Στις 5 του Νοέμβρη, η χριστιανική ορθόδοξη εκκλησία γιόρταζε την μνήμη των Αγίων μαρτύρων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Σύμφωνα, λοιπόν, με τας ιεράς πηγάς, το ζεύγος των Αγίων με τα ωραία ονόματα έζησαν και μαρτύρησαν επί της βασιλείας του “ειδωλολάτρη” αυτοκράτορα Δέκιου κατά τον τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα.
Του Χρήστου – Πανδίωνα – Πανόπουλου
Και συνεχίζω μεταφέροντας αυτούσια τα “γεγονότα”:
“Οι Έλληνες γονείς του Γαλακτίωνα, Κλειτοφών και Λευκίππη, ήταν πρώτα ειδωλολάτρες. Κάποιος, όμως, ιερομόναχος, που ονομαζόταν Ουνούφριος, τους προσείλκυσε στη χριστιανική πίστη. Από τότε διέθεταν τα πλούτη τους σε κάθε αγαθοεργία. Το δε γιο τους Γαλακτίωνα ανέθρεψαν «ἐεν παιδεία καιὶ νουθεσίαᾳ Κυρίου». Δηλαδή, με παιδαγωγία και νουθεσία, σύμφωνη με το θέλημα του Κυρίου. Και η παιδαγωγία αυτή δεν άργησε να φέρει τους θαυμαστούς καρπούς της. Ο Γαλακτίων όταν μεγάλωσε, νυμφεύθηκε μία ωραία κόρη, την Επιστήμη, την οποία ο ίδιος είλκυσε στο Χριστό.
Η ζωή τους κυλούσε αφιερωμένη στην υπηρεσία του λόγου του Θεού και στη διακονία του πλησίον, ώσπου ξέσπασε ο διωγμός του Δεκίου. Τότε, ο μεν Γαλακτίων πήγε σε μοναστήρι του όρους Σινά, η δε Επιστήμη σε γυναικείο κοινόβιο.
Αλλά η λαίλαπα του διωγμού έφθασε και στα μέρη εκείνα, με αποτέλεσμα να συλληφθεί ο Γαλακτίων από τον άρχοντα Ούρσο. Όταν το πληροφορήθηκε αυτό η Επιστήμη, έτρεξε και παρακάλεσε τους διώκτες να συλλάβουν και αυτή προς ενίσχυση του συζύγου της. Ο άρχοντας Ούρσος, μη μπορώντας να τους πείσει να αλλαξοπιστήσουν, αφού τους βασάνισε σκληρά στο τέλος τους αποκεφάλισε (περί το 250 μ.Χ).”
Τα παραπάνω συνοπτικά για να κατατοπιστείτε γρήγορα στο θέμα. Για όσους έχουν έφεση στην ανάγνωση μαρτυρολογίων υπάρχει και αυτό το λινκ που περίεχει όλη την δημοσιογραφικά αποτυπωμένη αλήθεια του βίου των δύο χριστιανών “ηρώων”. Ας πάμε, όμως, λίγο πιο πίσω στο χρόνο, πριν από τον τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα.
Κάπου στα ελληνιστικά χρόνια, οι συνθήκες της εποχής οδηγούν στη δημιουργία ενός νέου λογοτεχνικού είδους, το πρώτο που εμφανίζεται μετά την κλασική εποχή (ποίηση, ιστοριογραφία, ρητορική και φιλοσοφία) και ίσως τελευταίο έκτοτε: αυτό του μυθιστορήματος. Το αρχαίο ελληνικό μυθιστόρημα γεννιέται εκείνη την εποχή, αλλά καλλιεργείται εντατικά και ακμάζει στην μετέπειτα ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο και κυρίως μετά την βασιλεία Ηρώδη, επί Αντωνίνων (την ευτυχέστερη ιστορική περίοδο για την ανθρωπότητα, όπως υποστήριξε ο Γϊββον). Το νέο λογοτεχνικό είδος εμπεριέχει στοιχεία απ’ όλα περίπου τα προγενέστερά του είδη, αλλά ως πεζογράφημα αποτελεί ένα εντελώς ξεχωριστό αντικείμενο εξ’ ού και μιλάμε για την γέννηση του μυθιστορήματος (ακόμα και του σημερινού).
Πρέπει να υπήρχαν πάρα πολλά τέτοια έργα στην αρχαιότητα, σήμερα, όμως, δυστυχώς μας σώζονται μόνο πέντε ολόκληρα και μερικά σπαράγματα και τίτλοι από άλλα. Ο κανόνας του αρχαίου ελληνικού μυθιστορήματος, δηλαδή τα πέντε σωζόμενα μεγάλα έργα, είναι ο κάτωθι:
1. “Τα περί Χαιρέαν και Καλλιρόην” του Χαρίτωνα από την Αφροδισιάδα της Καρίας.
2. ” Τα κατ’ Ανθειαν και Αμβροκομην Εφεσιακα” του Ξενοφώντα του Εφέσιου.
3. “Τα κατα Λευκίππην και Κλειτοφόντα” του Αχιλλέα Τάτιου από την Αλεξάνδρεια. Spoiler alert!
4. “Τα κατά Δαφνιν και Χλόη” του Λόγγου από τη Λέσβο
5. Τα Αιθιοπικά του Ηλιόδωρου από την Έμεσα της Φοινίκης (ο οποίος σύμφωνα με μεταγενέστερες πηγές υποστηρίζεται πως έγινε επίσκοπος Τρίκκης)
Ίσως από τους τίτλους και μόνο να αντιλαμβανόμαστε πως θεματικά αυτά τα μυθιστορήματα ανήκουν σε αυτό που σήμερα θα λέγαμε ρομάντζο, είναι δηλαδή περιπετειώδεις ερωτικές αφηγήσεις. Για να μην σας κουράζω, όμως, περισσότερο γι αυτό το πολύ ενδιαφέρον θέμα, εδώ και για τους πολύ απαιτητικούς υπάρχει και το βιβλίο του Tomas Hagg από τις εκδόσεις του ΜΙΕΤ.
Για να συσχετίσουμε, όμως, στο θέμα μας, ο παρατηρητικός αναγνώστης ίσως πρόσεξε πως τα ονόματα των γονέων του Αγίου Γαλακτίωνα ταυτίζονται με τους ήρωες του τρίτου κατά σειρά μυθιστορήματος (γι’αυτό και τα τονίσαμε με bold άλλωστε). Φυσικά κάτι τέτοιο δεν αποτελεί μια απλή σύμπτωση οφειλόμενη στην κοινοτοπία των ονομάτων, σαν να λέμε η Μαρία και ο Γιάννης, αλλά πρόκειται ακριβώς για αυτούς τους ήρωες του μυθιστορήματος, στοιχεία του οποίου μάλιστα υπάρχουν στο μαρτυρολόγιο!
Εκτυλίσσεται, δηλαδή, εμπρός μας η διαδικασία ενός ιδιότυπου Μυθικισμού αγίων και μαρτύρων, τους οποίους μέχρι σήμερα τιμά η χριστιανική εκκλησία, και ακόμα χειρότερα στους οποίους βασίζεται από τη μία για να αποδείξει τους διωγμούς των κακών ειδωλολατρών εναντίoν της και από την άλλη για να εμπνεύσει τους πιστούς της και να δικαιολογήσει/εξηγήσει ένα σωρό πράγματα τα οποία ψυχολογικά βασίζει στο “αίμα ηρώων”, όπως για παράδειγμα την ιστορικά τεκμηριωμένη δίωξη όλων των άλλων από την επίσημη εκκλησία.
Η συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι η μοναδική, δεν είναι ούτε καν σπάνια, αφού αρκετές μελέτες έχουν διαπιστώσει την ύπαρξη πολλών αντίστοιχων. Υπάρχει μάλιστα και μια περίπτωση μετατροπής μιας τέτοιου τύπου βουδιστικής ιστορίας στα χριστιανικά μαρτυρολόγια (όπως αντίστοιχα υπάρχει και η μεταφορά της ιστορίας ενός αρχαίου ελληνικού μυθιστορήματος που δεν σώθηκε στις περσικές χίλιες και μια νύχτες!*). Σε πιο προχωρημένες μελέτες μάλιστα, όπως στην πρόσφατη της Candida Moss στην οποία έχω αναφερθεί στο παρελθόν, υποστηρίζεται πως το 90% και βάλε των μαρτυριολογίων, των απόκρυφων πράξεων κτλ είναι διασκευασμένες αντιγραφές παγανιστικών κειμένων (δύο ολόκληρα κεφάλαια του βιβλίου αναφέρονται σε αυτό το ζήτημα).
Το ωραίο μάλιστα είναι (ωραίο γιατί δεν γίνεται να επικαλεστούν άγνοια) πως αυτά τα κείμενα διαβάζονταν στο Βυζάντιο (τα αναφέρουν για παράδειγμα ο Φώτιος και ο Ψελλός με σχετικά θετική γνώμη) και μάλλον αποτέλεσαν το πρότυπο της παρθενίας στη χριστιανική διαστρεβλωμένη ηθική, αφού οι πιστές ηρωίδες των ελληνικών μυθιστορημάτων μετεβλήθησαν στις αγίες και οσίες που μαρτυρούσαν παρθένες ως νύμφες του Ιησού. Το πόσο μεγάλη ήταν η διάδοσή τους φαίνεται έκδηλα και από την σχετικά πρόσφατη ανεύρεση παπυρικών θραυσμάτων με αποσπάσματα άγνωστου αρχαίου ελληνικού μυθιστορήματος σε μοναστήρι στην Ισπανία. Βλέπουμε, λοιπόν, μια περίπτωση οικειοποίησης παγανιστικών κειμένων από τον χριστιανισμό, τα οποία αλλοιώθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να στρέφονται προπαγανδιστικά κατά των ίδιων των δημιουργών τους.
*Παρότι έχει αρκετές περιπτώσεις τέτοιες στο βιβλίο της η Moss, τη συγκεκριμένη δεν την θυμάμαι να την είχα δει. Ή μου διέφυγε ή επειδή κυρίως εστιάζει στην λατινική εκκλησία δεν την ήξερε. Οφείλω την επισήμανση σε ομιλία του πάντα έξοχου δάσκαλου και ειδικού επι του θέματος Γ. Γιατρομανωλάκη, όπως επίσης και αρκετά περισσότερα στοιχεία που αναφέρω περί του αρχαίου ελληνικού μυθιστορήματος.
August 21, 2015
Απο που ακριβώς συμπεράνατε οτι πρόκειται,ακριβώς για τους ίδιους ήρωες;
Καταρχάς το κείμενο του Τατίου λαμβάνει χώρα στην Αίγυπρο,οι γονείς του αγίου ζούσαν στην Έμεσα της Συρίας.
Επίσης ο άγιος Φώτιος αναφέρεται στο εν λόγω βιβλίο,παροτρύνοντας να μην το διαβάζουν λόγω του περιεχομένου που αναφέρατε,οχι για κάποιο άλλο λόγο.
Το κείμενου του Τατίου δεν έχει κάποια σχέση με τους γονείς του αγίου και φυσικά η ηρωιδα,δεν μετατράπηκε σε χριστιανική παρθένα,γιατί η μητέρα του αγίου δεν ήταν παρθένα,πως θα μπορούσε άλλωστε αφού γένησε τον άγιο Γαλακτίωνα.
Υποθετω η διαστρέβλωση γίνεται άθελά σας.
Διαβάστε το κείμενο
http://www.naos.20m.com/tatios.htm
σε ποιο σημείο συμπίπτουν τα δυο κείμενα;
Έχοντας χηρέψει πρόσφατα, η Μελίττη ξαναπαντρεύεται με ένα νεότερό της άνδρα, τον ήρωα του έργου, τον Κλειτοφώντα, και ενώ επισκεπτόταν για επιθεώρηση τα κτήματά της, έπεσε στα πόδια της μια γυναίκα σε άθλια κατάσταση, παρακαλώντας την, σαν γυναίκα προς γυναίκα, να δείξει οίκτο.
Η γυναίκα αυτή ήταν η αληθινή σύζυγος του Κλειτοφώντα, η Λευκίππη, που είχε πωληθεί ως δούλη από τους απαγωγείς της, και τώρα βασανιζόταν από τον σαδιστή επιστάτη της Μελίττης, γιατί αρνιόταν να υποκύψει στις σεξουαλικές του ορέξεις.
Και αυτό συμπίμπτει κάπου με αυτό που λέει το συναξάρι;
Που λέει για παράδειγμα οτι πατέρας της Λευκίππης ήταν ο Μέμνων,οπως αναφέρει το συναξάρι;
Πουθενά.
Eπίσης άγιοι ήταν ο Γαλακτίωνας και η Επιστήμη,οχι ο Κλειτόφων και η Λευκίππη.
November 15, 2015
Για το πώς εμπνεύστηκαν οι χριστιανοί συγγραφείς των μαρτυριολογίων από έργα προγενέστερων τους “ειδωλολατρών” θα πρέπει να μελετήσετε τα κατάλληλα έργα (ένα παράδειγμα αυτό που αναφέρεται στο κείμενο). Οι κρίσεις λοιπόν περί αντιγραφών, όπως και τα περί ηθικής των ηρωίδων και η μετατροπή τους σε αγίες στο κείμενο είναι γενική, όπως άλλωστε φαίνεται και δεν αναλώνεται στο έναυσμα το οποίο αποτελούν εν προκειμένω τα ονόματα του Κλειτοφόντα και της Λευκίππης. Ως γνωστόν τα μαρτυρολόγια κατά 95% στερούνται οποιασδήποτε άλλης ιστορικής επιβεβαίωσης. Έχοντας λοιπόν ως πασίγνωστο την εποχή εκείνη κείμενο το έργο του Τάτιου είναι πιο πιθανό τα ονόματα των γονιών των “αγίων” – για τους οποίους οτιδήποτε άλλο δεν είναι γνωστό- να προέρχονται από το μυθιστόρημα παρά από συνωνυμία. Επίσης για την λογοτεχνία και τις συγκριτικές μελέτες οι διακειμενικές σχέσεις και οι συγκριτισμοί δεν αποδεικνύονται από την πλήρη αντιγραφή όλων των εξωτερικών χαρακτηριστικών – δεν έχει σημασία πχ που έλαβαν χώρα τα γεγονότα- αλλά από την δομή και τους παρόμοιους συνεκτικούς ή άλλους δεσμούς, όπως για παράδειγμα οι περιπέτειες των ηρώων, ο έρωτας τους, η πίστη της ηρωίδας στον σύντροφο της (η στον θεό) κτλ, δηλαδή αυτά που αποτελούν τα δομικά λογοτεχνικά χαρακτηριστικά μιας ιστορίας.
Εξάλλου μια κατά λάθος (με άρνηση δηλαδή) αποδοχή των παραπάνω, ευρύτερη μάλιστα, έχουμε και από αυτούς που δεν τα αποδέχονται όπως στο παρακάτω απόσπασμα από σχετικό άρθρο :
“Το έργο του Ηλιοδώρου ικανοποιεί τη ηθικά κριτήρια του Μ. Φωτίου, καθώς προάγει τα ιδανικά της αγνότητος μέχρι τον γάμο και της καταργήσεως των ανθρωποθυσιών γι’ αυτό και επαινείται όχι μόνον για την μορφή αλλά και για το περιεχόμενό του, ενώ το έργο του Αχιλλέως Τατίου κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, χαρακτηρίζεται από έλλειψη σεμνότητος, γι’ αυτό και κατακρίνεται ως προς αυτό[13]. Προφανώς εξαιτίας αυτού του γεγονότος δημιουργήθηκε ο ευλαβής μύθος[14], ότι ο Ηλιόδωρος αργότερα έγινε Χριστιανός και μάλιστα Επίσκοπος: «Τοῦτον δὲ καὶ Ἐπισκοπικοῦ τυχεῖν ἀξιώματος ὕστερόν φασιν»[15]. Για τον Αχιλλέα Τάτιο δημιουργήθηκε ένας άλλος μύθος, προφανώς ως άλλοθι για την ανάγνωση του μυθιστορήματος του, ότι οι ήρωες του έργου του Κλειτοφών και Λευκίππη, ταυτίζονταν με τους εθνικούς γονείς των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης[16].”
Θα πρέπει να μας πεί δηλαδή ο συγγραφέας γιατί αυτή η ταύτιση είναι μύθος όταν ιστορικά γνωρίζουμε αυτά τα ονόματα στο έργο του Τάτιου αλλά πουθενά αλλου και φυσικά πουθενά ώστε ιστορικά να υποστηρίζεται η ύπαρξη τους ως ειδωλολάτρες γονείς “αγίων”.