Δρ. Richard Carrier: Ο Ιησούς πρωτοεμφανίστηκε ως µια πνευµατική µεσσιανική θεότητα

carrier

 

Αποτελεί έναν από τους πιο δραστήριους σύγχρονους ακαδηµαϊκούς του µυθικιστικού κινήµατος. Ο Δρ. Richard Carrier είναι ένας από τους νεότερους και περισσότερο δραστήριους εκπροσώπους του ρεύµατος που ερευνά τις ρίζες του Χριστιανισµού και αµφισβητεί την ιστορικότητα του Ιησού, δηµοσιεύοντας τα τελευταία χρόνια µια σειρά από βιβλία και εργασίες σε ακαδηµαϊκά έντυπα. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Μηνά Παπαγεωργίου, αναφέρεται στα debates που αφορούν την ιστορικότητα του Ιησού, στην προέλευση του χριστιανικού µύθου, στο περιεχόµενο του νέου του βιβλίου και στο µέλλον της µυθικιστικής έρευνας.

 (Σημείωση: Το κείµενο αποτελεί µέρος της συνέντευξης του Richard Carrier στον Μηνά Παπαγεωργίου. Ολόκληρο το κείμενο της συζήτησής τους βρίσκεται δημοσιευμένο στη µελέτη – δηµοσιογραφική έρευνα του τελευταίου µε τίτλο «Το πρόβληµα της ιστορικότητας του Ιησού: Το ρεύµα των Μυθικιστών» (εκδόσεις ∆αιδάλεος)).

 
Εχετε εµπλακεί σε πολλές δηµόσιες συζητήσεις σχετικά µε το ζήτηµα του ιστορικού Ιησού. Ποια είναι κατά τη γνώµη σας τα κυριότερα επιχειρήµατα που χρησιµοποιούν οι υποστηρικτές της ιστορικότητας; Από την άλλη, ποια κατά τη γνώµη σας είναι τα σηµαντικότερα «όπλα» του µυθικιστικού κινήµατος;

Αρχικά πρέπει να γίνει µια διάκριση µεταξύ των «αντεπιχειρηµάτων για τον Μυθικισµό» και των «επιχειρηµάτων για την ιστορικότητα του Ιησού». Κι αυτό διότι ο Αγνωστικισµός της ιστορικότητας του Ιησού είναι δυσκολότερο να καταρριφθεί σε σχέση µε τον Μυθικισµό.
Αν υπάρχουν καλά επιχειρήµατα για την ιστορικότητα του Ιησού, ο Μυθικισµός δεν µπορεί να σταθεί, όµως ταυτόχρονα ούτε και η ιστορικότητα µπορεί να αποδειχθεί πέραν πάσης αµφιβολίας. Θα πρέπει λοιπόν κάποιος να είναι αγνωστικιστής στο θέµα και να παραδεχτεί ότι απλά δεν γνωρίζουµε εάν ο Ιησούς υπήρχε ή όχι. Επιπλέον, δεν υπάρχει ένας «Μυθικισµός», αλλά πολλές διαφορετικές θεωρίες του Μυθικισµού, οπότε τα «αντεπιχειρήµατα» εξαρτώνται από το ποια θεωρία και ποιους ισχυρισµούς σκοπεύει κανείς να κριτικάρει. Ετσι θα απαντήσω στην ερώτηση σας από την άλλη πλευρά του ζητήµατος: Ποια είναι τα βασικά επιχειρήµατα για την ιστορικότητα του Ιησού; Το µόνο βιώσιµο επιχείρηµα για το ζήτηµα αυτό είναι ότι σε όλες τις αυθεντικές του επιστολές ο Παύλος µπορεί να αναφέρεται σε έναν Ιησού που έχει αδέλφια τα οποία συναντάει. Αυτό το επιχείρηµα τελικά καταρρίπτεται από το γεγονός ότι δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο αν ο Παύλος εννοεί κάποια βιολογικά αδέλφια του Ιησού ή απλώς βαπτισµένους χριστιανούς οι οποίοι θεωρούνταν όλοι αδέλφια του Κυρίου (ο Ιησούς ήταν «ο πρώτος ανάµεσα σε ένα πλήθος από αδέλφια» Ρωµ. 8:29). Μπορεί λοιπόν να προκύψει ένας πολύ ενδιαφέρων διάλογος σχετικά µε το ποια είναι η ορθότερη λογική ερµηνεία αυτών των αναφορών του Παύλου στους «αδελφούς του Ιησού». Ολα τα υπόλοιπα επιχειρήµατα για την ιστορικότητα του ιδρυτή του Χριστιανισµού καταρρίπτονται, αφού είτε στηρίζονται σε σαθρά δεδοµένα είτε στη λογική τους ανάλυση.
Κρίνοντας όχι τόσο από την ποιότητά τους όσο από τη συχνότητα της χρήσης τους, τα «βασικά» επιχειρήµατα για την ιστορικότητα είναι του τύπου: «Οι αδελφοί του είναι στις επιστολές» (που µόλις προανέφερα), «οι Εβραίοι δεν θα επινοούσαν ποτέ έναν εσταυρωµένο σωτήρα» (ναι, θα επινοούσαν και µάλιστα το έκαναν: οι Ταλµουδιστές Ιουδαίοι κήρυξαν µετά τον Χριστιανισµό µια διδασκαλία για ένα µεσσία που πεθαίνει και οι συγγραφείς του βιβλίου του ∆ανιήλ φαντάστηκαν έναν τέτοιο µεσσία πριν από την έλευση του Χριστιανισµού). Επίσης συναντάµε το επιχείρηµα που υποστηρίζει πως «µπορούµε να αποδείξουµε ότι κάποιες προτάσεις που αφορούν τον Ιησού στα Ευαγγέλια είναι αληθινές» (κάτι που φυσικά δεν ισχύει µε κανένα λογικό ισχύον µέσον, όπως τεκµηριώνω στο πέµπτο κεφάλαιο του βιβλίου µου «Proving History»), το επιχείρηµα «υπάρχουν πολλές εξωβιβλικές πηγές που µαρτυρούν την ύπαρξη του Ιησού» (δεν υπάρχουν), και το σχετικό επιχείρηµα του «έχουµε περισσότερες αποδείξεις για την ύπαρξη του Ιησού απ’ ό,τι έχουµε για τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Ιούλιο Καίσαρα, τον Καίσαρα Αύγουστο, τον Καίσαρα Τιβέριο ή τον Σωκράτη» (κάτι που δεν ισχύει: έχουµε απείρως περισσότερες και καλύτερες αποδείξεις για την ύπαρξη όλων αυτών των προσωπικοτήτων από ό,τι για τον Ιησού· και, παραδόξως, εφόσον κανείς από αυτούς τους άντρες δεν λατρευόταν ως ουράνια σωτήρια θεότητα που επικοινωνεί µε τους Αποστόλους του µέσω Αποκαλύψεως, κάτι που είναι το µοναδικό χαρακτηριστικό γνώρισµα του Ιησού στις επιστολές του Παύλου, φαίνεται να είναι ο κύριος λόγος να υποψιαζόµαστε ότι ο Ιησούς ενδέχεται να µην υπήρξε).
Υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές «µυθικιστικές» θεωρίες και τόσα πολλά επιχειρήµατα για αυτές (µε σοβαρή ή λιγότερο σοβαρή τεκµηρίωση), που µπορούν να δώσουν σηµαντικές απαντήσεις στο ζήτηµα. Κατά τη γνώµη µου, η µόνη βάσιµη θεωρία του µύθου του Ιησού είναι αυτή που ονοµάζω η άποψη Doherty (διότι διατυπώθηκε είτε πρώτη ή πιο πειστικά και κατανοητά από τον Καναδό Earl Dohery).
Οι κατά κόρον βάσεις αυτής της υπόθεσης είναι: (1) ότι στις αυθεντικές του επιστολές ο Παύλος δεν φαίνεται να γνωρίζει τίποτα για τον ιστορικό Ιησού, αλλά µόνο για τον ουράνιο/πνευµατικό Ιησού, ο οποίος το µόνο που κάνει είναι να επικοινωνεί µε τους Αποστόλους του µέσω της Αποκάλυψης και των Γραφών· (2) ότι τα Ευαγγέλια είναι εξ ολοκλήρου µυθικά (µη ιστορικά κείµενα) και τίποτα το αξιόπιστο δεν µπορεί να εξαχθεί από αυτά· (3) ότι όλοι
οι υπόλοιποι ισχυρισµοί για τον ιστορικό Ιησού που έχουν αποτυπωθεί σε αυτά τα Ευαγγέλια είναι προφανείς φαντασιώσεις (π.χ. οι ιστορίες της νηπιακής ηλικίας του Ιησού ή το γράµµα του στο βασιλιά Αβγαρο κ.ά.)· και (4) ότι κάθε ουσιώδες στοιχείο της εναλλακτικής άποψης του Doherty για την εξέλιξη της ιστορίας του µυθικού Ιησού επιβεβαιώνεται επαρκώς από τις αποδείξεις που παραθέτει και εκµεταλλεύεται τα υπάρχοντα δεδοµένα καλύτερα από κάθε άλλη θεωρία που υποστηρίζει την ιστορικότητα του Ιησού. Με λίγα λόγια, η θεωρία του βγάζει περισσότερο νόηµα.

 

Ποια είναι εν συντοµία η άποψή σας για την προέλευση του µύθου του Ιησού; Πού µπορούν να ανιχνευθούν οι απαρχές των ιστοριών που σχετίζονται µε τον ιδρυτή του Χριστιανισµού;

Υπάρχουν πολλοί πιθανοί τρόποι να αναπτύχθηκαν και να εξελίχθηκαν αυτοί οι µύθοι. Είναι λανθασµένη η λογική τού να επιµένουµε ότι τα πάντα λειτούργησαν έχοντας ως βάση τους µια συγκεκριµένη «πηγή», εφόσον δεν έχουµε επαρκή στοιχεία για τη χρονική περίοδο στη οποία υποτίθεται πως εµφανίστηκε ο Ιησούς. Μεταξύ της ζωής του Παύλου και του δεύτερου αιώνα, ουσιαστικά δεν έχουµε καµία πληροφορία αναφορικά µε τη δράση της χριστιανικής Εκκλησίας. Αυτός είναι µισός αιώνας πληροφοριακού µπλακ άουτ. Ωστόσο, σε αυτόν ακριβώς το µισό
αιώνα είναι που εφευρέθηκε ο ιστορικός Ιησούς των Ευαγγελίων. ∆εν γνωρίζουµε γιατί και από ποιον. Μπορούµε να κάνουµε µόνο υποθέσεις χρησιµοποιώντας τις πιθανότητες.
Αυτό που µπορούµε να πούµε µε σιγουριά (ή περίπου µε σιγουριά) είναι ότι ο Ιησούς πιθανότατα ξεκίνησε ως µια πνευµατική µεσσιανική θεότητα που ενσαρκώθηκε, πέθανε και αναστήθηκε σε µια υπερφυσική ουράνια σφαίρα, όπως έκαναν και άλλοι σωτήρες θεοί (παρόµοιες είναι οι περιπτώσεις του Οσιρι και της Ινάννα. Η διαφορά µε την τελευταία -θεά των Σουµερίων- είναι ότι πέθανε και αναστήθηκε µέσα σε µία υπερφυσική σφαίρα που βρισκόταν «κάτω» και όχι «πάνω» απ’ τη Γη. Πρόκειται για µια διαφοροποίηση που προέκυψε εν τω µεταξύ µε την ανακάλυψη της σφαιρικότητας της Γης). Στη συνέχεια ο Ιησούς τοποθετήθηκε -όπως άλλοι θεοί και ηµίθεοι κατά το παρελθόν- στην ιστορική πραγµατικότητα, σε κατασκευασµένες διηγήσεις που συµβόλιζαν τις κοσµικές τους πράξεις και διδασκαλίες (και πάλι ο Οσιρις είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγµα).
Οι ιστορίες και τα ρητά που συνθέτουν αυτές τις κατασκευασµένες διηγήσεις (τα Ευαγγέλια – τα κανονικά Ευαγγέλια που δεν είναι περισσότερο αξιόπιστα και αληθή από τα δεκάδες απόκρυφα Ευαγγέλια) προήλθαν από πολλές πηγές όπως: τις φαντασιώσεις των ίδιων των συγγραφέων τους, ρητά και αναφορές εξ αποκαλύψεως ή επανανακαλυφθέντα στις Γραφές, αλλά και λόγους Αποστόλων και άλλων µεταγενέστερων χριστιανών ηγετών που είχαν επηρεαστεί βαθύτατα από τη διδασκαλία του Ιησού. Επιπρόσθετα, πηγές αποτέλεσαν διδαχές αγίων, καθώς επίσης και ρήσεις αρχαίων φιλοσόφων και ηµίθεων που υιοθετήθηκαν και αφοµοιώθηκαν από το πρόσωπο του Ιησού.
Έπειτα συγκεκριμένες σέκτες άρχισαν να πιστεύουν αυτές τις διηγήσεις περισσότερο ως αληθινές παρά ως συµβολικές (πολύ πιθανόν για το «µακιαβελικό» λόγο ότι ήταν ευκολότερο να ελέγξουν µε αυτό τον τρόπο την εκκλησία των πιστών, όπως σηµειώνει ο Kurt Noll στην ανθολογία «Is This Not The Carpenter». Ωστόσο µπορούν να εντοπιστούν και άλλοι παράγοντες που ίσως έδρασαν συντονισµένα, όπως ακριβώς συνέβη µε την περίπτωση του UFO του Roswell που πήρε σταδιακά διαστάσεις και είναι απορίας άξιον γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να την πιστεύουν, παρόλο που έχει κατ’ επανάληψη καταρριφθεί). Αυτές είναι οι σέκτες που υπερίσχυσαν κατά τους πρωτοχριστιανικούς αιώνες και κλήθηκαν να επιλέξουν ποια κείµενα και ισχυρισµοί θα επιβίωναν έως τον Μεσαίωνα, διαµορφώνοντας την ιστορία που µαθαίνουµε σήµερα.

 

Πρόσφατα κυκλοφορήσατε το νέο σας βιβλίο µε τίτλο «On the Historicity of Jesus». Μπορείτε να µας πείτε δυο λόγια για το περιεχόµενό του; 

Στο πρώτο µέρος του βιβλίου παραθέτω τις δύο αντίπαλες θεωρίες που εξετάζω: την πιο αξιόπιστη θεωρία για την ιστορικότητα του Ιησού και την πιο αξιόπιστη θεωρία για τον Μύθο του Ιησού. Καθεµιά από αυτές τις περιπτώσεις αντανακλά την απλούστερη και περισσότερο συνοπτική εκδοχή. Επίσης εξηγώ τα υπέρ και τα κατά των θεωριών αυτών.
Το δεύτερο µέρος του βιβλίου εστιάζει σε όλο το απαραίτητο γνωσιακό backround που οφείλει να έχει κάποιος που ασχολείται µε το ζήτηµα. Τα δεδοµένα αυτά χωρίζονται σε 48 σηµεία για τα οποία παρατίθενται όλα τα δεδοµένα και οι πρωταρχικές τους πηγές. Πρόκειται για αξιώµατα που όλοι οι ιστορικοί, ασχέτως αν υποστηρίζουν την ιστορικότητα ή το µύθο του Ιησού, θα πρέπει να δεχτούν ως αναµφισβήτητα γεγονότα. Ωστόσο, συναντώ κατά καιρούς καλά καταρτισµένους ακαδηµαϊκούς που δεν τα γνωρίζουν ή ακόµα και τα αρνούνται, χωρίς να έχουν δει τις αποδείξεις και τη µεθοδολογία. Ετσι, αφιερώνω το τρίτο µέρος του βιβλίου µου σε αυτό το θέµα.
Το τρίτο και τελευταίο µέρος του βιβλίου µου, λοιπόν, ερευνά τις αποδείξεις και συγκρίνει τις δύο υποθέσεις, ώστε να καταλήξουµε στο ποια από αυτές θα µπορούσε να ταιριάξει καλύτερα µε τα υπάρχοντα δεδοµένα (δηλαδή ποια θεωρία κάνει πιο πειστικές τις αποδείξεις από την άλλη). Το κοµµάτι αυτό του βιβλίου περιλαµβάνει κεφάλαια που αφορούν στοιχεία από όλα τα σχετικά εξωβιβλικά δεδοµένα, τις Πράξεις, τα κανονικά Ευαγγέλια και τις Επιστολές. Ο αναγνώστης θα βρει επίσης κι ένα κεφάλαιο στο οποίο απαντώ στην ερώτηση «Ποια είναι η πρωταρχική υπόθεση µε την οποία θα έπρεπε να ξεκινήσουµε την αναζήτησή µας και γιατί;». Στη συνέχεια καταλήγω σε ένα συµπέρασµα που δένει όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία και καταδεικνύει µια λογική σχέση µεταξύ των συλλογισµών µου και του συµπεράσµατός µου.
Στο τέλος αποδεικνύω ότι η πιθανότητα να υπήρξε ο Ιησούς είναι σαφώς µικρότερη από µία στις τρεις και ακόµα πιο πιθανόν να είναι µικρότερη από µία στις δώδεκα χιλιάδες. ∆είχνω το πώς δηµιουργώ αυτές τις πιθανότητες και πώς ο αναγνώστης µπορεί να εισαγάγει τις δικές του εκτιµήσεις σε κάθε στάδιο ώστε να οδηγηθεί στη δική του συµπερασµατική πιθανότητα.

 

Εχετε επίσης ανακοινώσει ότι το συγκεκριµένο βιβλίο αποτελεί την πρώτη µελέτη για τον Μυθικισµό που εκδίδεται από έναν πανεπιστηµιακό εκδοτικό οίκο (συγκεκριµένα από το Sheffield-Phoenix) τα τελευταία πενήντα χρόνια. Τι έχει αλλάξει µετά από τόσα χρόνια και τι σηµαίνει αυτό για το µέλλον του µυθικιστικού κινήµατος;

Δεν ξέρω αν έχει αλλάξει κάτι στον τοµέα. Το µόνο που µπόρεσα να αντιληφθώ µέχρι να ασχοληθώ µε το συγκεκριµένο ζήτηµα είναι πως κανείς από όσους διέθεταν την κατάλληλη κατάρτιση (π.χ. διδακτορικό τίτλο σπουδών στην Αρχαία Ιστορία, την Καινή ∆ιαθήκη ή τον πρώιµο Χριστιανισµό) δεν πρότεινε ως τώρα µια «απόλυτη άποψη» για τη θεωρία του Μυθικισµού του Ιησού, χρησιµοποιώντας τα υπάρχοντα δεδοµένα που χαρακτηρίζουν τα βασικά στάνταρντ της ακαδηµαϊκής έρευνας κι έπειτα να την καταθέσει για µια αληθινή αξιολόγηση (κάτι που προσωπικά έκανα πριν καταθέσω το χειρόγραφο στον εκδότη). Αυτό µε ώθησε ώστε να προετοιµάσω προσεκτικά κάθε επιχείρηµά µου, γεγονός που σχεδόν εκµηδένισε κάθε περιθώριο αµφισβήτησης της συλλογιστικής που ακολούθησα. Ετσι καταλήγουµε σε ένα βιβλίο που κανείς ειλικρινής ακαδηµαϊκός εκδοτικός οίκος δεν θα µπορούσε να απορρίψει (σε διαφορετική περίπτωση θα φαινόταν αντιεπιστηµονικός και δογµατικός).
Πιθανότατα συνέβησαν και άλλα πράγµατα που έκαναν τους εκδότες και τους αξιολογητές των συγγραφικών έργων να δεχτούν ευκολότερα αυτά τα θέµατα από ό,τι στο παρελθόν. Για παράδειγµα, η αποδοχή του συµπεράσµατος ότι οι πατριάρχες της Παλαιάς ∆ιαθήκης ήταν σχεδόν όλοι µυθικοί χαρακτήρες αποτέλεσε το αποτέλεσµα µιας µάχης που δόθηκε σχετικά πρόσφατα, τη δεκαετία του ‘70. Υποψιάζοµαι ότι η πρόοδος στο θέµα της ιστορικότητας του Ιησού δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τις µάχες που κερδήθηκαν τα προηγούµενα χρόνια, καθιστώντας την υπόθεση «Μυθικισµός» περισσότερο mainstream. Ωστόσο, θεωρώ ότι το να λάβει κανείς σοβαρά υπόψη του την αξιολόγηση των επιχειρηµάτων του, έτσι ώστε να εξελίξει την υπόθεσή του σε σοβαρό σκοπό, είναι το πρώτο και το πιο απαραίτητο βήµα.

 

Πώς βλέπετε να εξελίσσεται ο Μυθικισµός τις επόµενες δεκαετίες; Τι κατεύθυνση θεωρείτε πως θα πάρει η µελέτη της ιστορικότητας του Ιησού; Υπάρχουν εκκρεµή ζητήµατα που δεν έχουν εξεταστεί ή χρήζουν περαιτέρω µελέτης;
Είμαι σίγουρος ότι στο µέλλον θα εκπλαγούµε µε τις κατευθύνσεις που µπορεί να πάρει η συγκεκριµένη έρευνα. Κατ’ αρχάς θα µπορούσε να δηµιουργηθεί µια µυθικιστική πλατφόρµα σκέψης που θα απολάµβανε µεγαλύτερο σεβασµό και αποδοχή σε παγκόσµιο επίπεδο. Ωστόσο, λαµβάνοντας υπ’ όψιν ότι η µινιµαλιστική θεωρία µου για το µύθο του Ιησού (που ουσιαστικά αποτελεί µια προσαρµοσµένη εκδοχή της θέσης του Doherty) χαρακτηρίζεται σήµερα από την ακαδηµαϊκή κοινότητα τουλάχιστον ως πιθανή, τότε η πιθανότερη εξέλιξη σε αυτού του είδους την έρευνα στο µέλλον θα µείνει µακριά από την προσπάθεια να επινοηθούν θεωρίες διηγήσεων σχετικά µε τον ιστορικό Ιησού. Αντιθέτως, πρόκειται να εξεταστούν στενότερα οι κοινωνιολογικές συνθήκες της εξέλιξης του Χριστιανισµού συνολικά και η προσεκτικότερη ανάλυση της ερµηνείας και προέλευσης των χωρίων της Καινής ∆ιαθήκης (και της λογοτεχνίας του πρώιµου Χριστιανισµού την ίδια περίοδο).
Οι ιστορίες των Ευαγγελίων θα αντιµετωπιστούν ως µύθοι (των οποίων η υποκρυπτόµενη σηµασία αποτελεί το αληθινό νόηµα) και όχι ως θολά νερά από τα οποία εξάγουµε τα στοιχεία για τον «αληθινό» (σ.σ.: ιστορικό) Ιησού. Οι Επιστολές του Παύλου θα επανερµηνευτούν πλήρως και θα ιδωθούν υπό νέα σκοπιά. Επιπρόσθετα θεωρώ ότι οι Επιστολές του Ιακώβου και η Α’ Πέτρου ενδεχοµένως να αρχίσουν να εξετάζονται και πάλι ως αυθεντικές, πιθανότατα γραµµένες από Αποστόλους. Αυτές οι επιστολές ίσως αναλυθούν υπό το φως του γεγονότος ότι δεν αναφέρονται σε κάποιον ιστορικό Ιησού, µε την παραδοσιακή έννοια, αλλά σε ένα µεσσία-επαναστάτη που γνώρισαν µέσω των Γραφών και της Αποκάλυψης. Οι Επιστολές Α’ Κλήµη και προς Εβραίους θα αποτελέσουν οµοίως πολύ πιο σηµαντικά πεδία µελέτης και ανάλυσης από ό,τι µέχρι σήµερα.
Ενα πράγμα που επίσης προσδοκώ να γίνει είναι να µελετηθούν εκ νέου οι διάφορες εκδοχές της «Ανάληψης του Ησαΐα». Υπάρχουν πολλές διαφωνίες ανάµεσα στα χειρόγραφα και τις µεταφράσεις, ενώ υπάρχουν ψήγµατα του κειµένου, όχι µόνο στον Ιγνάτιο και άλλους χριστιανούς συγγραφείς του δευτέρου µεταχριστιανικού αιώνα, αλλά ακόµα και στις Επιστολές του Παύλου. Η σχέση µεταξύ αυτών των δεδοµένων χρήζει προσεκτικότερης µελέτης. Αντίστοιχα, περαιτέρω ερευνών χρήζουν και οι εναλλακτικές εκδοχές του, για να διαπιστωθεί ποια από αυτές πλησιάζει περισσότερο το πρωτότυπο κείµενο. Η αρχική (ανακατασκευασµένη) σύνταξη της «Ανάληψης του Ησαΐα» βρίσκεται εγγύτερα στη χριστιανική διδασκαλία από κάθε άλλο διασωθέν κείµενο. Η θεολογία του και η κατανόηση του Ιησού (µέσα από αυτό) είναι προγενέστερα από τη διαδικασία µυθοποίησής του στα Ευαγγέλια και βρίσκεται εγγύτερα στα όσα δίδασκε ο Παύλος στο εκκλησίασµά του από οτιδήποτε άλλο έχουµε στα χέρια µας. Το γεγονός αυτό το καθιστά ένα πολύ σηµαντικότερο κείµενο σε σχέση µε όσα µέχρι σήµερα πιστεύαµε.

 

Βιογραφικό: Ο Δρ. Richard Carrier είναι ιστορικός µε ειδίκευση στην ελληνορωµαϊκή φιλοσοφία και τις ρίζες του Χριστιανισµού. Κατέχει διδακτορικό τίτλο σπουδών στην Αρχαία Ιστορία από το Πανεπιστήµιο Columbia. Τα δηµοφιλέστερα συγγραφικά του έργα είναι το «On the historicity of Jesus» και το «Proving History: Bayes’s Theorem and the Quest for the Historical Jesus». Κάθε χρόνο πραγµατοποιεί δεκάδες σχετικές οµιλίες σε όλο τον κόσµο και παρουσιάζει άρθρα ανάλογου ενδιαφέροντος σε επιστηµονικά έντυπα. Παράλληλα αρθρογραφεί στην προσωπική του ιστοσελίδα www.richardcarrier.info.

Share This Post On

Submit a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

19 − 11 =