για τον ιστορικό Ιησού μέσα στο επόμενο διάστημα. Το γεγονός αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη επανεξέτασης τέτοιου είδους ζητημάτων στα σχολικά εγχειρίδια, πάντα στο πλαίσιο της Εκκοσμίκευσης (για να επανέλθουμε από εκεί που ξεκινήσαμε), η οποία όπως όλα δείχνουν, το πιθανότερο είναι να προκύψει μέσα από τη διαδικασία της… πτώσης ενός ώριμου κοινωνικά φρούτου (κρίνοντας από τις σχετικές δημοσκοπήσεις που έρχονται στο φως της δημοσιότητας), παρά μέσω ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών κάποιας μελλοντικής κυβέρνησης στο άμεσο μέλλον.

 

Παρακάτω παραθέτουμε χαρακτηριστικά screenshots από το βιβλίο των “Θρησκευτικών” της Β’ Γυμνασίου, καθώς επίσης (στο τέλος) και τη σχετική με το ζήτημα που εξετάζουμε ερώτηση για τις γραπτές εξετάσεις των Εκπαιδευτικών.

Έλληνες Μυθικιστές, 

3/1/2018

βιβλιο1

βιβλιο2

βιβλιο3

υπουργειο1

Ξεφυλλίστε το νέο βιβλίο των “Θρησκευτικών” της Β’ Γυμνασίου πατώντας εδώ. Όπως προαναφέραμε, το σημείο που μας ενδιαφέρει είναι οι σελίδες35-36.

Share This Post On

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

4 + fourteen =