Ιστορικότητα Σωκράτη και Ιησού: Παρερμηνείες και έωλα επιχειρήματα

socratesJesus

Στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τη δύσκολη θέση που βρίσκονται ελλείψει στοιχείων για την ιστορικότητα του Ιησού, οι χριστιανοί απολογητές βρίσκουν συχνά “καταφύγιο” στη σύγκριση των ιστορικών τεκμηρίων μεταξύ Σωκράτη και Ιησού. Κι αυτό γιατί ο πρώτος, εκτός από μεγάλη προσωπικότητα της αρχαιότητας, επηρέασε όσο λίγοι την ιστορία της φιλοσοφίας (ακριβώς όπως ο Ιησούς την ιστορία της θρησκείας), δεν άφησε γραπτά κείμενα, είχε μαθητές και φυσικά μαρτύρησε για τις ιδέες του.

Του Τάσου Καρανίκα, ερευνητή

Ωστόσο η ύπαρξη του δεν αμφισβητείται από κανέναν. Γιατί άραγε; Αντίθετα με τον Ιησού έχουμε δεκάδες αυτόπτες μάρτυρες που έγραψαν βιβλία για τον Σωκράτη (άλλες αρχαίες αναφορές στον Σωκράτη: http://www.attalus.org/names/s/socrates.html)- μερικές φορές ακόμα και τους τίτλους των βιβλίων- ξέρουμε δεκάδες ρήσεις και σύγχρονες παραπομπές στην διδασκαλία του, έχουμε τα έργα του Πλάτωνα1 και του Ξενοφώντα2 οι οποίοι υπήρξαν μαθητές του Σωκράτη και κατέγραψαν τον βίο και τις διδασκαλίες του. Επίσης έχουμε σύγχρονες μαρτυρίες και από «εχθρικές» πηγές, όπως οι Νεφέλες του Αριστοφάνη 3. Μάλιστα στην τελευταία περίπτωση γνωρίζουμε πώς ο Σωκράτης παρακολούθησε την πρώτη παράσταση του θεατρικού έργου!

Αντίθετα, για τον Ιησού δεν έχουμε κάποια σύγχρονη μαρτυρία, δεν γνωρίζουμε καν πόσοι αυτόπτες μάρτυρες υπήρξαν (αν υπήρξαν) και δεν έχουμε κάποια σύγχρονη παραπομπή στην διδασκαλία και το έργο του. Γιατί λοιπόν η ιστορική ύπαρξη του Σωκράτη είναι καλύτερα τεκμηριωμένη από αυτήν του Ιησού;

Συχνά ακούγεται το επιχείρημα πως οι συγγραφείς της εποχής δεν είχαν ενδιαφέρον για τα γεγονότα της Ιουδαίας του 1ου αιώνα. Αυτό είναι ανακριβέστατο. Ο Νικόλαος της Δαμασκού(64π.α.χ.χ (πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης)-10 μ.Χ; (μετά την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης)) ήταν ο ιστορικός της αυλής του Ηρώδη του Μεγάλου, αλλά δεν φαίνεται να επιβεβαιώνει πουθενά τα περίφημα γεγονότα της γέννησης του Ιησού, όπως η τρομακτική σφαγή των νηπίων. Ο Ιούστος της Τιβερίας ήταν ο γραμματέας του Βασιλιά Αγρίππα (του ίδιου Αγρίππα που εμφανίζεται στις Πράξεις 25-26) και στρατιωτικός διοικητής στον εβραϊκό πόλεμο του 66-70 μ.α.χ.χ, ο οποίος κατέγραψε όχι μόνο την ιστορία του πολέμου, αλλά και τα γεγονότα που προηγήθηκαν. Και οι δύο συγγραφείς υπήρξαν πρωτογενείς πηγές για τον Ιώσηπο4, αλλά ξέρουμε πως πουθενά δεν αναφέρουν κάτι σχετικό με τον Ιησού. Μάλιστα, στην περίπτωση του Ιούστου, έχουμε και την μαρτυρία του χριστιανού πατριάρχη Φωτίου, ο οποίος είχε μείνει έκπληκτος από την μη αναφορά στον Ιησού (Μυριόβιβλος 33).

Υπάρχουν αρκετοί άλλοι συγγραφείς της περιόδου που θα μπορούσαν να αναφέρουν κάτι για τον Ιησού. ‘Ενας εξ’αυτών ήταν ο περίφημος Φίλωνας της Αλεξάνδρειας (20π.α.χ.χ – 50 μ.α.χ.χ), σεβαστός Εβραίος διανοούμενος της εποχής και τακτικός προσκυνητής στην Ιερουσαλήμ. Ο Φίλωνας έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα γεγονότα της Ιουδαίας της εποχής, σχολίασε αρκετές εβραϊκές σέκτες, όπως και τα έργα των Ηρωδών και του Ποντίου Πιλάτου5. Αλλά ακόμα και αν ο Φίλωνας δεν είχε φύγει ποτέ από την Αλεξάνδρεια και την Αίγυπτο, πάλι θα είχε ακούσει κάτι για τον Ιησού, δεδομένου πως η Αλεξάνδρεια ήταν το κέντρο της μεγαλύτερης εβραϊκής κοινότητας και διατηρούσε άμεση επαφή με την Ιουδαία και την Παλαιστίνη. Ωστόσο το τεράστιο έργο του Φίλωνα είναι από εκείνα που οι χριστιανοί μπήκαν στον κόπο να διατηρήσουν.

Επίσης υπήρχε ένας αρκετά μεγάλος όγκος εβραϊκής γραμματείας και απόκρυφων- με τα περισσότερα να μην έχουν διασωθεί ή να αφορούν στον πρώτο αιώνα, αλλά σίγουρα θα υπήρχαν εβραϊκά γραπτά σχετικά με τους Χριστιανούς ή την πρώιμη ιουδαϊκή περίοδο. Δεν γίνεται να ισχυριστούμε ότι οι Εβραίοι ήταν αδιάφοροι για τα γεγονότα της περιοχής τους όταν σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων, ο τόπος αυτός ήταν το πρωταρχικό πεδίο διάδοσης του αποστολικού ευαγγελισμού, αλλά και ο τόπος τέλεσης ενός άγριου αντιχριστιανικού διωγμού! Μάλιστα, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, το χριστιανικό κήρυγμα είχε εξαπλωθεί σε όλο το δίκτυο των συναγωγών της εβραϊκής Διασποράς! To πιο βασικό όμως σημείο του μύθου της χριστιανικής εξάπλωσης είναι πως η Ρώμη εξαπέλυσε έναν τεράστιο διωγμό επι βασιλείας του Νέρωνα .

Γνωρίζουμε αναρίθμητους εθνικούς συγγραφείς6 που θα μπορούσαν να είχαν γράψει κάτι για όλα αυτά. Π.χ ο Μάρκος Σερβίλιος Νονιάνος ο οποίος ξέρουμε πως έγραψε μια ιστορία της Ρώμης του 1ου αιώνα μέχρι το 41, ή η Παμφίλη της Επιδαύρου που έγραψε 33 τόμους με ιστορικές σημειώσεις μέχρι το 60 μ.α.χ.χ. Γνωρίζουμε τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ο οποίος έγραψε ένα μνημειώδες έργο 31 τόμων για την ιστορία της Ρώμης μέχρι τον Νέρωνα (άρα λογικά θα ανέφερε κάτι για τους χριστιανούς ή τον ιδρυτή τους, αν ήταν κάτι αξιοπρόσεκτο). Παρομοίως γνωρίζουμε πως ο Κλόβιος Ρούφος είχε γράψει μια λεπτομερή ιστορία που κατελάμβανε την περίοδο από τον Καλιγούλα (37) μέχρι τον Νέρωνα και τον Οθο (69), η οποία σίγουρα θα λάμβανε υπόψη τους χριστιανικούς διωγμούς-κάτι που θα απαιτούσε συγκεκριμένες πληροφορίες για την προέλευση αυτής της θρησκείας (σύμφωνα με τον χριστιανικό μύθο, ο Παύλος δικάστηκε ενώπιον του Νέρωνα…). Επίσης υπήρξαν οι αναμνήσεις της Ιουλίας Αγριππίνας (μητέρας του Νέρωνα, αδελφής του Καλιγούλα και γυναίκας του Κλαύδιου), την οποία ο Τάκιτος χρησιμοποίησε ως πηγή. Αν και δολοφονήθηκε το 59 από τον Νέρωνα, η θέση της δίπλα στον Καλιγούλα και τον Κλαύδιο θα της επέτρεπε να γνωρίζει κάτι για τον Χριστιανισμό (αν πχ ο περίφημος Chrestus των γεγονότων της περιόδου του Κλαύδιου είχε να κάνει με τον Ιησού). Επίσης γνωρίζουμε ότι ο Πετρώνιος έγραψε το 66 μια διατριβή ενάντια στην βασιλεία του Νέρωνα, που σίγουρα δεν θα αγνοούσε την πυρκαγιά και τον διωγμό του 66, με όλα τα σχετικά. Ξέρουμε πως ο Φάβιος Ρουσίτικος, έγραψε επίσης μια ιστορία της περιόδου του Νέρωνα που έφτανε πίσω μέχρι την περίοδο του Αυγούστου και του Τιβέριου (και του Κλαύδιου) και θα μπορούσε να είχε αναφέρει τον χριστιανισμό, αν ήταν κάτι το αξιοπρόσεκτο. Είναι δύσκολο να δεχτούμε πως αν αυτοί οι ιστορικοί είχαν αναφέρει κάτι σχετικό με τον χριστιανισμό, δεν θα χρησιμοποιούνταν από τους μετέπειτα εκκλησιαστικούς ή τους επικριτές τους. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου ο χριστιανικός δάκτυλος έκανε το… θαύμα του.7

Eπίσης ξέρουμε πως οι αυτοκράτορες Βεσπασιανός και Τίτος εξέδωσαν σχολιασμούς για τους διωγμούς επι εβραϊκού πολέμου, ενώ ο Σενέκας ο Πρεσβύτερος έγραψε κι’αυτός μια ιστορία της Ρώμης από τον 1ο αιώνα π.α.χ.χ εως το 40 μ.α.χ.χ. Ο γιός του, ο Σενέκας ο νεότερος, έγραψε μια πραγματεία σχετικά με τις δεισιδαιμονίες, μεταξύ 40 και 62 μ.α.χ.χ, όπου «κατσαδιάζει» τις παράλογες πρακτικές όλων των λαών- συμπεριλαμβανομένων και των Εβραίων- αλλά ποτέ δεν αναφέρει τους Χριστιανούς, κάτι για το οποίο ο Αυγουστίνος θα τον ψέξει στην «Πολιτεία του θεού» (6,10-11). Εδώ ας λάβουμε υπόψη πως ο Σενέκας ήταν ο αδερφός του κυβερνήτη Γαλλίωνα, ενώπιον του οποίου σύρθηκαν οι χριστιανοί στις Πράξεις 18.12-17 (ο δε Ιώσηπος ήταν φίλος του Αγρίππα στον οποίο οδηγήθηκαν οι χριστιανοί στις Πράξεις 25-26).

Πέρα από τους ιστορικούς του 1ου αιώνα, ας ρίξουμε μια μάτια και σε ορισμένες μεταγενέστερες περιπτώσεις. Για παράδειγμα οι ιστορίες του Αύλου Κλαύδιου Χάραξ (μέσα 2ου μεταχριστιανικού αιώνα), ο οποίος είχε ένα ειδικό ενδιαφέρον για το υπερφυσικό και διαβάζονταν ευρέως στους Βυζαντινούς χρόνους… Παρόμοια ο Μάριος Μάξιμος (3ος μεταχριστιανικός αιώνας), ο οποίος έγραψε λεπτομερείς βιογραφίες των αυτοκρατόρων του 2ου αιώνα… Κανείς τους δεν να αναφέρει τίποτα για τους χριστιανούς, πράγμα περίεργο αν δεχτούμε πως οι αυτοκράτορες της περιόδου βρίσκονταν σε συνεχή συμπλοκή μαζί τους.

Ακόμα όμως πιο εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι ο Ιησούς απουσιάζει παντελώς από την παγανιστική λογοτεχνία (βλ. επίσης παραπομπή 6) όπως την λεγόμενη «παραδοξογραφία» (Ισίγονος, Αελιανός, Φλέγων -αν και πληροφορούμαστε πως ο τελευταίος ανάφερε κάτι, αλλά με πολύ συγκεχυμένο τρόπο8), όπως και από την Florilegia (ανθολογία) π.χ. τα Ηθικά του Πλούταρχου, τις Αττικές Νύχτες του Αύλου Γέλλιου, τα Ανθηρά του Απουλήιου, τους Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου κλπ. Eνδιαφέρον επίσης παρουσιάζει και η σάτυρα της εποχής. Π.χ ο Λουκιανός, που στα τέλη του 2ου αιώνα χλευάζει τις διάφορες θρησκείες, συμπεριλαμβανομένου του χριστιανισμού. Είμαστε σίγουροι πως, ακόμα και πριν τον Ιουβενάλη, υπήρξαν αρκετοί σατυρικοί, όπως ο Πετρώνιος στο Σατυρικόν, όπου χλευάζει ακόμα και την πρακτική της σταύρωσης, αλλά ποτέ δεν βρίσκει αφορμή να ασχοληθεί με τον Ιησού ή τους χριστιανούς. Αλλοι ήταν ο Αύλος Πέρσιος Φλάκος καθώς και ο Λουκίλιος, οι οποίοι σατύρισαν την περίοδο του Νέρωνα και, αν και το έργο τους έχει χαθεί, θα μπορούσαν να αναφέρουν κάτι σχετικό.

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε πως οι εκκλησιαστικοί των πρώτων αιώνων παρέπεμπαν συνεχώς σε εθνικούς συγγραφείς που ανέφεραν οτιδήποτε σχετικό με τον χριστιανισμό, και σίγουρα ένα έργο που ανέφερε τον Ιησού ή τους χριστιανούς είχε περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσει έως τον Μεσαίωνα. Λίγα όμως έχουν διασωθεί. Ολη αυτή η σιωπή μπορεί να εξηγηθεί από τον τρόπο που οι χριστιανοί αντιμετώπιζαν τους επικριτές τους. Στα μέσα του 2ου αιώνα ο επικούρειος Κέλσος έγραψε τον Αληθή Λόγο, αποσπάσματα του οποίου διασώθηκαν μέσω της απάντησης του Ωριγένη. Την ίδια περίοδο, ο φίλος του Μάρκου Αυρήλιου, Φρόντωνας, θα γράψει και αυτός μια χαμένη κριτική που θα παρακινήσει τον χριστιανό Μινούκιο Φήλιξ να γράψει τον προπαγανδιστικό Οκτάβιο. Έναν αιώνα αργότερα, ο Ιεροκλής θα γράψει τον «Εραστή της αλήθειας», αλλά περιέργως ο Ευσέβιος θα σχολιάσει (=διασώσει) μόνο το κεφάλαιο που συγκρίνει τον Ιησού με τον Απολλώνιο τον Τυανέα. Αργότερα στον 3ο αιώνα, ο νέο-πλατωνικός Πορφύριος θα γράψει το 15τομο «Κατά χριστιανών», που επίσης δεν διασώθηκε ολόκληρο, ενώ έναν αιώνα μετά ο αυτοκράτορας Ιουλιανός θα γράψει το «Κατά Γαλιλαίων», αποσπάσματα του οποίου θα διατηρηθούν στην απάντηση του Κύριλλου Αλεξανδρείας. Θα μπορούσαμε να φέρουμε πάμπολλα παρόμοια παραδείγματα

Ας επιστρέψουμε όμως στην αναλογία του Σωκράτη.

Αν υποθέταμε λοιπόν πως ο Σωκράτης λατρεύτηκε από τους μαθητές του ως ο αναστημένος Υιος του Θεού και αυτό οδηγούσε στην ίδρυση ενός θεσμού ή οργάνωσης που θα επιβίωνε για αιώνες, σίγουρα θα υπήρχε ενδιαφέρον για τη διατήρηση κάθε σχετικού εγγράφου, όπως βιογραφίες, επιστολές, αναμνήσεις αυτοπτών μαρτύρων, οργανωτικά έγγραφα, διάλογοι, διαθήκες και αλληλογραφία μεταξύ των μαθητών (που ακόμα και οι αγράμματοι θα μπορούσαν να αντιγράψουν υπο την καθοδήγηση εκπαιδευμένων αντιγραφέων. Μάλιστα στην περίπτωση του Ιησού, είναι δύσκολο να υποθέσουμε πως δεν υπήρχαν πολλοί τέτοιοι ακόλουθοι ώστε να χρησιμοποιηθούν αμέσως ως αντιγραφείς.)

Mία αποδεκτή θεωρία ιστορικότητας για τον Ιησού θα αντιστοιχούσε με μια θεωρία ιστορικότητας για τον Απολλώνιο τον Τυανέα ή τον Μουσώνιο Ρούφο ή τον Ιούδα τον Γαλιλαίο (μερικές διάσημες προσωπικότητες που διέφυγαν του σύγχρονου ιστορικού αρχείου, ακριβώς όπως και ο Ιησούς) . Αλλά και πάλι, αντίθετα μ΄αυτούς, η θεωρία δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει την υπόθεση πως υπήρχε εκτενές αρχείο για τον Ιησού αλλά η εκκλησία του πρώτου αιώνα δεν έδειξε ενδιαφέρον να το διατηρήσει, γιατί ένα τέτοιο αρχείο σίγουρα θα υπήρχε, ακόμα και στην βιβλιοθήκη του Ωριγένη, ώστε μέσω συνεχόμενων αντιγραφών να διατηρηθεί και μετά τον 4ο αιώνα, όταν η εκκλησία απέκτησε κρατική υποστήριξη – κάτι που βέβαια δεν έτυχε να συμβεί για τις παραπάνω προσωπικότητες αλλά ούτε και για τον ίδιο τον Σωκράτη.

Ο Richard Carrier, στο βιβλίο του «Οn the historicity of JesusWhy we might have reason for doubt» (Sheffield Phoenix press) προτείνει μερικές υποθέσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι ιστορικιστές (οι υποστηρικτές δηλαδή της ιστορικότητας του Ιησού): (1) Ότι ο Ιησούς δεν ήταν τόσο σημαντικός ώστε να παρακινήσει κάποιον μορφωμένο της εποχής να καταγράψει πληροφορίες γι’αυτόν -εκτός από τον Παύλο9 ο οποίος δεν γνώρισε τον Ιησού αλλά ούτε και αναφέρει κάποια πληροφορία για την ζωή και την διδασκαλία του – ή (2) ότι τεράστιες ποσότητες εγγράφων καταστράφηκαν ή αφέθηκαν στην φθορά του χρόνου (ωστόσο κανένας χριστιανός του 2ου αιώνα δεν φαίνεται να έχει τέτοια γνώση). Καμία όμως από τις δύο υποθέσεις δεν έχει κάποια ισχύ. Η δεύτερη είναι απλά μια θεωρία συνομωσίας ενώ η υπόθεση ότι ο Ιησούς ήταν αρκετά ασήμαντος και απαρατήρητος ώστε να παρακινήσει κάποιον να γράψει γι’αυτόν, δεν ταιριάζει ούτε κατά διάνοια με το προφίλ του Ιησού στα ευαγγέλια10 .

Από την άλλη όμως, αυτή η αστραφτερή απουσία εγγράφων και μαρτύρων δικαιολογείται μόνο στην περίπτωση ενός μυθικού Ιησού, ο οποίος ήταν γνωστός μόνο στον κύκλο μιας μυστηριακής σέκτας που ενδιαφέρονταν μόνο για αγράμματους προσήλυτους και κρατούσε τις όποιες διδασκαλίες off the record, ενώ οι μεταγενέστερες εκκλησίες είχαν τόσο ολοκληρωμένη ιδεολογία και στόχους ώστε να μην χρειάζεται να διατηρήσουν τίποτα άλλο πέρα από λίγες επιστολές (εκ των οποίων αρκετές έχουν αποδειχτεί πλαστογραφημένες…)

Μια άλλη παράμετρος που συχνά αγνοείται είναι ότι μεταξύ 60 και 100 (-110;) υπάρχει ένα κενό στο ιστορικό αρχείο της εκκλησίας. Αν δεχτούμε πως σ’αυτή την περίοδο υπήρχε μια διαταραχή στην διαδοχή της εκκλησίας, τότε έχουμε και μια τρίτη εκδοχή για τους ιστορικιστές (3) ότι πάλι καταστράφηκε ένας μεγάλος όγκος εγγράφων, αλλά αυτή όμως είναι μια ακόμα πιο απίθανη υπόθεση από τις (1) και (2), διότι η καταστροφή ή η μεθοδευμένη εξαφάνιση των εγγράφων θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί σε τρεις ηπείρους και δεκάδες πόλεις! Υπάρχει όμως και μια τέταρτη και πιο απελπισμένη υπόθεση (4) για την απουσία πρωϊμων εγγράφων: ότι οι πρώτοι απόστολοι ήταν αδιάφοροι για την παραγωγή γραπτού αρχείου λόγω της επικείμενης Αποκάλυψης. Κάτι τέτοιο όμως δεν δικαιολογεί τις επιστολές του Παύλου οι οποίες αποπνέουν έναν ζήλο για καταγραφή και μετάδοση πληροφοριών. Αλλά πέραν του Παύλου, κανένας άλλος απόστολος δεν ενδιαφέρθηκε να γράψει επιστολές; Και τι απέγιναν οι επιστολές των εκκλησιών προς τον Παύλο; (Α Κορ. 7.1).

Αρα, είτε όλες οι αποδείξεις από τις πρώτες δεκαετίες του χριστιανισμού καταστράφηκαν, είτε χάθηκαν, παρά την όποια προσπάθεια για διάσωση τους, είτε η χριστιανοσύνη ήταν τόσο μικρή, ασήμαντη και «αναλφάβητη» που τέτοιες αποδείξεις δεν υπήρχαν ποτέ. Μπορείτε να επιλέξετε ό,τι επιθυμείτε. Το συμπέρασμα είναι πως δεν γνωρίζουμε στο ελάχιστο για την ζωή και την διδασκαλία του Ιησού απ’όσο γνωρίζουμε για τον Σωκράτη- αν και πολλοί μελετητές αμφισβητούν και την αξιοπιστία της δικής του ιστορίας και διδασκαλίας. Οι Πλατωνικοί διάλογοι, για παράδειγμα, θεωρούνται παγκοσμίως σαν έργα φαντασίας που προωθούν τις απόψεις του Πλάτωνα και όχι του Σωκράτη. Πράγματι ο Πλάτων αποκαλεί αυτούς τους Διαλόγους «Πειραστικούς», δηλαδή φαντασία. Αν αυτό είναι το επίπεδο της γνώσης που έχουμε για τον Σωκράτη, τότε για τον Ιησού θα πρέπει να είναι χιλιάδες φορές μικρότερο…

 

Παραπομπές:

  1. Απολογία, Συμπόσιο, Κρίτων, Φαίδρος, Θεαίτητος, Ευθύδημος, Μενέξενος, Μένων, Ευθύφρων, ‘Ιων.
  2. Απολογία Σωκράτους, Κύρου Ανάβασις, Απομνημονεύματα, Ελληνικά, Συμπόσιον, Οικονομικός.
  3. Ο Αριστοφάνης συνέχισε να επιτίθεται στον Σωκράτη στα έργα του «Ορνιθες» (414) και «Βάτραχοι» (405)

4.Για Ιούστο βλ. Bίος Ιώσηπου 9,12,17,35,54,65,70,74 κλπ

5. Φίλων, Πρεσβεία προς Γάϊον, Εις Φλάκκον, De providentia 2.64., Ευσέβιου Ευαγγελική Προπαρασκευή 8.14.64

6.Οxford Classical Dictionary, Hornblower and Spawforth

7. Πχ ο μοναχός Ξιφιλίνος (11ο αιώνας), επιτομιστής του Δίωνα του Κάσσιου, θεωρείται πως τροποποίησε σε πολλά σημεία το μνημειώδες έργο του τελευταίου για την ιστορία της Ρώμης, όπως με την χριστιανική ερμηνεία του «θαύματος της βροχής» στον στρατό του Μάρκου Αυρήλιου.

8. Ωριγένης, Κατά Κέλσου 2.14,33,59 (ο Φλέγων δεν συνδέει την έκλειψη και τον σεισμό με τον Ιησού αλλά ούτε και και με κάποια ανάσταση. Ο Ωριγένης παραθέτει τον Φλέγων μόνο για την αναφορά των σημείων)

9. Η συμβατική άποψη είναι πως τα πρώτα χριστιανικά έγγραφα είναι οι (αυθεντικές) επιστολές του Παύλου, οι οποίες γράφτηκαν μεταξύ 50-65 max. Ο Παύλος δεν γνώρισε τον Ιησού, δεν αναφέρει κάποια λεπτομέρεια της ζωής και της διδασκαλίας του (τουλάχιστον όπως γνωρίζουμε από τα ευαγγέλια) και το όνομα του δεν θα βρεθεί πουθενά στην κοσμική ιστορία.

10. Σύμφωνα με τα ευαγγέλια, η φήμη του Ιησού είχε φτάσει μέχρι την Συρία (Μτ. 4.24) ενώ πλήθη κατέφθαναν από Γαλιλαία, Δεκάπολη, Ιεροσόλυμα, Ιουδαία και πέραν από τον Ιορδάνη, ενώ σύμφωνα με τον Παύλο ο Ιησούς ήταν «σκάνδαλο» για τους Εβραίους. Ο δε ευαγγελιστής Ιωάννης εξυψώνει τόσο πολύ την προσωπικότητα του Ιησού λέγοντας πως «όλα τα βιβλία του κόσμου δεν θα αρκούσαν για να καταγράψουν τα έργα του» (Ιω. 21,25).

Share This Post On

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

18 + one =