Γιατί τα ευαγγέλια δεν είναι ιστορικά κείμενα – Μέρος Α’
Ύστερα από το κεφαλαιώδους σημασίας άρθρο του για “Τα 48 επιχειρήματα των χριστιανών απολογητών για την ιστορικότητα του Ιησού” και την εξίσου σημαντική μελέτη του για την αυθεντικότητα του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, ο ερευνητής Τάσος Καρανίκας “ξαναχτυπά” με το πρώτο μέρος της νέας του έρευνας αναφορικά με τα Ευαγγέλια. Για ποιον λόγο δεν πρέπει να τα διαβάζουμε ως ιστορικά κείμενα; Πρόκειται για ακόμη μία εξαντλητική μελέτη επάνω στο ζήτημα που φιλοδοξεί να καταστεί σημείο αναφοράς για τους ειδικούς ερευνητές της ιστορίας του χριστιανισμού. Έλληνες Μυθικιστές, 12/11/2018 ——————————————————————————————————————————- Στην εργασία “Τα 48 επιχειρήματα των χριστιανών απολογητών για την ιστορικότητα του Ιησού “[1] εξετάσαμε τα γενικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για την υπεράσπιση της αξιοπιστίας της χριστιανικής ιστορίας. Στην εργασία “Πράξεις των αποστόλων: γεγονότα ή ψευδοϊστορία“[2] εξηγήσαμε τους λόγους που καθιστούν το συγκεκριμένο βιβλίο ως ένα έργο θρησκευτικής λογοτεχνίας και προπαγάνδας. Στην παρούσα εργασία (Α’ και Β’ μέρος) θα προχωρήσουμε περαιτέρω στην εξέταση της φύσης των ευαγγελίων και ιδιαίτερα του “Μάρκου”. Του Τάσου Καρανίκα – ερευνητή Στο Α’ μέρος θα εξετάσουμε το κατά πόσον τα ευαγγέλια ακολουθούν τους κανόνες της κλασικής ιστοριογραφίας και ποιες είναι οι χριστιανικές “αποδείξεις” που υποστηρίζουν ότι αποτελούν καταγραφές αυτοπτών μαρτύρων. Στο Β’ μέρος θα εξηγήσουμε γιατί οι ευαγγελικές αφηγήσεις είναι βαθιά αλληγορικά κείμενα, με έντονο το στοιχείο του πλαγιαρισμού, κυρίως από τις Παλαιές Γραφές. Συνεπώς δεν μπορούν να εκληφθούν σαν ιστορικά κείμενα ή βιογραφίες, τουλάχιστον με την αυστηρή έννοια του όρου. Τα ευαγγέλια ως ιστορίες αυτοπτών μαρτύρων. Ποιοι; Πως; Πότε; Στην πρώτη εργασία (επιχείρημα 2) ισχυριστήκαμε πως τα ευαγγέλια ήταν αρχικά ανώνυμα. Δεν είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, δεν παραπέμπουν στις πηγές τους, οι συγγραφείς δεν αναρωτιούνται ποτέ για την εγκυρότητα των πληροφοριών που μεταδίδουν, οι συγγραφείς τους μιλούν σαν παντογνώστες κλπ. Οπως εξηγεί ο μελετητής της ΚΔ, Armin Daniel Baum (“The Anonymity of the New Testament History Books,” σελ. 121) : Ενώ οι περισσότερες επιστολές της ΚΔ φέρουν το όνομα των (υποτιθέμενων) συγγραφέων (Ιάκωβος, Ιούδας, Παύλος, Πέτρος κ.α) οι συγγραφείς των ιστορικών βιβλίων (ευαγγέλια και Πράξεις) δεν αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους. Oι τίτλοι με τα ονόματα (πχ το Κατά Ματθαίον ευαγγέλιο) είναι ξεκάθαρα δευτερεύουσας σημασίας. Η ένσταση εδώ είναι πως και οι αρχαίοι ιστορικοί λειτουργούν συχνά με τον ίδιο τρόπο, χωρίς να προσδιορίζουν την ταυτότητά τους μέσα στα κείμενά τους. Ωστόσο, ακόμα και αν το κείμενο δεν αναφέρει τον συγγραφέα, υπάρχει συχνά ένα όνομα προσαρτημένο σε κάποιο διασωθέν χειρόγραφο. Η συνηθισμένη πρακτική στην αρχαία γραμματεία ήταν να μπαίνει το όνομα του συγγραφέα στην γενική ακολουθούμενο από τον τίτλο του έργου. Π.χ. στην περίπτωση του Ρωμαίου ιστορικού Τάκιτου, υπάρχει η ταυτοποίηση του συγγραφέα σε όλα τα πρώιμα χειρόγραφα των Χρονικών ή των Ιστοριών ως...
Η εξέταση του ιστορικού Απολλώνιου του Τυανέα (και ο παραλληλισμός του με τον Ιησού)
“Ο Βίος του Απολλώνιου απ’τα Τύανα…είναι ένα κείμενο που αποτελείται από οκτώ βιβλία γραμμένα στα αρχαία ελληνικά απο τον Φιλόστρατο (c. 170-c 245 μ.α.χ.χ). Λέει την ιστορία του Απολλώνιου του Τυανέα (c 15-c 100 μ.α.χ.χ), ενός Πυθαγόρειου φιλοσόφου και δασκάλου” Εκτός απο το να διδάσκει την σοφία κατά την διάρκεια των ταξιδιών του, λέγεται πως ο Απολλώνιος έκανε και αρκετά θαύματα (εξορκισμούς, αναστάσεις νεκρών) ακόμα και εμφανίσεις στους οπαδούς του μετά τον θάνατό του. Tου Neil Godfrey, συντονιστή του Vridar.org – μετάφραση στα ελληνικά, Τάσος Καρανίκας Ακολουθούν κάποιες επισημάνσεις από μια μεγάλη συμβολή στην μελέτη αυτής της μορφής, τις μελέτες της Maria Dzielska ( Apollonius of Tynan in Legend and History. Roma: L’Erma di Bretschneider, 1986) που έφυγε από τη ζωή το καλοκαίρι του 2018 (σ.μ στα ελληνικά βλ. τα βιβλία της αφιερωμένα στον Απολλώνιο τον Τυανέα και την Υπατία που κυκλοφόρησαν από τις εκδ. Ενάλιος, καθώς επίσης και τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Μηνά Παπαγεωργίου για τις ανάγκες του βιβλίου “Το πρόβλημα της ιστορικότητας του Ιησού”, εκδ. Δαιδάλεος). Tο είδος Στην περίπτωση του ιστορικού Ιησού οι μελετητές εξετάζουν το είδος (της γραμματείας) των ευαγγελίων. Κατά τον ίδιο τρόπο οι ιστορικοί θέτουν ερωτήματα για τις αναφορές στον Απολλώνιο: Οι μελετητές αναρωτιούνται για τον αληθινό χαρακτήρα αυτού του έργου: Τι είδους βιογραφία είναι, αν είναι μια Ηλιοδώρια ρομαντική ιστορία, μια ρομαντική αγιογραφία ή κατά τον J. Palm, ένα ντοκιμαντερίστικο ρομάντζο. (Dzielska, σελ.12). Οι πηγές Αντίθετα με τα ευαγγέλια, ο Βίος του Απολλώνιου αναφέρει πηγές. Μακάρι και τα ευαγγέλια να έκαναν το ίδιο! Η πρωταρχική πηγή του βιογράφου, του Φιλόστρατου, είναι ο Δάμις, ο στενός ακόλουθος του Απολλώνιου, και θα έλεγε κανείς πως αν είχαμε έστω και ένα ευαγγέλιο που να ισχυρίζονταν πως βασίζεται στην μαρτυρία του Πέτρου, τότε αρκετά ζητήματα για την αξιοπιστία των ευαγγελίων θα είχαν τακτοποιηθεί. Aλλά παραδόξως αρκετοί ιστορικοί δεν πιστεύουν πως ο Δάμις υπήρξε πραγματικά και ο Φιλόστρατος απλά τον επινόησε για να προσδώσει αξιοπιστία και αυθεντικότητα στο αφήγημά του. H Dzielska ξεδιαλέγει τον ένα ιστορικό που υπέθεσε (αφελώς και χωρίς ξεκάθαρες αποδείξεις) πως ο Δάμις υπήρξε. “Επιπλέον, ο Grosso υποθέτει πως ο Δάμις όντως υπήρξε” (σελ 12). Τα Υπομνήματα του Δάμι αποτελούσαν πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα στην μελέτη του Φιλόστρατου. Οι μελετητές έχουν αναρωτηθεί για το αν οι αναμνήσεις ήταν απλά ένα αποκύημα της φαντασίας του Φιλόστρατου ή αν όντως αποτελούν τις σημειώσεις ενός συγκεκριμένου μαθητή του Απολλώνιου. Το ερώτημα αυτό έχει τεθεί όχι μόνο από ειδικούς στην αρχαία γραμματεία, αλλά και από ιστορικούς. Προσωπικά θεωρώ πως ο Δάμις είναι μια φανταστική μορφή και οι αναμνήσεις του μια επινόηση του Φιλόστρατου… Χρησιμοποιώντας όλα τα λογοτεχνικά μέσα, ο Φιλόστρατος προσπαθεί να υποστηρίξει...
Το μυστικό προφίλ του επαναστάτη Ιησού (Σειρά άρθρων – μέρος έκτο)
(Η δημοσίευση αυτή είναι τμήμα της σειράς δημοσιεύσεων περί της Ιστορικότητας του Ιησού. Διαβάστε το πρώτο μέρος για τα κριτήρια ιστορικότητας πατώντας εδώ, το δεύτερο περί Ιώσηπου πατώντας εδώ, το τρίτο μέρος περί Σλαβονικού Ιώσηπου πατώντας εδώ, το τέταρτο μέρος για τους “ανταγωνιστές Μεσσίες” του Ιησού πατώντας εδώ και το πέμπτο μέρος για τις πηγές του 2ου αιώνα εδώ). “Η μεγάλη αδυναμία της θεώρησης ότι ο Ιησούς υπήρξε, είναι το γεγονός ότι μπορείς να φτιάξεις γύρω από την ζωή του όσες ιστορίες σου κάνει κέφι και όλες με βάση τα ίδια τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, κείμενα που σε βοηθούν να αρνηθείς όσα δεν σου πάνε στην ιστορία που συνθέτεις και να δεχτείς όλα αυτά που την οικοδομούν. Όμως πίσω σου θα αφήσεις την μεγάλη απόδειξη. Ότι η ιστορία αυτή όπως και τα πρόσωπά της είναι όλα δικά σου και δεν έχουν σχέση με τυχόν πραγματικά κι αυτό γιατί αυτά δεν υπήρξαν ποτέ ” Θωμάς Μάρας, εισαγωγή στο Οι Αντιφάσεις της Καινής Διαθήκης σ.29 – για περισσότερα σχετικά με το έργο του Μάρα πατήστε εδώ. Το σενάριο της δράσης και του κηρύγματος του Ιησού και τι υποτίθεται ότι ήθελε να πει σύμφωνα με την Εκκλησία, είναι γνωστό σε αυτή τη χώρα πολύ καλά, αφού ο προσηλυτισμός όλων μας ξεκινάει από την μικρή ηλικία και ακόμα και όσοι δεν ήταν καλοί μαθητές ή δεν μεγάλωσαν σε αντίστοιχο περιβάλλον, θυμούνται σίγουρα κάποια κλασικά τσιτάτα περί αγάπης, συγχώρεσης, μη τυπικότητας και ξανά αγάπης. Φυσικά, υπάρχουν μέσα στα Ευαγγέλια, κάποια συγκεκριμένα στοιχεία που υποστηρίζουν αυτή την άποψη. Μόνο που οι τακτικοί αναγνώστες του χώρου αυτού, γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα Ευαγγέλια έχουν πάρα πολλές αντιφάσεις τόσο μεταξύ τους, όσο και στα ίδια τα κείμενα, που δίνει την δυνατότητα να επιχειρηματολογήσει κάποιος για το οτιδήποτε και το μόνο αντίμετρο από την πλευρά της Εκκλησίας σε αυτό είναι οι συνεχείς ερμηνείες για να ολοκληρωθεί το δικό της πειστικό σενάριο. Του Φιλίστωρος, Ιστορικού Ας δούμε λοιπόν ένα άλλο σενάριο και τα στοιχεία εκείνα, που αν και είναι αρκετά από τα Ευαγγέλια, δεν συνάδουν με την θεωρία περί αγάπης και αδελφοσύνης, ελεημοσύνης κ.λπ., αλλά με έναν εξτρεμιστή επαναστάτη μεσσία, σαν του υπόλοιπους δηλαδή, που όπως είδαμε εμφανίστηκαν πολλοί εκείνη την εποχή, που δεν αποκηρύσσει την βία αλλά αντιθέτως, φαίνεται να μιλάει όχι μόνο για βία, αλλά και μίσος ή ακόμα και επανάσταση. Την ευκαιρία και την νομιμοποίηση για να ερευνήσουμε το σενάριο αυτό, μας το δίνει η μελέτη των αντίστοιχων παρεμβολών στα έργα του Ιώσηπου που ήδη είδαμε τόσο στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία όσο και στον Ιουδαϊκό Πόλεμο, του μόνου συγγραφέα που μας δίνει αρκετές πληροφορίες για την περιοχή και την εποχή, αλλά και την λογοκρισία που έχουν υποστεί οι σχετικές αναφορές του, που μιλάνε ή θυμίζουν...
Πράξεις των Αποστόλων: Γεγονότα ή ψευδοϊστορία;
Οι Πράξεις των Αποστόλων είναι το βιβλίο της Καινής Διαθήκης που περιγράφει την ιστορία της πρώιμης Εκκλησίας αμέσως μετά την ανάσταση του Ιησού. Για να το θέσουμε κάπως χαριτωμένα: αν υποθέταμε πως τα Ευαγγέλια (κυρίως του Λουκά) ήταν κινηματογραφική ταινία, τότε οι Πράξεις θα ήταν το σίκουελ! Συνεπώς η έρευνα σχετικά με την αξιοπιστία του εν λόγω βιβλίου αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στην αναζήτηση του ιστορικού Ιησού. Του Τάσου Καρανίκα – ερευνητή Σύμφωνα με την παράδοση, οι Πράξεις αποδίδονται στον συγγραφέα του “Κατά Λουκάν” (Κλήμη Αλεξ. Στρωματείς Ε΄12, Ωριγένη, Κατά Κέλσου Στ’ 11, Ιερωνύμου, De viris illustribus 7, Ευσεβίου Εκκλ. Ιστορία Β’22,1) [1].H συγγραφή των Πράξεων τοποθετείται συνήθως μεταξύ 80-90 μ.α.χ.χ, ίσως μέχρι το 120 μ.α.χ.χ. ή ακόμα και μεταξύ 63-70 μ.α.χ.χ. από τους πιο συντηρητικούς μελετητές. Αν δεχτούμε τις μεταγενέστερες χρονολογίες ως περίοδο συγγραφής, τότε είναι πολύ πιθανόν ο συγγραφέας να χρησιμοποιεί το έργο του Ιώσηπου (Εβραϊκό Πόλεμο, Ιουδαϊκές αρχαιότητες) ή κάποιες κοινές παραδόσεις ως πηγή [2]. Ωστόσο πάλι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το ποιες είναι οι πηγές του συγγραφέα, πόσο αξιόπιστες είναι ή αν απλά αποτελούν ιστορίες αγιογραφικής μυθοπλασίας, όπως έχει απασχολήσει αρκετούς σύγχρονους μελετητές [3]. Από την αρχή μέχρι το τέλος οι Πράξεις μοιάζουν με έργο προπαγάνδας προκειμένου να καταδειχθεί η εξέλιξη από τον Ιουδαϊσμό στον Χριστιανισμό, όπως η κατάργηση της Τορά, όταν σύμφωνα με τον Παύλο (Γαλάτες 2) δεν ήταν για καιρό ανεκτή ακόμα και από τον Πέτρο. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι Πράξεις 15.7-11 βάζουν την ομιλία του Παύλου για το ίδιο θέμα (Γαλ.2.14-21) στο στόμα του Πέτρου, όταν ο Παύλος υποστηρίζει πως έγινε ακριβώς το αντίθετο. Ούτε ο συγγραφέας των Πράξεων αναφέρει ποτέ οτι ο Παύλος έγραψε επιστολές στις εκκλησίες τις οποίες υποτίθεται πως ίδρυσε. Αναλόγως τονίζεται η σχέση του Παύλου με την εκκλησία της Ιερουσαλήμ. Π.χ. γνωρίζουμε πως ο Παύλος, αν και αρχικά άγριος διώκτης, ήταν άγνωστος στις εκκλησίες της Ιουδαίας (Γαλ. 1.22-23) για αρκετό καιρό μετά την μεταστροφή του και αμέσως μετά έφυγε για την Αραβία πριν επιστρέψει στην Δαμασκό, την ίδια στιγμή που δεν γύρισε στην Ιερουσαλήμ για τουλάχιστον τρία χρόνια (Γαλ. 1.15-18). Αντίθετα στις Πράξεις 7-9 λέγεται πως είχε συνεχή επαφή με την εκκλησία της Ιερουσαλήμ, ακόμα και πριν την μεταστροφή του, και μετά πήγε αμέσως στην Δαμασκό και μετά στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να περάσει ούτε μια στιγμή στην Αραβία. Είναι προφανές πως ο συγγραφέας των Πράξεων είναι ένας αναθεωρητής της ιστορίας και απλά την διασκευάζει. Επιπλέον παρατείνει την παραμονή του αναστημένου Ιησού στην Γη για σαράντα μέρες, κατά τις οποίες συναναστρέφεται εν κρυπτώ με δεκάδες ανθρώπους και μετά να αναλήπτεται στον ουρανό συνοδεία αγγέλων. Αυτό είναι μύθος, όχι ιστορία. Ο μελετητής της Κ.Δ. Burton...
Candida Moss: Σχεδόν ό,τι ξέρουμε για τα πρώιμα ευαγγέλια είναι λάθος
Της Candida Moss, καθηγήτριας της Καινής Διαθήκης και του πρώιμου χριστιανισμού στο πανεπιστήμιο του Birmingham / Μετάφραση για τους Έλληνες Μυθικιστές, Τάσος Καρανίκας Στα 1889, κατά την διάρκεια ανασκαφών στην πόλη Κόπτος της Αιγύπτου, οι αρχαιολόγοι ισχυρίστηκαν ότι πραγματοποίησαν μια εκπληκτική ανακάλυψη. Καθώς ερχόταν στο φως ένα σπίτι της ρωμαϊκής περιόδου, οι επιστήμονες πρόσεξαν πως ένας από τους τοίχους του ήταν κούφιος. Εντός του ανακάλυψαν έναν πάπυρο που είχε διαφυλαχθεί προσεκτικά για εκατοντάδες χρόνια. Το βιβλίο περιείχε τα γραπτά του ελληνόφωνου Εβραίου φιλοσόφου Φίλωνα της Αλεξάνδρειας. Το πιο εκπληκτικό ήταν ότι φύλλα του ευαγγελίου του Λουκά είχαν χρησιμοποιηθεί για να γεμίσουν το δερμάτινο εξώφυλλο του βιβλίου. Οι μελετητές που εξέτασαν το κείμενο συμπέραναν πώς τα γραπτά του Φίλωνα προέρχονταν από τον τρίτο αιώνα. Τα φύλλα του Λουκά, σύμφωνα με τον γνωστό παπυρολόγο του 20ου αιώνα, Colin Roberts, θα πρέπει να είχαν αντιγραφεί νωρίτερα από το έργο του Φίλωνα. Επειδή το βιβλίο είχε καταχωνιαστεί σε κάποια εσοχή του σπιτιού, ο Roberts επιχειρηματολόγησε πώς το βιβλίο θα πρέπει να τοποθετήθηκε εκεί είτε κατά την καταστροφή της πόλης από τον Διοκλητιανό στα 292 μ.α.χ.χ (μετά την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης), είτε κατά τους Διοκλητιάνειους διωγμούς των χριστιανών μεταξύ 303-305 μ.α.χ.χ. Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο επιβίωσε. “Aυτό που ανακαλύψαμε τείνει να ανατρέψει όλα όσα ξέρουμε για την ιστορία της Καινής Διαθήκης” Κατά την εξέταση ορισμένων χειρογράφων στο Magdalene College στην Οξφόρδη, ο Roberts έκανε μια άλλη εξίσου σημαντική ανακάλυψη. Πιο συγκεκριμένα διέκρινε και άλλα τεμάχια παπύρου. Αυτή τη φορά από το ευαγγέλιο του Ματθαίου. Ο Roberts τα ταυτοποίησε ως προερχόμενα από τον ίδιο κώδικα (codex= ακαδημαϊκός όρος για τα αρχαία βιβλία με σελίδες), όπως τα φύλλα του Λουκά απο την Κόπτο. Δεν ήταν ασυνήθιστο στον αρχαίο κόσμο βιβλία να χωρίζονται σε κομμάτια και να διασπείρονται. Σύντομα και άλλοι μελετητές μπήκαν στη συζήτηση. Μερικά τεμάχια του “Ματθαίου” που βρέθηκαν στην Βαρκελώνη χρονολογήθηκαν και αποδόθηκαν στον ίδιο συγγραφέα, αλλά τώρα χρονολογούνται νωρίτερα, κάπου στον 2ο αιώνα. O Roberts υποστήριξε πως ήταν η απόδειξη για ένα βιβλίο που περιείχε τουλάχιστον δύο ευαγγέλια (Ματθαίου και Λουκά) και θα πρέπει να γράφτηκε λίγο πριν γραφτεί το μέρος του βιβλίου που καταχωνιάστηκε κατά τον Διοκλητιάνειο διωγμό. Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1994, οι Times του Λονδίνου παρουσίασαν στο πρωτοσέλιδό τους μιας ιστορία σχετικά με την ανακάλυψη ενός χειρογράφου. Το άρθρο είχε τίτλο: “Ο Πάπυρος της Οξφόρδης: Ένα αρχείο αυτόπτη μάρτυρα για την ζωή του Ιησού”. Το κείμενο βασίστηκε στις μελέτες ενός Χριστιανού Γερμανού μελετητή, του Carsten Thiede, ο οποίος πίστευε πως τα τεμάχια από την Οξφόρδη και την Βαρκελώνη προέρχονταν από τον πρώτο μεταχριστιανικό αιώνα. Παρά τις αντιρρήσεις άλλων συναδέλφων του, η ιστορία έλαβε έκταση: o Thiede εξέδωσε ένα βιβλίο που προβλήθηκε στους New York Times και σε άλλα γνωστά ΜΜΕ. Την ίδια περίοδο, περισσότεροι σεβαστοί -και λιγότερο αμφιλεγόμενοι- μελετητές, υποστήριξαν πώς το βιβλίο ήταν ουσιαστικά μια συλλογή του 2ου...